bus
Ο νεαρός άντρας πλησίασε την κοπέλα που στεκόταν δίπλα απ’ το παράθυρο. Η μέρα κόντευε να τελειώσει και οι ακτίνες του ήλιου έρχονταν λοξά από τη δύση, περνώντας ανάμεσα από τα ψηλά κτίρια, λούζοντας το πρόσωπο της και κάνοντας το να ακτινοβολεί τόσο λαμπρά, που η μουντή γκρίζα ατμόσφαιρα στο εσωτερικό του λεωφορείου φάνταζε ακόμα πιο γκρίζα, όπως το σκοτάδι φαντάζει πιο πηχτό και πιο βαθύ γύρω από το ολόγιομο φεγγάρι.
Το κορμί της έστελνε ένα ηλεκτρικό παλμό καθαρής διέγερσης προς το μέρος του, όπως συνέβαινε πάντα και στο μακρινό παρελθόν όταν τα βλέμματα τους τύχαινε να διασταυρωθούν και να σταθούν το ένα πάνω στο άλλο, δημιουργώντας στο χώρο μια έκρηξη χρωμάτων, σαν μια φαντασμαγορική σύγκρουση φορτισμένων σωματιδίων στης εσχατιές του σύμπαντος, που μόνο οι δυο τους μπορούσαν να δουν.
Όταν τελικά τα βλέμματά τους συναντήθηκαν ξανά έπειτα από τόσα χρόνια, πήρε μια βαθιά ανάσα, και οπλίζοντας τον εαυτό του με θάρρος τη ρώτησε αν τον θυμόταν.
«Είμαι αυτός που σου έγραφε ποιήματα στο λύκειο και, αφού εσύ τα πέταγες περιφρονητικά στο πάτωμα, όταν νόμιζες πως δε σε βλέπω τα έπαιρνες και τα έχωνες βιαστικά στην κωλότσεπη του μπλουτζίν σου» αποκρίθηκε.
Αυτή τον κοίταξε για λίγο εξεταστικά, και έπειτα με μιας τα μάτια της φωτίστηκαν, όμως απέστρεψε το βλέμμα και άρχισε να κοιτά έξω απ’ το παράθυρο.
«Κανένας δε μου έγραφε ποτέ ποιήματα» είπε. «Θα το θυμόμουν. Θα είχα πεθάνει από ευτυχία.»
Αυτός την κοίταξε για μερικές στιγμές και έπειτα άρχισε να απομακρύνεται απογοητευμένος. Έβαλε με την τρίτη προσπάθεια το χέρι στην τσέπη του παντελονιού του, ψάρεψε από μέσα ένα εισιτήριο, και ξεκίνησε να το περνάει αμήχανα ανάμεσα απ’ τα δάχτυλά του καθώς κατευθυνόταν αργά προς τη γαλαρία.
Η κοπέλα, με το που έφυγε από κοντά της, έστρεψε το κεφάλι από το παράθυρο προς το μέρος του και έσπευσε αμέσως να μαζέψει τα κλειδιά και ένα λευκό τσαλακωμένο χαρτί που είχαν πέσει από την τσέπη του την ώρα που προσπαθούσε να βγάλει το εισιτήριο.
Ίσιωσε όσο πιο καλά μπορούσε το ταλαιπωρημένο κομμένο από σημειωματάριο χαρτί και το κοίταξε με μία λάμψη να λούζει το πρόσωπο της, που πρόσδιδε στα μεγάλα της μάτια μια ανατολίτικη όψη.
Επρόκειτο απλά για μια λίστα σούπερ μάρκετ, δυο κιλά πατάτες, μισό κιλό ψωμί, τρία πακέτα μακαρόνια κλπ και αναγνώρισε αμέσως τον βιαστικό και ορνιθοσκαλίστικο σαν φαρμακοποιού γραφικό χαρακτήρα του, με τις μικρές χαριτωμένες ουρίτσες στα σίγμα, τα ρο και τα ήττα, που τόσο πολύ την παίδευε κάθε φορά που διάβαζε τα γράμματα του. Έκλεισε το χαρτί στη φούχτα της και έπειτα φώναξε.
«Νεαρέ, σας έπεσαν τα κλειδιά.» Αυτός γύρισε έκπληκτος προς το μέρος της ψηλαφίζοντας ταυτόχρονα τις τσέπες του και με το που πήρε τα κλειδιά από το προτεταμένο της χέρι αυτή έστριψε απότομα το κορμί της και έφυγε πριν προλάβει καν να την ευχαριστήσει. Πάτησε το κουμπί της στάσης και έπειτα από μερικές στιγμές η πόρτα άνοιξε και κατέβηκε τα δυο τρία σκαλοπάτια που τη χώριζαν απ’ το πεζοδρόμιο.
Καθάρισε με το μανίκι του τζάκετ του την άχλη που είχε απλωθεί επάνω στο τζάμι του παραθύρου και την είδε να στέκει μπροστά από ένα γαντζωμένο σε στύλο, σαν ιγκουάνα πάνω σε κορμό δέντρου στα βάθη του Αμαζονίου, πράσινο κάδο απορριμμάτων, με το τσαλακωμένο κομμάτι χαρτί στο χέρι.
Στάθηκε έτσι σαν άγαλμα για μερικά κλάσματα του δευτερολέπτου και μετά έχωσε το χαρτί στην κωλότσεπη του τζίν παντελονιού της, κούμπωσε το λευκό μοντγκόμερι παλτό της και, αφού έσφιξε το βαμβακερό στα χρώματα της ανθισμένης φτελιάς κασκόλ που αγκάλιαζε το λαιμό της, άρχισε να απομακρύνεται γοργά, δίχως να γυρίσει ποτέ να κοιτάξει το λεωφορείο που είχε αρχίσει να ξεμακραίνει, με προορισμό τους δαιδαλώδης λαβύρινθους του τσιμεντένιου δάσους.

γράφει ο Χρήστος Πανούδης

Ακολουθήστε μας

Οι προσφορές των εφημερίδων για το Σαββατοκύριακο 12 – 13 Ιουλίου 2025

Οι προσφορές των εφημερίδων για το Σαββατοκύριακο 12 – 13 Ιουλίου 2025

Real News https://youtu.be/IaJvsqgpYXkΚαθημερινή Πρώτο Θέμα Το Βήμα της Κυριακής Δώστε μας το email σας και κάθε Παρασκευήθα έχετε στα εισερχόμενά σας τις προσφορές των εφημερίδων (Δεν στέλνουμε ανεπιθύμητη αλληλογραφία ενώ μπορείτε να...

Επείγοντα περιστατικά

Επείγοντα περιστατικά

ΕΙΔΑ ΤΟΝ ΓΕΙΤΟΝΑ ΜΟΥ, τον Χάρη, να μπαίνει φουριόζος στο νοσοκομείο. Άρχισε να ρωτά κάτι, στα πεταχτά, όποιον έβρισκε μπρος του, χωρίς να σταματήσει. Συνέχιζε, τρέχοντας στους διαδρόμους, να κοιτά γύρω του με μάτια πανικόβλητα. Έψαχνε τα επείγοντα περιστατικά....

Εμείς

Εμείς

Μου λείπεις· Η θύμησή σου αβάσταχτο κενό μου καίει τα σωθικά. Κι Εγώ τόσο μικρή μπροστά στον Έρωτά μας στον Έρωτα τον θαρραλέο τον τολμηρό τον φευγαλέο. Κι Εσύ τόσο μικρός μπροστά στο «Εγώ» σου στο «Εγώ» το ανίκητο το πελώριο το αήττητο. Το «Σ ’αγαπώ» από τα χείλη...

Ακολουθήστε μας στο Google News

Διαβάστε κι αυτά

Εμείς

Εμείς

Μου λείπεις· Η θύμησή σου αβάσταχτο κενό μου καίει τα σωθικά. Κι Εγώ τόσο μικρή μπροστά στον Έρωτά μας στον Έρωτα τον θαρραλέο τον τολμηρό τον φευγαλέο. Κι Εσύ τόσο μικρός μπροστά στο «Εγώ» σου στο «Εγώ» το ανίκητο το πελώριο το αήττητο. Το «Σ ’αγαπώ» από τα χείλη...

Ελάσσονα Κλίμακα

Ελάσσονα Κλίμακα

Το σκοτάδι, νομίζω, σου μοιάζει,με φιλά και χορεύω στα βάθη του.Όταν λείπω διαλύει τη σάρκα του,γιατί, λέει, δεν μπορεί να μ ’αλλάξει. Είναι κάτω πεσμένο και κλαίει.Το τυλίγουν σκουριά κι αποτσίγαρα.Μουρμουρίζει λέξεις από σίδερα,και σ ’αλμυρό πάτωμα επιπλέει. Να...

Της μάνας ο αποχαιρετισμός

Της μάνας ο αποχαιρετισμός

Ένα πουλί να προσπαθείνα προσπαθεί μα δεν μπορείαπ’ τής αγκάλες της να βγειτης μάνας της μοναδικής Έχει σχοινιά από σ’ αγαπώαυτή με πείσμα ως το θεόμε ένα αντίο θλιβερόκλάμματα βάνουν και οι δυο Μάνα αν αλήθεια μ’ αγαπάςμην φύγεις τώρα είναι βοριάςΜάνα δεν ξέρω να...

0 σχόλια

0 Σχόλια

Υποβάλετε ένα Σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *