Έγινες πια η Προσευχή μου η Βραδινή… Μικρή αόρατη Θεά…
Βρέχει-Φυσάει και είσαι Συ που
απέναντί μου στέκεις και με Προκαλείς,
με Προσκαλείς να πολεμήσω το Ανίκητο
Να νικήσω το Απύθμενο Βάθος της Άγνοιας.
Μα πώς να σε γνωρίσω Ουρανέ, που δε σε φτάνω
πώς να σε πιάσω Ψάρι του Ωκεανού
που μου γελάς κατάμουτρα με τα μισάνοιχτά σου χείλη
πώς να σε ακολουθήσω Οδηγέ
που είσαι Αγέρας Δροσερός Σφοδρός και Μαγικός και,
που είσαι Γη να σε πατήσω να σταθώ να ξαποστάσω,
καθώς υγραίνεις κάθε ίνα του κορμιού μου
και λειώνω όταν σε ακουμπώ
Αχ! Να ξαπλώσω πλάι σου
Να ανασαίνεις Τα στήθη σου να βλέπω να θυμάμαι
Πόσο μικρή είναι η Ζωή μας και,
Ατελείωτη η Φύση
μας καλεί σε Γέννηση και πάλι.
Ο Έρωτας γυρίζει γύρω-γύρω Εμάς κοιτάζει πονηρά
αναστενάζει προσπερνά και κλαίει
Τον Νόμο του Δημιουργού να παραβεί
δε θέλει δε μπορεί και δεν του πρέπει
Δικός δούλος είναι ο Έρωτας Μικρή
Διέταξέ τον με ένα νεύμα των γλουτών σου
Οδήγησέ τον με το αργό τρεμάμενο μισάνοιγμα των μηρών σου
Χάρισέ τον με το κελαρυστό κελάηδισμα της τρυφερής σου σάρκας
Έλα …Οδαλίσκη πάρε με.
την Ώρα του Οργασμού σου Κράτα με σφιχτά μεσ’ την καρδιά σου
Και δείξε μου τα Αθάνατα τα Ουράνια Μυστικά Τα Ξεχασμένα
Πάρε με εκεί που Αρχέγονη Γυναίκα Ζει (και Βασιλεύει η Ηδονή)
που φτιάχνει Άνδρες και Ήρωες και Εραστές
είσαι η Γυναίκα Ουράνιο Τόξο
Και ποθώ το Βέλος σου να γίνω
Όταν στην Άπειρη Ηδονή τοξεύεις
Και νάμαι η Έκστασή σου
Που σε παίρνει με Σφύριγμα Αγέρα
Και στη Καρδιά Του Άνδρα σε πετάει
Ο Άνδρας που γεννιέται από σένα. Αθάνατος και Λυπημένος είναι.
Γιατί Στη Μήτρα Σου ψάχνει κάθε λεπτό και κάθε μέρα
να βρει τον Θάνατο και τη Ζωή
_
γράφει ο Γιάννης Αναστασίου
0 Σχόλια