Ώρα την ώρα, στιγμή τη στιγμή,
μπροστά από έδρες, γραφεία και θέσεις,
πίσω από τοίχους και πόρτες κλειστές
με κουρασμένα μάτια κι ανάσες πνιχτές,
έσπρωχνε στον ίσκιο της τη μέρα.
Σκέψη τη σκέψη, λόγο το λόγο
με συρτές φωνές και σύμφωνες σιωπές,
με παραλληλισμούς και συγκρίσεις,
προσπερνούσε ρωτήματα κι ενστάσεις
και σώπαινε στα γυρίσματα του νου.
Δρόμο το δρόμο, βλέμμα το βλέμμα,
τ’ απάντημα χωρίς ρυθμό και χρώμα,
καθρέφτισμα και υπεκφυγή το νεύμα
και με την προσποίηση κοινά αποδεκτή,
πέζευε αρχές και ξόδιαζε συνήθειες .
Γνώση τη γνώση, λογισμό το λογισμό
στης νύχτας τη βία και τη μοναξιά,
με ασύλητες παραδοχές και ομολογίες,
χωρίς αφορισμούς κι επιτηδεύσεις,
πρόφταινε τον ευπροσάρμοστο εαυτό.
Χρέος το χρέος, ευθύνη την ευθύνη,
η μέρα επανάληψη κι αντίστιξης ηχώ,
η νύχτα περισυλλογή, του αύριο γεννήτρα,
μ’ επίγνωση συνειδητή και νουθεσία
μάκραινε μηρυκασμούς κι επιδαψιλεύσεις.
_
γράφει ο Γιώργος Αλεξανδρής
0 Σχόλια