Τη νύχτα ο πατέρας
κατεβαίνει από το κάδρο
γλιστρά στο παγωμένο πρεβάζι
και ξαγρυπνά στο μαξιλάρι μου.
Ρωτά για τη μητέρα
με κείνα τα ημιτελή λόγια
που άφησε πάνω στο κομοδίνο του
κι όλο σκουπίζει το αλμυρό δάκρυ
που σταλάζει από καιρό στο σπιτικό του.
Κουρδίζει το ρολόι του
στο χέρι του εγγονού
κι όλο του λέει αστεία.
Γιατί μας άφησες, ρωτώ.
Τύλιξε τα λόγια του στη σιωπή
τα σφούγγισε στην κούπα
με το κόκκινο κρασί
κι άξαφνα μου ΄σφιξε το χέρι
και ανέβηκε αθόρυβα
-μη με ξυπνήσει-
και πάλι στη θέση του.
Ο πατέρας πάντα αγαπούσε την αλήθεια.
_
γράφει η Καλλιόπη Δημητροπούλου
Μην ξεχνάτε πως το σχόλιό σας είναι πολύτιμο!
0 Σχόλια