
γράφει η Παναγιώτα Μπαϊράμη
Το πρόσφατα βιβλίο της κ. Ελένης Πριοβόλου «Βαθύ το σκοτάδι πριν την αυγή» φέρει στην επικαιρότητα τον «άγνωστο» μεν εκπρόσωπο του Νεοελληνικού Διαφωτισμού, ακαταπόνητο δε υπέρμαχο της ατομικής ελευθερίας, Χριστόδουλο Ευσταθίου ή Παμπλέκη.
Πρόκειται για μια μυθιστορηματική βιογραφία, την υποκειμενική δηλαδή αναπαράσταση της ζωής του, αλλά και συνάμα ολόκληρης εκείνης της ιστορικής περιόδου, η οποία στηρίζεται σε δευτερογενείς πηγές, που συμπλέκονται αρραγώς με τις αφηγηματικές μεθόδους του μυθιστορήματος. Η προσπάθεια για προσέγγιση της αναπαράστασης από τον αναγνώστη/στρια είναι μέρος του συγγραφικού παιχνιδιού. Στο συγκεκριμένο κείμενο, η κ. Πριοβόλου διεκδικεί την αναγνωστική πρόσληψη με την αμεσότητα της πρωτοπρόσωπης ιστόρησης και τον εξομολογητικό τόνο της απολογίας του βίου από τον ίδιο τον Παμπλέκη, αντί της αποστασιοποιημένης παρουσίασης ενός τριτοπρόσωπου, παντογνώστη αφηγητή, με το εύρημα επίσης της αφηγηματικής τμήσης σε οκτώ «Βιβλία», που το καθένα εκκινεί με το κατάλληλο εφαλτήριο-απόσπασμα από το έργο του «Περί Θεοκρατίας» (ένα εξ αυτών προέρχεται από την Ακολουθία ετεροφθάλμου και αντιχρίστου Χριστοδούλου τού εξ Ακαρνανίας). Η αφηγηματική διαίρεση όχι μόνο δεν υποθάλπει το ενιαίο ύφος, αλλά ωθεί τον/την αναγνώστη/στρια να γίνει ενεργά συμμέτοχος της ψυχολογικής, κοινωνικής και ηθικής εξέλιξης του πρωταγωνιστή, ακολουθώντας ρυθμικά την πορεία κλιμάκωσής της στο σύνολο της ζωής του.
Οι παραπάνω επιλογές βρίσκουν πολύτιμο αρωγό τη γλωσσική υποστήριξη, καθώς η κ. Πριοβόλου «αφηγείται με μια γλώσσα που διατηρεί τη ζωντάνια όσο και το χρώμα εκείνων των εποχών», όπως σημειώνει ένας άλλος αγαπημένος συγγραφέας ο κ. Μ. Κοντολέων. Θα τολμούσα να προσθέσω και με έναν ισορροπημένο γλωσσικό ρεαλισμό και μια ζυγισμένη γλωσσική ευαισθησία τόσο στη σκιαγράφηση του προσωπικού αγώνα και του φιλοσοφικού αναστήματος του Παμπλέκη, όσο και στην αναβίωση μιας εποχής με εκρηκτικές κοινωνικές, ιδεολογικές και πνευματικές ζυμώσεις, που συντάραξαν την Ευρώπη και ετοίμασαν τη μετάλλαξή της.
«Μία από τις κρυφές αρετές της βιογραφίας», σημειώνει ο Ρέι Μονκ[1], καθηγητής φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο του Σάουθαμπτον, «είναι να αφήνεις το βιογραφούμενο να μιλάει και να μην ενδίδεις στον πειρασμό να εξηγείς ή να ερμηνεύεις τα λεγόμενά του, όταν δεν χρειάζεται. […]και σε άλλο σημείο «Η βιογραφία αποκαλύπτει, φανερώνεται, […]» απόψεις, που μπορούν να βρουν την ιδανική τους επιβεβαίωση στο βιβλίο «Βαθύ το σκοτάδι πριν την αυγή», καθώς η συνεχής διαλεκτική σχέση ανάμεσα στην κοινωνική και υπαρξιακή/ φιλοσοφική ταυτότητα του ήρωα αναδύεται με καταιγιστική φυσικότητα.
Οι μυθιστορηματικές βιογραφίες φανερώνουν, σύμφωνα με τον Ρέι Μονκ[2], την ανάγκη των ανθρώπων να ανακαλύψουν κάτι βαθύτερο στην ανθρώπινη ύπαρξη σε μια εποχή που χαρακτηρίζεται από έντονη αποπροσωποποίηση. Αν και συμφωνώ αδρομερώς, αφού τα εξωτερικά γνωρίσματα μιας ανθρώπινης ζωής, στην προκειμένη περίπτωση του νεωτεριστικά σκεπτόμενου Χριστόδουλου, λειτουργούν ως σύμβολα που επιτρέπουν την κατανόηση της εσώτερης πραγματικότητας[3], είμαι σίγουρη ότι αυτός δεν είναι ο μοναδικός λόγος που το «Βαθύ το σκοτάδι πριν την αυγή» έχει ήδη αποκτήσει αναγνώστες/στριες που αναντίλεκτα το συμπεριλαμβάνουν στα αγαπημένα τους αναγνώσματα.
Κατά την προσωπική τριβή μου με το βιβλίο ομολογώ ότι, πέρα από τα προαναφερθέντα, εστίασα σε τρία ακόμη σημεία. Το πρώτο στοιχείο που τράβηξε την προσοχή μου ήταν η επιλογή της ιστορικής περιόδου, μιας αδικημένης ως προς την προβολή της περίοδος, τόσο γνωστικά, όσο και λογοτεχνικά. Μια περίοδος που κυοφορήθηκε και αναδύθηκε το ιδεολογικό, φιλοσοφικό, γλωσσικό και πολιτικό προφίλ του νεότερου ελληνικού κράτους μέσα από μια αντιπαράθεση, συχνά μέχρις εσχάτων, μεταξύ των καινοφανών ιδεών του Διαφωτισμού και των οπισθοδρομικών, ενδεδυμένων θεολογικά απόψεων της επικρατούσας θεοκρατικής οπτικής. Ο δια της λογοτεχνίας φωτισμός της εποχής του Νεοελληνικού Διαφωτισμού, «που αποτελεί γηγενές και ενδογενές φαινόμενο του ελληνισμού που συναντιέται με τον ευρωπαϊκό διαφωτισμό και επηρεάζεται από αυτόν χωρίς όμως η αρχική του δυναμική να πάψει να είναι εγχώρια», κατά τον Κ. Θ. Δημαρά[4] συνιστά ένα προκλητικό συγγραφικό ερέθισμα και μια τολμηρή συγγραφική πρόθεση, προοπτικές, που κατά την ανάγνωση του βιβλίου μετουσιώνονται στην εσωτερική δυναμική του και στην γοητεία του.
Ο/η αναγνώστης/στρια ανασυσταίνει το ιστορικό πλαίσιο ή μυείται στην περιρρέουσα ατμόσφαιρα του μεγαλύτερου μέρους του 18ου αιώνα και ιδίως στο δεύτερο μισό του, στην περίοδο ωριμότητας του κινήματος, η οποία προσδίδει αναμφισβήτητο προβάδισμα στις θετικές επιστήμες, στο πείραμα, που θεωρείται κινητήριος δύναμη, στην απελευθέρωση του ατόμου από τον κλοιό της άγνοιας και της δεισιδαιµονίας και στην αδήριτη παιδευτική ανάγκη της καλλιέργειας του ενεργού πολίτη. Ο Χριστόδουλος Παμπλέκης υπερβαίνει τις λογοτεχνικές συμβάσεις του κειμενικού χαρακτήρα και αναδεικνύεται σε διαχρονικό, αλλά πάντα επίκαιρο υπερασπιστή του ριζοσπαστισμού και σε ακλόνητο μαχητή ενάντια στη διαφθορά, τη διαστροφή και τον σκοταδισμό. Και ο αγώνας του έχει ιδιαίτερη αξία, αν αναλογιστεί κανείς τις αντιξοότητες και τις ιδιαίτερα δυσάρεστες συνθήκες που στιγμάτισαν την παιδικότητά του.
Το αποτέλεσμα της σύμπλεξης ιστορίας και λογοτεχνίας δεν συνιστά ιστορική πηγή, αξιόπιστη ιστορική προσέγγιση. Συνιστά όμως τον αναγκαίο γλωσσικό δίαυλο που μπορεί να ενεργοποιήσει το ενδιαφέρουν του σύγχρονου ανθρώπου/πολίτη να επαναπροσδιορίσει την ίσως περιθωριοποιημένη σχέση του μαζί τους. Ιστορία και λογοτεχνική γραφή δεν ταυτίζονται, αλλά προσφέρουν και οι δύο τη δυνατότητα της γεφύρωσης παρόντος και παρελθόντος με δίαυλο τη γλώσσα και της προσέγγισης ή και σημασιοδότησης της πραγματικότητας –τωρινής ή αλλοτινής- σε συνάρτηση με τις προσωπικές αλλά και τις υφιστάμενες προσλαμβάνουσες. Όταν μάλιστα ο ιστορικο-λογοτεχνικός καρπός είναι τόσο μεστός, όσο το «Βαθύ το σκοτάδι πριν την αυγή», μοιραία η λογοτεχνική τέρψη αποτελεί έναυσμα μιας προσωπικής έρευνας και διεύρυνσης των γνώσεων για την ιστορική εποχή, στην οποία εκτυλίσσεται η ιστορία του Χριστόδουλου. Ας αναλογιστούμε πόσο μια τέτοια δυναμική θα μπορούσε να αξιοποιηθεί και στην εκπαιδευτική διαδικασία.
Το δεύτερο στοιχείο που προσωπικά θεωρώ εξαιρετικά γοητευτικό στο βιβλίο είναι η ύπαρξη προκλητικά ελκυστικών δίπολων, που διατρέχουν την αφήγηση στο σύνολό της. Για να μιλήσω πιο συγκεκριμένα, πέραν της βασικής θεματικής αντιπαράθεσης ανάμεσα στην προοδευτική σκέψη και στη συντήρηση, η πορεία του Χριστόδουλου, πορεία επιβίωσης, καλλιέργειας και μετουσίωσης της καλλιέργειας σε διδακτικό- πνευματικό έργο δομείται σε πλήθος από επιμέρους δίπολα. Σημειώνω μερικά από αυτά με εναρκτήριες αναφορές στον τίτλο (σκοτάδι-φως) και στο συγγραφικό είδος της μυθιστορηματικής βιογραφίας, στην οποία Ιστορία και Λογοτεχνία αποτελούν τους δύο άξονες, προοιμιακά αντίθετους, τον μυθοπλαστικό και τον πραγματικό[5], εντός των οποίων η συγγραφέας πλάθει έναν ήρωα υποκείμενο των κοινωνικών, πολιτικών και ιδεολογικών εκφάνσεων ενός συγκεκριμένου ιστορικού χρόνου, συμπεριλαμβάνοντας σε αυτή την υπαρξιακή αλληλεπίδραση ατόμου-ιστορίας όλα εκείνα που είναι απαραίτητα για να ανασυσταθεί η ατμόσφαιρα και τα συναισθήματα μιας εποχής.
Μεταβαίνοντας στον ήρωα, τα παιδικά βιώματα του Χριστόδουλου του εξ Ακαρνανίας εκτείνονται από τα τραγικά οικογενειακά συμβάντα στην εύνοια της τύχης και την ανάληψη της προστασίας και της επιμέλειάς του από τον Καλλία. Έχει έφεση στα γράμματα, στοιχείο που διακρίνεται από το αέναο μεράκι του, το αληθινό πάθος για τη σοφία και τη γνώση, αλλά συναντά πλήθος εμποδίων, που θα μπορούσαν να λαβώσουν την επιθυμία του. Ο χαρακτήρας του είναι ασυμβίβαστος και ανυπότακτος στην υπεράσπιση των ιδεών του, αλλά ο ίδιος επισημαίνει μια φυσική συστολή. Η κοινωνική του ζωή επηρεάζεται από τη δυσμορφία αλλά και από το λαμπρό του πνεύμα. Η φοίτησή του στην Αθωνιάδα τον φέρνει σε επαφή με τον συντηρητισμό και τον νεωτερισμό στη διδακτική οπτική. Η προσωπική του διδακτική επιλογή είναι συνώνυμη του προοδευτισμού, αλλά θεωρείται αποσυνάγωγος από τους συντηρητικούς εκκλησιαστικούς κύκλους. Η γλωσσική του εκφορά γίνεται ενσυνείδητα στη δημώδη γλώσσα και όχι στην καθαρεύουσα της εποχής. Η σχέση του με τον δάσκαλό του Ευγένιο Βούλγαρη από σχέση απόλυτου θαυμασμού και ιδεολογικής σύμπνοιας μετατρέπεται σε άφατη απογοήτευση και πικρία. Η οικείωση του με τις νέες αντιλήψεις τον καθιστά πρόδρομο του Νεοελληνικού Διαφωτισμού, ακαταπόνητο υπέρμαχο του Ορθού Λόγου, αλλά και μάρτυρα, αφού υψώνοντας το ιδεολογικό του ανάστημα στην επικρατούσα θεοκρατία κατηγορείται ως οπαδός του πανθεϊσμού και του Βολταίρου και αφορίζεται.
Η παρουσία των παραπάνω σημείων, και πολλών περισσότερων, που μπορούν να θεωρηθούν ως δίπολα δίνουν πνοή στην ανάγνωση. Η χρήση των εννοιών που συνιστούν τους δύο πόλους γονιμοποιεί την επικοινωνιακή διεπαφή κειμένου και αναγνώστη και εντείνει την αναγνωστική εμπειρία. Μια και η βασική αφηγηματική γραμμή είναι η «χρονική γραµµικότητα, η επεισοδική, χρονικά σειριακή διάταξη των γεγονότων μιας ιστορίας»[6], συνεκτικά δομημένη, καθώς ακολουθεί τη φυσική χρονική ροή του βίου του Χριστόδουλου, ο συγγραφικός ελιγμός της παρουσίασης όλου του φάσματος των γεγονότων από το ένα όριο στο άλλο λειαίνει την αυστηρότητα ή και την κάποια μονοτονία, που ενδεχομένως ελλοχεύει με τη γραμμική εξιστόρηση και τα εξιστορούμενα αποκτούν μιαν αυξημένη αξία και συναισθηματική δύναμη. Η γραμμική αφήγηση πρόσθετα εντάσσεται ομαλά ως μακροσκελής παρελθοντική αναδρομή σε μια μη γραμμικής μορφής εκκίνηση, που ολοκληρώνεται με σχήμα κύκλου, αφού το αναγνωστικό ταξίδι ξεκινά με τον Χριστόδουλο στο γέρμα της ζωή του και επιστρέφει στο ίδιο χρονικό σημείο στις τελευταίες σελίδες προσδίδοντας έμφαση στην ιδεολογική ταυτότητα του ήρωα.
Το τελευταίο στοιχείο στο οποίο θα σταθώ είναι οι υπό την επιρροή του Διαφωτισμού διαμορφωμένες απόψεις που συνθέτουν το πολιτικό του όραμα, αλλά στην ουσία και αναγκαίες προϋποθέσεις και της συγκαιρινής πολιτικής οπτικής. Ο Χριστόδουλος επιμένει πως η οργάνωση ενός μελλοντικού κράτους απαιτεί εκπαιδευμένους πολίτες, ενώ το ευρωπαϊκό πολιτικό του όραμα, κατ’ αντιστοιχία με του Ρήγα Βελεστινλή, αναφέρεται σε μια Ομόσπονδη Ευρώπη. Η τοποθέτηση αυτή, θεωρώ, πως είναι ίσως περισσότερο επίκαιρη από ποτέ. Η καλλιέργεια της υγιούς πολιτειότητας ως αναγκαίας δεξιότητας του πολίτη του 21ου αιώνα, ενός πολίτη του κόσμου, πρωτίστως του ευρωπαϊκού αλλά και του ευρύτερου, και οι τριγμοί που γνωρίζει το οικοδόμημα της Ενωμένης Ευρώπης, που μάλλον δεν πέτυχε την αρμονική συνύπαρξη και τον αμοιβαίο σεβασμό αποτελούν εκφάνσεις αλλά και στοχεύσεις του σημερινού πολιτικού γίγνεσθαι. Υπό την οπτική αυτή, το μυθιστόρημα «Βαθύ το σκοτάδι πριν την αυγή» έχει και σύγχρονες πολιτικές σημάνσεις. Οι τελευταίες ενισχύονται και από την πολιτική κατά τη γνώμη μου προοπτική ισότητας των φύλων, που αναφαίνεται στις απόψεις του Διαφωτιστή Παμπλέκη. Πίστευε ότι κάθε γυναίκα που είναι η αρχή της ζωής δικαιούται τον σεβασμό, ότι είναι θείο πλάσμα, που εκπέμπει εσωτερική δύναμη και μπορεί να ανταποκριθεί στα πνευματικά κελεύσματα της εποχής, όπως η Ολέμπ ντε Γκουζ, η διανοούμενη συγγραφέας, η οποία με πάθος μίλησε για τα δικαιώματα των γυναικών ως πολιτών. Απόψεις που επίσης διατηρούν τον επικαιρικό τους χαρακτήρα, αν αναλογιστούμε τις σύγχρονες έμφυλες καταπατήσεις παρά τη νομική κατοχύρωση. Μία γυναίκα θανατώνεται κάθε 10 λεπτά στον πλανήτη, 250 περίπου χρόνια μετά!
_____
[1] Μονκ, Ρ., στο Έκφραση-Έκθεση Β’ Λυκείου, Ενότητα “Αυτοβιογραφικό σημείωμα”, σ. 75-76
[2] Μονκ, Ρ., ό.π.
[3] Shelston, A. 1982. Βιογραφία, μτφρ Ι. Ράλλη &Κ. Χατζηδήμου. Εκδ. Ερμής, σειρά “Η γλώσσα της κριτικής”, Αθήνα, σ. 11-19
[4] Δημαράς Κ. Θ. 1998. Νεοελληνικός Διαφωτισμός, Ερμής, Νεοελληνικά Μελετήματα 2, Αθήνα
[5] Παπουτσά, Κ., 1986. «Ο μύθος του πραγματικού στην αυτοβιογραφία», Διαβάζω, τεύχ. 155, Αφιέρωμα στην Αυτοβιογραφία, σ. 4
[6] Δοξιάδης, Απ., 2003. Η αφήγηση ως γνώση και η περίπτωση της βιογραφίας, Εκ των Υστέρων, 10. Ανασυρόμενο από https://apostolosdoxiadis.com/wp-content/uploads/2013/04/AfigisiOsGnosi.pdf
0 Σχόλια