Πολλή συζήτηση έχει υπάρξει για το κατά πόσο τα καλλιτεχνικά επαγγέλματα είναι θέμα δεξιοτήτων που διδάσκονται ή εγγενών ταλέντων. Από τη μία πλευρά, υπάρχει η πεποίθηση ότι κάποιοι γεννιούνται με ένα ενεργό και ευφάνταστο δεξιό τμήμα του εγκέφαλου και ως εκ τούτου μπορούν να εκδηλώσουν περισσότερη δημιουργικότητα. Από την άλλη πλευρά, ορισμένοι υποστηρίζουν ότι οι δημιουργικές έννοιες και τεχνικές μπορούν να διδαχθούν μέχρι να γίνουν ικανότητα. Να σημειώσουμε ότι μία ικανότητα δε σημαίνει μόνο γνώση. Ο συγγραφέας, όπως και κάθε επαγγελματίας, πρέπει, ξέρει και μπορεί και θέλει. Τότε μόνο μπορεί να έχει επιτυχία σε έναν κλάδο.
Το μπορεί όμως είναι το εγγενές ταλέντο αποκλειστικά ή μέσα από το ξέρω και το θέλω μπορεί να αναπτυχθεί κατάλληλα; Μάλλον η απάντηση είναι ότι το μπορώ είναι ένα μείγμα εσωτερικών και εξωτερικών ερεθισμάτων.
Ορισμένες δεξιότητες είναι ευκολότερες για τους ταλαντούχους ανθρώπους να τις μάθουν και να τις εφαρμόσουν στην πράξη. Είναι απολύτως πιθανό να μη θέλετε να καταναλώσετε την ενέργεια και να αφιερώσετε την προσπάθεια για να μάθετε μια ικανότητα ακόμα και αν έχετε ταλέντο. Τότε μπορεί να έχετε το ξέρω και το μπορώ αλλά όχι το θέλω που είναι κομβικής σημασίας για ανάπτυξη τόσο του ξέρω όσο και του μπορώ.
Όταν πρόκειται για δημιουργική γραφή, πιστεύω ότι η ικανότητα και το ταλέντο δουλεύουν μαζί. Στην πραγματικότητα, θα υποστήριζα ότι σχεδόν κάθε συγγραφέας, του οποίου το έργο αξίζει να διαβαστεί, έχει έναν συνδυασμό τόσο δεξιοτήτων γραφής όσο και φυσικού ταλέντου καθώς και θέληση, έγνοια και μεράκι για την γραφή. Γιατί είναι η θέληση που ενισχύει κάθε γνώση και ταλέντο. Υποθέτω ότι ζωγράφοι, μουσικοί και άλλα δημιουργικά άτομα ακολουθούν μια παρόμοια πορεία – ένα πάθος που εξευγενίστηκε από χρόνια μάθησης και πρακτικής μέσα από την εσωτερική φωνή της θέλησης.
Πιστεύω πως η δημιουργική γραφή είναι θέμα ανάγκης και υποχρέωσης να μεταδώσεις σκέψεις, συναισθήματα και στοχασμούς στο κοινό. Και αν σε τρώει αυτή η έγνοια, θα βρεθεί ο τρόπος. Το μπορώ χτίζεται τόσο από τη γνώση και την εκπαίδευση αλλά κυριότερα υποκινείται από τη δίψα να μοιραστείς και να αλλάξεις σκέψεις και πεποιθήσεις των ανθρώπων που θα σε διαβάσουν.
Η καλή γραφή προκαλεί συγκίνηση. Η καλή γραφή συνδέει τα πράγματα. Η καλή γραφή λέει μια ιστορία με την οποία μπορεί να ταυτιστεί ο αναγνώστης και η οποία θα επιδράσει πάνω του αλλάζοντάς του τρόπο σκέψης και θεώρησης των πραγμάτων. Ακριβώς όπως οποιοδήποτε βιωματικό γεγονός.
_
γράφει ο Γιώργος Σιούτζος
0 Σχόλια