Η Βενετία στη Σαχάρα

Δημοσίευση: 6.07.2016

Ετικέτες

Κατηγορία

beach-bar

Όταν έφτασα στο πάρτι του Ηλία και της Τζένης, στη Φιλοθέη, ήταν περασμένες 11. Ο τεράστιος κήπος τους ήταν γεμάτος με κόσμο, η μουσική αρκετά δυνατά και τα φώτα χαμηλωμένα. Δυσκολεύτηκα λίγο να τους βρω και να τους χαιρετίσω. Τους έδωσα και το δεύτερο, με παιδικές ιστορίες, βιβλίο μου, δώρο στην εξάχρονη κόρη τους, διασκεδάζοντας με την ιδέα ότι ο Ηλίας θα το διάβαζε πρώτος. Ύστερα πήρα το δρόμο για το υπαίθριο μπαρ. Στη διαδρομή χαιρετήθηκα με κάποιους γνωστούς. Ευτυχώς όχι πολλούς γιατί ο Ηλίας ήταν κατασκευαστής κοσμημάτων. Όταν έφτασα επιτέλους διψασμένος στο μπαρ, την είδα να κάθεται μόνη, σ’ ένα ψηλό σκαμπό και να καπνίζει έχοντας μπροστά της μια μαργαρίτα. Πήρα το ποτό μου και θρονιάστηκα δίπλα της. Πιάσαμε αμέσως την κουβέντα και για κάνα μισάωρο λέγαμε διάφορα ώσπου δεν άντεξα άλλο…

– Συγγνώμη, αλλά τόση ώρα προσπαθώ να θυμηθώ πού γνωριστήκαμε.

Ξέσπασε σε γέλια!

– Κι εγώ το ίδιο σκεφτόμουν αλλά ντρεπόμουν να ρωτήσω…

Επιχειρήσαμε στα γρήγορα μια ιστορική ανάδρομη. Εγώ γεννήθηκα και μεγάλωσα στην Θεσσαλονίκη ενώ αυτή στην Αθήνα. Μετά το Λύκειο σπούδασε αρχιτεκτονική στη Φλωρεντία ενώ εγώ κιν/φο στο Παρίσι. Στα φοιτητικά μας εγώ ήμουν μέλος στο ΕΚΚΕ κι αυτή στο ΚΚΕΜΛ. Το αρχιτεκτονικό γραφείο της, συνεταιρικό με δυο παλιούς συμφοιτητές της, ήταν στην οδό Ξενοκράτους, δυο πολυκατοικίες πιο πέρα από το σπίτι μου. Έτσι κάθε μέρα συναντιόμασταν τουλάχιστον μια φορά στο περίπτερο ή στο φούρνο ή στο υποκατάστημα της Εθνικής τράπεζας ή σε κάποιο καφέ στην πλατεία Κολωνακίου. Ποτέ δεν μιλήσαμε στο παρελθόν, αλλά τώρα, σ’ ένα ουδέτερο περιβάλλον είχαμε κι οι δυο την έντονη ψευδαίσθηση ότι γνωριζόμαστε.

– Με λένε Νίκο, της συστήθηκα.

– Έρση, μου ανταπάντησε και σφίξαμε τα χέρια.

Περάσαμε όλο το βράδυ μαζί. Φάγαμε, ήπιαμε και χορέψαμε και κατά τις τέσσερις το πρωί την κατέβασα με την μηχανή στην Αθήνα.

 Από τότε βρισκόμασταν αρκετά συχνά. Πότε για σινεμά, πότε για καφέ, ποτό ή και φαγητό ακόμα. Κάνα δυο φορές πήγαμε και στο θέατρο. Η σχέση μας όμως ποτέ δεν πήγε πιο μακριά παρόλο που η Έρση ήταν ιδιαίτερα ελκυστικό κορίτσι και πολύ διαχυτικό. Ε…κι εγώ δεν ήμουν ούτε άσχημος, ούτε ιδιαίτερα φρόνιμος. Βρισκόμασταν και τα λέγαμε με τις ώρες σαν να ήμασταν φιλαράκια από παιδιά. Χωρίζαμε μ’ ένα πεταχτό φιλί στο στόμα και την συνθηματική μας φράση «Εσένα από κάπου σε ξέρω».

 Κάνα χρόνο μετά, ένα απόγευμα του Απρίλη, περασμένες 7, χτύπησε το τηλέφωνο μου στο γραφείο. Ήταν η Έρση. Μου ζήτησε να συναντηθούμε. Ήθελε τη γνώμη μου για κάτι σημαντικό. Συμφωνήσαμε να συναντηθούμε στο Φίλιο, στη Σκουφά. Με το που καθίσαμε μου το ανακοίνωσε.

– Είμαι ερωτευμένη

– Α, τι ερωτάνε σ αυτές τις περιπτώσεις; Με ποιον ή με τι;

– Κοφ΄ την πλάκα… Είναι σοβαρό. Δεν τον ξέρεις. Τον λένε Σταύρο κι είναι από τη Σκιάθο.

– Ωραία η Σκιάθος

– Μου ζήτησε να πάω

– Για το καλοκαίρι φαντάζομαι. Θα περάσεις καλά.

– Όχι μόνο για το καλοκαίρι. Ο Σταύρος έχει ένα μπαρ εκεί. Θέλει να παντρευτούμε και να ζήσουμε εκεί.

– Και θ’ αφήσεις τη δουλειά σου; Το γραφείο σου; Με τι στην ευχή θα ασχολείσαι στη Σκιάθο; Γιατί δεν έρχεται αυτός εδώ, να ζήσετε στην Αθήνα; Το καλοκαίρι στη Σκιάθο και τον χειμώνα στην Αθήνα. Δεν υπάρχει καλύτερο.

– Δεν γίνεται… Το μπαρ το δουλεύει και το χειμώνα.

Εδώ έγινε μια μικρή παύση για να παραγγέλλουμε. Ένα τζιν- τόνικ με δυο σταγόνες φυσικό χυμό λεμόνι εγώ και μια μαργαρίτα η Έρση.

– Έρση κορίτσι μου. Γιατί ένας άντρας δεν αφήνει ποτέ το επάγγελμα του; Γιατί επάγγελμα σημαίνει: οικονομική ανεξαρτησία, κοινωνική καταξίωση, αυτοπεποίθηση, ελευθερία. Αν μια γυναίκα ζητήσει από τον άνδρα της να διαλέξει ανάμεσα σ΄ αυτήν και το επάγγελμα του, 99% θα βγει χαμένη. Αυτός θα διαλέξει το επάγγελμα του.

– Ωραία είναι αυτά τα θεωρητικά αλλά έλπιζα ότι θα μου έλεγες κάτι πιο συγκεκριμένο.

Το γκαρσόνι έφερε τα ποτά. Ρούφηξα την πρώτη γούλια και το τζιν μου φάνηκε πιο ξένο απ’ ό,τι συνήθως.

– Δηλαδή πόσo πιο συγκεκριμένο;

– Ε να….

– Ωραία. Θα σου πω μια ιστορία αν και κατά βάθος δεν εύχομαι να συμβούν τα πράγματα έτσι. Μετακομίζεις στη Σκιάθο. Δεν γίνεται να κάθεσαι όλη μέρα σπίτι. Το πρωί κάνεις διάφορα και το βράδυ πας στο μπαρ του Σταύρου. Τον βλέπεις να χαριεντίζεται με τις διάφορες πιτσιρίκες πελάτισσες θέλω να πω. Είτε το εννοεί είτε όχι αυτή είναι η δουλειά του. Να κρατάει χαρούμενους τους πελάτες του. Τον βλέπεις λοιπόν και φορτώνεις από ζήλια. Ακόμα κι αν δεν του κάνεις σκηνή αυτός θα το αντιλαμβάνεται από το βλέμμα σου, από την έκφραση του προσώπου σου. Δεν θα αισθάνεται και πολύ άνετα να κάνει ότι κάνει μπροστά σου. Έτσι μια μέρα θα σου απαγορεύσει να πατάς το πόδι σου στο μπαρ. Κι εσύ τι θα κάνεις; Δεν θα μπορείς να πηγαίνεις άλλου για ποτό με τις φίλες σου γιατί η Σκιάθος θα βουίξει στο κουτσομπολιό «γιατί το πληρώνει αλλού αντί να το πίνει τζάμπα στο μαγαζί του δικού της;» Έτσι, θα μένεις σπίτι. Πρώτα θ’ αλλάζεις θέση στα έπιπλα και μετά θα πλακωθείς στο φαγητό και στα σοκολατάκια. Θα βάλεις εκατό κιλά και θα πάθουν και τα νεύρα σου. Τότε ο Σταύρος θα σου δείξει την πόρτα. θα σε σουτάρει δηλαδή και θα βρει μια πιο ωραία από σένα, αν μέχρι τότε δεν την έχει κιόλας βρει…

Η Έρση χούφτωσε βίαια το ποτήρι με την μαργαρίτα. Για μια στιγμή νόμισα ότι θα με περιλούσει μ’ αυτήν. Αντίθετα όμως την ήπιε μονορούφι.

– Και νόμιζα ότι είσαι φίλος μου, μου είπε κι έφυγε κλαίγοντας.

Τα επόμενα δυο χρόνια δεν είχαμε καμιά επικοινωνία. Ώσπου μια μέρα, αρχές Ιουνίου, έλαβα ένα τηλεφώνημα από την Έρση. Με ρώτησε αν μπορεί να περάσει από το γραφείο. Μισή ώρα αργότερα, καθισμένοι στο meeting room πίναμε καφέ.

– Χωρίσαμε με τον Σταύρο. Πριν ενάμιση μήνα. Λίγο μετά το Πάσχα. Γύρισα Αθήνα και ψάχνω για δουλειά.

Ήταν αγνώριστη. Διπλάσια σε μέγεθος, με ένα βλέμμα σβησμένο σαν να ‘παιρνε ναρκωτικά. Το χέρι της έτρεμε καθώς έβαζε ζάχαρη στον καφέ της. Ούτε ίχνος από την παλιά ζωντάνια της.

– Με τους παλιούς σου συνεταίρους τι έγινε;

– Πήγα. Μου είπαν ότι δεν υπάρχει πολύ δουλειά αλλά μπορούμε να έχουμε κάποια ελεύθερη συνεργασία στο μέλλον, αν προκύψει κάτι που δεν το προλαβαίνουν στο γραφείο.

Σηκώθηκα κι έκατσα δίπλα της. Την αγκάλιασα.

– Κοίτα Έρση… Κατ΄ αρχήν δεν έχεις ιδέα από κινηματογράφο. Αλλά το θέμα μας δεν είναι αυτό. Νομίζω ότι πριν βρεις δουλειά θα πρέπει να ξεκουραστείς λιγάκι….

– Όταν λες να ξεκουραστώ;

– Νομίζω ότι χρειάζεσαι ψυχολογική υποστήριξη. Άλλωστε σε λίγο έχουμε καλοκαίρι. Θα είναι καλύτερα να το ξαναδούμε από Σεπτέμβριο.

Έβαλε πάλι τα κλάματα.

– Και νόμιζα ότι είσαι φίλος μου, μου είπε για δεύτερη φορά καθώς βροντούσε την πόρτα πίσω της.

Δεν τη σταμάτησα. Δεν ξέρω τι να κάνω όταν κλαίει μια γυναίκα. Είχα επίγνωση ότι τα έκανα σκατά, αλλά δεν ένιωθα καμία ενοχή. Οι ενοχές ήρθαν αργότερα όταν την έψαξα και δεν τη βρήκα. Μετά απ’ αυτό χαθήκαμε για πάντα.

Τον επόμενο μήνα, Ιούλιο, ανέβηκα Θεσσαλονίκη. Μια Τετάρτη που το θερμόμετρο χτυπούσε κόκκινο, με κάτι φιλαράκια, αποφασίσαμε να πάμε για μπάνιο σε ένα beach bar, στην Νέα Ηράκλεια, ονόματι «Σαχάρα». Εκεί γνώρισα μια μικρόσωμη ξανθούλα με πολύ μπρίο και ωραίο χαμόγελο που την έλεγαν «Βενετία».

Υστερόγραφο:

Όταν κάποια στιγμή, λίγους μήνες αργότερα, διηγήθηκα στη Βενετία, την ιστορία της Έρσης, με πολύ σοβαρό ύφος μου δήλωσε: «Δεν φαντάζομαι να πιστεύεις ότι θα μετακομίσω Αθήνα για να είμαι μαζί σου…!!!»

_

γράφει ο Νίκος Γιαννόπουλος

Ακολουθήστε μας

Οι προσφορές των εφημερίδων για το Σαββατοκύριακο 14 – 15 Δεκεμβρίου 2024

Οι προσφορές των εφημερίδων για το Σαββατοκύριακο 14 – 15 Δεκεμβρίου 2024

Real News Καθημερινή Πρώτο Θέμα Το Βήμα της Κυριακής Δώστε μας το email σας και κάθε Παρασκευήθα έχετε στα εισερχόμενά σας τις προσφορές των εφημερίδων (Δεν στέλνουμε ανεπιθύμητη αλληλογραφία ενώ μπορείτε να διαγραφείτε με ένα κλικ και δεν θα...

Επιστροφή στο χωριό

Επιστροφή στο χωριό

Ήθελε πολύ να κλάψει, να ξεσπάσει. Μα όσο κι αν προσπάθησε να βγάλει από μέσα του αυτό που του άδραχνε σφιχτά την καρδιά και του έκοβε την ανάσα, δεν το κατάφερνε. Τα κόκκινα από την αγρύπνια μάτια του παράμεναν στεγνά, σαν τα χωράφια που τα είχε ζεματίσει η αναβροχιά...

Άφιλτρο τσιγάρο

Άφιλτρο τσιγάρο

ΑΦΙΛΤΡΟ ΤΣΙΓΑΡΟ Κοίτα..  Έλεγα και σου έδειχνα την απλωμένη πόλη προς τα κάτω. Βράδυ στο ‘μπαλκόνι’ της Σαλονίκης. Εγώ δεν την έλεγα ποτέ Σαλονίκη!.  Εσύ μου το κόλλησες. Πάντα Θεσσαλονίκη την έλεγα.  Ολόκληρη.  Γιατί της άξιζε και με το παραπάνω. Κούκλα σαν και σένα....

Ακολουθήστε μας στο Google News

Επιμέλεια άρθρου

Διαβάστε κι αυτά

Άφιλτρο τσιγάρο

Άφιλτρο τσιγάρο

ΑΦΙΛΤΡΟ ΤΣΙΓΑΡΟ Κοίτα..  Έλεγα και σου έδειχνα την απλωμένη πόλη προς τα κάτω. Βράδυ στο ‘μπαλκόνι’ της Σαλονίκης. Εγώ δεν την έλεγα ποτέ Σαλονίκη!.  Εσύ μου το κόλλησες. Πάντα Θεσσαλονίκη την έλεγα.  Ολόκληρη.  Γιατί της άξιζε και με το παραπάνω. Κούκλα σαν και σένα....

Αντρικό κούρεμα

Αντρικό κούρεμα

Τα καλοκαίρια γυρίζαμε έξω. Οι μανάδες στο σπίτι οι πατεράδες στη δουλειά εμείς στις αλάνες. Οι αλάνες - δρόμοι, ήταν σαν τις γελοιογραφίες του Mordillo. Αν σου έφευγε η μπάλα στην κατηφόρα, είχες δυο επιλογές. Η μια ν’ αρχίσεις το τρέξιμο ώστε τα δεδομένα του...

Routine

Routine

- γράφει ο Κώστας Θερμογιάννης - Ήταν ίσως η μόνη γυναίκα στον κόσμο που ξέβαφε τα χείλια της! Έμοιαζε με εξώφυλλο ακριβού περιοδικού πολυτελείας που κανείς δεν μπορούσε να (εξ)αγοράσει. Είχε φίλους. Πολλούς και λίγους. Οι πολλοί της φίλοι, σαν τα πουκάμισα τα αδειανά...

2 σχόλια

2 Σχόλια

  1. ΧΡΥΣΟΥΛΑ ΠΛΟΚΑΜΑΚΗ

    Κύριε Ν. Γιαννόπουλε,

    Δροσερή η γραφή σας…!
    Σπιρτόζικη, γεμάτη εναλλαγές η ιστορία σας…
    Την διάβασα δυό φορές μήπως και η Βενετία στο τέλος άλλαζε γνώμη και κατέβαινε στην Αθήνα…(……)

    ΜΠΡΑΒΟ!!!!!!!!!!!!

    Απάντηση
    • NIKOS GIANNOPOULOS

      Ευχαρστω που σου άρεσε….Οσο για την Βενετία,… Θα πρέπει ν αντιμετωπίσει το κλασικό δίλημμα: Εργασία ή σχέση;.. χαχα

      Απάντηση

Υποβολή σχολίου