Χειμώνες που αργοστάλαζαν
βουβά, λευκά σαν κρίνος
όπως στο μέσο της νυχτιάς
μια παγερή γωνιά,
γινήκαν βράχος μέσα μας,
αντήχησαν σαν θρήνος
κι έφτιαξαν ύστερα σιωπή
κι ανείπωτη ερημιά.
Αχ, δεν το μπορώ,
τη θάλασσα πιότερο να πλατύνω
και να ντυθώ την ομορφιά
να φωταγωγηθώ,
έχω έναν, αφέντη ουρανό
μακρύ, να ξεδιαλύνω.
Δυο χέρια μόνο,
μια ματιά,
να κρίνω, να κριθώ.
Πώς να ζυγιάσω μέσα μου
την τόση λίγη γη
με τόσο πολύ ουρανό…
_
γράφει η Μαριάννα Γληνού
H πένα σου η αδρή μα και ρομαντική συνάμα, είτε γραφεις ποίημα είτε πεζό, είναι που με κάνει να σε διαβάζω με απόλαυση Μαριάννα Γληνού
Σε ευχαριστώ, Λένα μου, για τα τιμητικά λόγια σου!