Διονύσης Στούρης, Ελλάδα: πικρά πορτοκάλια, (μτφρ. Αναστασία Χατζηγιαννίδη), εκδ. Χαραμάδα, 2018
γράφει ο Αιμίλιος Σολωμού
Ο Διονύσης Στούρης είναι παιδί πολιτικών προσφύγων (η πλευρά του πατέρα του), οι οποίοι μετά τον Εμφύλιο διέφυγαν από την Ελλάδα και εγκαταστάθηκαν στην Πολωνία. Αυτή η ιδιότητα διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο στο βιβλίο του Ελλάδα: πικρά πορτοκάλια. Το βιβλίο είναι καρπός, εν πολλοίς, των όσων έζησε στην Ελλάδα και μετέδωσε ως δημοσιογράφος-ανταποκριτής στο πολωνικό ραδιόφωνο την περίοδο των μεγάλων αναταράξεων του 2011-2012. Ο Στούρης ακτινογραφεί την κρίση και τους ανθρώπους σε μια Ελλάδα που καταρρέει: διαδηλώσεις και ταραχές στο κέντρο της Αθήνας, ανεργία, λιτότητα, προσφυγικό, αυτοκτονίες, διαφθορά, άστεγοι, επαίτες, ρακοσυλλέκτες, έγκλημα. Η κρίση είναι ιδωμένη μέσα από τον φακό ενός «ξένου» δημοσιογράφου, ο οποίος προσπαθεί να κατανοήσει τον ψυχισμό των Ελλήνων. Με συνεχείς μετατοπίσεις του χρόνου (παρόν-παρελθόν) και σε πρώτο αφηγηματικό πρόσωπο κινείται με άνεση ανάμεσα στον δημοσιογραφικό λόγο, το ρεπορτάζ και το ταξιδιωτικό αφήγημα με λογοτεχνικές αρετές. Έτσι, αυτό που καθιστά ιδιαίτερα ενδιαφέρον το βιβλίο του είναι ότι η εμπειρία του στην Ελλάδα της κρίσης αποτελεί ταυτόχρονα και ένα εσωτερικό ταξίδι, αναζήτησης και αυτοσυνειδησίας, ένα ταξίδι στη μνήμη υπό το βάρος της ελληνικής καταγωγής του.
Ουσιαστικά το βιβλίο αναπτύσσεται πάνω σε τρεις άξονες: η οικονομική κρίση και οι συνέπειές της, οι πρόσφυγες που περνούν από την Τουρκία στην Ελλάδα και οι προσωπικές-οικογενειακές μνήμες. Και σε αντιθετικά δίπολα: η ζωή στην Πολωνία και την Ελλάδα, οι πρόσφυγες που φτάνουν στη χώρα και οι Έλληνες πρόσφυγες (Μικρασιατική Καταστροφή, πολιτικοί πρόσφυγες), το παρελθόν και το παρόν.
Σε προσωπικό επίπεδο ο συγγραφέας εξιστορεί την ιστορία της οικογένειάς του, τις συνθήκες κάτω από τις οποίες βρέθηκε στην Πολωνία, τα παιδικά χρόνια στη χώρα, τη σύντομη εγκατάστασή τους στην Ελλάδα, τις διαταραγμένες σχέσεις των γονιών του και την οριστική επιστροφή στην Πολωνία με τη μητέρα και τα αδέλφια του, τη σύντομη περίοδο της φοίτησής στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων (χειμώνας 2009) και την εργασία του ως εθελοντής στην πολωνική πρεσβεία κατά τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004.
Η οικονομική κρίση είναι αποτυπωμένη όχι μόνο μέσα από τη δική του οπτική αλλά και μέσα από τις μικροϊστορίες απλών ανθρώπων, ηλικιωμένων, φοιτητών, νεαρών ζευγαριών. Ο Στούρης αναφέρεται στα ταξίδια για τις ανάγκες των ανταποκρίσεών του σε διάφορα μέρη της Ελλάδας: Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Ιωάννινα, Έβρος, Αλεξανδρούπολη, Ορεστιάδα, Ικαρία, Κρήτη. Προσπαθεί να ανιχνεύσει τον ψυχισμό των Ελλήνων (π.χ. πραγματεύεται θέματα όπως το βάρος της πλούσιας πολιτιστικής κληρονομιάς: «το ελληνικό εγώ είναι πελώριο, τρεφόμενο με την αρχαία κληρονομιά, το Βυζάντιο και τον φιλελληνισμό»), για να τους κατανοήσει (πολλές φορές μέσω των αισθήσεων: συχνές οι αναφορές στην ελληνική γλώσσα, στη μουσική, στο φαγητό, τον τρόπο διασκέδασης) και να καταγράψει την αντίδρασή τους απέναντι σε όσα συμβαίνουν. Γι’ αυτό και το πλαίσιο της αφήγησής του δεν είναι μόνο η σύγχρονη Ελλάδα, καθώς παραθέτει και αναλύει τους κυριότερους ιστορικούς σταθμούς της χώρας, επιχειρώντας να διερευνήσει τα βαθύτερα αίτια της κρίσης. Η αφήγησή του καταδύεται σ’ ένα ταξίδι στον χρόνο και στην ιστορία: η Ελληνική Επανάσταση, η Μικρασιατική Καταστροφή, ο Πόλεμος και ο Εμφύλιος, η Δικτατορία των Συνταγματαρχών. Αφιερώνει μάλιστα εκτεταμένα κεφάλαια στην ιστορία της οικογένειας Παπανδρέου και τις πολωνικές της ρίζες, και στη Μελίνα Μερκούρη (για τον σκοπό αυτό είχε συναντήσεις με τον Νικόλα Παπανδρέου και τον Σπύρο Μερκούρη). Ενδιαφέρουσα είναι η συνομιλία του συγγραφέα με τον Γκαζμέτ Καπλάνι. Ο Καπλάνι αναφέρεται στις ισχυρές οικογένειες που εναλλάσσονται στην εξουσία, στο πελατειακό κράτος, στους οικονομικούς δείκτες και τις διεθνείς αγορές που κυβερνούν τον κόσμο. «Για εκατοντάδες χρόνια», θα πει, «οι Έλληνες ζούσαν υπό την απειλή, τον φόβο και τη σκιά μεγάλων κοινωνικών διχασμών. Ο αιματηρός εμφύλιος τη δεκαετία του σαράντα και η δικτατορία των συνταγματαρχών (1967-1974) εμβάθυναν επιπλέον αυτό τον κατακερματισμό και μόλις τις τελευταίες δεκαετίες είχε επικρατήσει μία σχετική ηρεμία. Μετά την πτώση της χούντας, η ελληνική κοινωνία απέκτησε πολύ περισσότερη συνοχή. Σταδιακά η χώρα εκδημοκρατιζόταν, ο κόσμος ζούσε καλύτερα. Κυριάρχησε η ευημερία και ο καταναλωτισμός. Ακριβώς εκείνη τη στιγμή ήρθε το κραχ –απροσδόκητα, την καλύτερη στιγμή εδώ και πολλά χρόνια- και προκάλεσε τεράστιο σοκ. Τώρα οι κανόνες του παιχνιδιού που ίσχυαν μέχρι πρότινος και ρύθμιζαν τον κόσμο των Ελλήνων, αλλάζουν ριζικά».
Ιδιαίτερα στο ζήτημα των «παράνομων» μεταναστών, ο Στούρης συνδέει την οικογενειακή εμπειρία και το οδοιπορικό της διαφυγής από την Ελλάδα μετά τον Εμφύλιο και το δράμα των Μικρασιατών προσφύγων του 1922 με το σύγχρονο ανθρωπιστικό πρόβλημα των προσφύγων (η περιπετειώδης και επικίνδυνη διαδρομή από τον Τρίτο Κόσμο στην Ελλάδα και οι δυσκολίες παραμονής). Αναδεικνύει έτσι τη διαχρονικότητα του ζητήματος. Αναφέρεται στις απεργίες πείνας των μεταναστών στο κέντρο της Αθήνας, σε προσωπικές ιστορίες όπως του Εκτίφ από το Μαρόκο στις αρχές του 2011 και στο νεκροταφείο (χωριό Σιδηρώ) των αγνώστων στοιχείων προσφύγων που πνίγονται στα νερά του Έβρου, στα σύνορα με την Τουρκία.
Η αφήγηση μετακινείται στον χώρο και στον χρόνο. Τα κεφάλαια εναλλάσσονται: Από τη μια είναι η Ελλάδα κυρίως της κρίσης και από την άλλη το Χόινουφ της Πολωνίας όπου έζησε και ζει η οικογένεια του συγγραφέα. Στην Πολωνία περιγράφει τη ζωή του στενού οικογενειακού περιβάλλοντός του, αλλά και εκείνων των μελών της οικογένειας που επέστρεψαν στην Ελλάδα και φαίνεται να το μετάνιωσαν, καθώς θυμούνται με νοσταλγία τα περασμένα χρόνια. Παράλληλα, σκιαγραφεί σύντομα και τη ζωή της πολωνικής κοινότητας στη σύγχρονη Αθήνα.
Το βιβλίο τιτλοφορείται Ελλάδα: πικρά πορτοκάλια. Οι αναφορές στις νεραντζιές της Αθήνας (κυρίως) είναι ένα συχνό μοτίβο που συνδέει τα κεφάλαια και το πλήθος των προσωπικών ιστοριών και μαρτυριών. Η πικρή γεύση που αφήνουν στο στόμα τα νεράντζια είναι ένας εύσχημος τρόπος για να τονιστεί η μεταφορική σημασία τους για όσα συμβαίνουν στη χώρα.
Το βιβλίο πρωτοεκδόθηκε στην Πολωνία το 2013 και ήταν το πρώτο δημοσίευμα στη χώρα που παρουσίαζε σε τέτοιο βάθος, κοινωνικό και ιστορικό, την οικονομική κρίση και το ανθρωπιστικό πρόβλημα της εισροής των προσφύγων στην Ελλάδα.
0 Σχόλια