Ένα εξαιρετικά καλογραμμένο και ανατρεπτικό γυναικείο μυθιστόρημα που δεν μπορούσα να το αφήσω από τα χέρια μου. Η συγγραφέας χειρίζεται άριστα την πλοκή και ξετυλίγει δεξιοτεχνικά την ιστορία της, που εκτείνεται σε δύο περιόδους: το 1892 και το 2012. Δύο ιστορίες που εκτυλίσσονται παράλληλα και ταυτόχρονα αλληλοσυμπληρώνονται. Το 2012 διαβάζουμε για τη Νίνα Τζόουνς, συγγραφέα των μπεστ-σέλερ βιβλίων με πρωταγωνίστρια τη Χήρα Γουέιλαντ, μια καλόγρια που διαλευκαίνει φόνους στη σκοτεινή περίοδο του Μεσαίωνα. Το 1892 διαβάζουμε για την προγιαγιά της Νίνα, Έλενορ Χολτ, και τη μυστηριώδη γυναίκα που είχε για γκουβερνάντα. Οι ιστορίες διαδραματίζονται στο Νησί της Φωτιάς (Ember Island, όπως είναι και ο πρωτότυπος τίτλος), στην Αυστραλία, ένα νησί όπου τον 19ο αιώνα ήταν εγκατεστημένη μια φυλακή, ένας τόπος «στην άκρη του κόσμου και πιο πέρα!», όπως γράφει η συγγραφέας.
Στην αρχή ξεκινάει ως μια κλασική ιστορία αγάπης, όπου η Τίλι, η γκουβερνάντα της Έλενορ, ζει το όνειρο της ζωής της: παντρεύεται και είναι ευτυχισμένη, όμως σύντομα ο άντρας της την αγνοεί επιδεικτικότατα και την πληγώνει. Η Τίλι ανακαλύπτει ότι έχει ερωμένη και κάνει σκηνές, όμως η θέση της γυναίκας εκείνη την εποχή δεν ήταν επιφανής, ήταν υποταγμένη στον σύζυγο κι η αλήθεια ακουγόταν μόνο από το στόμα του άντρα. Παράλληλα έχουμε και την ιστορία της δισέγγονης Νίνα, η οποία κατάφερε να αγοράσει το Θαλασσινό Αστέρι, το σπίτι της οικογένειάς της, μόλις έξι χρόνια πριν κι έρχεται τώρα να δει τι επιδιορθώσεις χρειάζονται, αφού οι τελευταίοι ενοικιαστές της έφυγαν άρον άρον και απροειδοποίητα. Η Νίνα γνωρίζει τον Τζο, έναν στιβαρό και γοητευτικό άντρα, που μεγαλώνει μόνος του τον γιο του, Τζόουνς, μετά την εγκατάλειψη της συζύγου του. Κι εκεί που απολαμβάνεις τα ωραία τοπία της Αυστραλίας και τις λυρικές περιγραφές της συγγραφέως, έρχεται μια ωραία ανατροπή και σου τραβά πιο έντονα το ενδιαφέρον.
Η ιστορία ξετυλίγεται με πολλούς τρόπους: με αποσπάσματα από το ημερολόγιο της Έλενορ, με την πρωτοπρόσωπη αφήγηση της Νίνα και την τριτοπρόσωπη αφήγηση της Τίλι. Η συγγραφέας ξέρει να χειρίζεται καλά την αγωνία και κόβει τις ιστορίες της στα πιο καίρια σημεία. Και όχι μόνο αυτό, η πλοκή είναι πολυδιάστατη, αληθοφανέστατη και έχει πολλές εκπλήξεις στην πορεία της! Το μεγαλύτερο μέρος της ιστορίας αφορά την Τίλι και το σκοτεινό μυστικό που κρύβει το παρελθόν της. Αυτό μου άρεσε σαν πρωτοτυπία, δηλαδή δεν έχουμε και την προγιαγιά και την απόγονο πρωταγωνίστριες. Αντίθετα, η Έλενορ ζει στη σκιά της ιστορίας της Τίλι και λειτουργεί συμπληρωματικά για την αφήγηση. Προσπερνώ το γεγονός ότι η συγγραφέας τη δείχνει μικρομέγαλη και στα δεκατρία της μαθαίνει αρχαία ελληνικά, λατινικά και γαλλικά με άνεση ενώ κάθεται και γράφει μεσαιωνικά διηγήματα και ποιήματα. Μόνο το ότι αγνοεί επιδεικτικά το κέντημα, της αρέσει να κρυφακούει και να τη συντροφεύει ένας ξύλινος γάτος δείχνει την πραγματική ηλικία της κατ’ εμέ.
Τι συνέβη και η Τίλι εγκατέλειψε την Αγγλία και τον γάμο της και κατέφυγε στην Αυστραλία; Παράτησε τον σύζυγό της; Ζήτησε διαζύγιο; Τι συνέβη εκείνη τη μοιραία νύχτα που πήρε φωτιά το σπίτι της και βρέθηκαν νεκροί ο σύζυγος και η ερωμένη του; Θα προσαρμοστεί η Τίλι στην απομονωμένη ζωή του νησιού; Θα υποκύψει στα ερωτικά ένστικτα που της ξύπνησε ο πατέρας της Έλενορ, Στέρλινγκ Χολτ και διευθυντής της φυλακής; Πού θα οδηγήσει η φιλία της με την κρατούμενη Χάτι και οι συχνές επαφές μαζί της, κάτι που έχει απαγορεύσει ρητά ο Στέρλινγκ; Και στο σήμερα, τι ψάχνει η δημοσιογράφος στο παρελθόν της Νίνα Τζόουνς; Ποιος πραγματικά έγραψε τη Χήρα Γουέιλαντ και πόσο επικίνδυνο είναι να αποκαλυφθεί η αλήθεια για την καριέρα της Νίνα; Αν υπάρξει αυτή η ανατροπή, πόσο κινδυνεύει η σχέση της με τον Τζο και ως πού είναι αποφασισμένη να φτάσει για να διαφυλάξει το μυστικό της;
Αγωνία, ανατροπές, εξέλιξη χαρακτήρων, εμπόδια, κοινωνικά μηνύματα, λυρικότατες περιγραφές της άγριας φύσης της Αυστραλίας, σύντομες και περιεκτικές ερωτικές σκηνές, ένα καταπληκτικό κείμενο που ρέει εύκολα και θα συναρπάσει κάθε αναγνώστη.
Χαρακτηριστικό απόσπασμα:
«-Τον είχα αγαπήσει κάποτε, αλλά τώρα πρέπει να ζήσω την υπόλοιπη ζωή μου γνωρίζοντας πως του στέρησα κάθε δυνατότητα, κάθε του λεπτό, από εκείνη τη φρικτή μέρα κι επειτα. Κάθε πρωινό κελάηδημα των πουλιών, κάθε απογευματινό αεράκι…Του τα στέρησα όλα. Του τα πήρα όλα, δεν του άφησα τίποτα…-Νιώθεις πως ξεπληρώνεις αυτό το χρέος σου εκτίοντας την ποινή σου;…-Μερικές φορές, προσεύχομαι να ισχύει αυτό. Αλλά ο Θεός δεν μου απαντάει» (σελ. 360).
0 Σχόλια