Ένας θόρυβος ακούγεται στην πόρτα. Σαν τρίξιμο ή μάλλον σαν γρατζούνισμα μοιάζει. Η Αθηνά κρατά το πόμολο κι αφουγκράζεται. Ησυχία. Κοιτά από το ματάκι μα το μόνο που βλέπει είναι η είσοδος του απέναντι διαμερίσματος. Ξεφυσά με ανακούφιση και επιστρέφει στον καναπέ – κάτω από την κουβέρτα. Κάνει κρύο απόψε.
Έχει ήδη σκεπαστεί ως τα αυτιά όταν ο ίδιος θόρυβος ακούγεται ξανά. Αυτή τη φορά δυνατότερος. Τρομάζει στη σκέψη πως ίσως κάποιος διαρρήκτης προσπαθεί να μπει στο σπίτι της. Πετάγεται με ορμή ενώ το τρίξιμο έχει ήδη σταματήσει. Παρόλα αυτά τσεκάρει ξανά από το ματάκι της πόρτας μα δε βλέπει κανέναν.
«Μα τι γίνεται βραδιάτικα;»
Δεν παίρνει απάντηση φυσικά μιας και -όπως κάθε βράδυ- η μόνη παρέα της είναι η τηλεόραση. Το τρίξιμο επιστρέφει. Ακόμη πιο δυνατό.
«Κάποιος μου κάνει πλάκα, δεν μπορεί…»
Χωρίς να πολυσκεφθεί τις όποιες συνέπειες της απότομης κίνησής της ανοίγει με φόρα την πόρτα. Κανείς. Κοιτά δεξιά κι άλλη μια αριστερά μα τίποτα. Ο διάδρομος του ορόφου είναι πιο άδειος κι από το διαμέρισμά της. Κι εκεί που είναι έτοιμη να κλείσει, νιώθει να κινείται κάτι στα πόδια της! Χαμηλώνει το βλέμμα και βλέπει μια γάτα. Μια γάτα σε γκρι ακαθόριστες αποχρώσεις και καταπράσινα μάτια νιαουρίζει και χαϊδεύεται πλέον πάνω στις παντόφλες της.
«Εσύ ήσουν βρε;»
Χαμογελάει και σκύβει να την πιάσει. Είναι τόσο φιλική και χαδιάρα που αφήνεται χωρίς καμιά αντίρρηση στα χέρια της κοπέλας. Το τρίχωμά της είναι τόσο απαλό μα… για στάσου, τι είναι αυτό που κρέμεται από τον λαιμό της; Στο κολάρο υπάρχει δεμένο κάτι που μοιάζει με χαρτί. Το απελευθερώνει από το ζωντανό και το ξεδιπλώνει. «Απόψε έχει παγωνιά. Σου στέλνω τη Λίζα για παρέα. Είναι πολύ λαίμαργη μα και εκλεκτική. Δε τρώει ό,τι της σερβίρουν. Να μου την προσέχεις».
Ξαναρίχνει τη ματιά της ως το τέρμα του διαδρόμου αλλά δε βλέπει κανέναν. Τσεκάρει και στη σκάλα -τα ίδια. Είναι δυνατόν να ήρθε μόνο του το ζωάκι ως εδώ; Κάποιος το έφερε. Ποιος και γιατί αφήνει στην πόρτα της μια γάτα με σημείωμα αυτή τη χειμωνιάτικη βραδιά;
Από τη μισάνοιχτη πόρτα, η γάτα μπαίνει στο σπίτι. Ανεβαίνει και στρογγυλοκάθεται στον καναπέ σαν κυρία. Η κοπέλα τη μιμείται.
«Ώστε σε λένε Λίζα, λοιπόν. Για να δούμε τι μπορώ να κάνω για σένα», λέει και πηγαίνει στα ντουλάπια της κουζίνας για να κεράσει την «καλεσμένη».
Όσο η Λίζα μασουλά, η Αθηνά προσπαθεί να σκεφθεί ποιος είναι ο μυστηριώδης ιδιοκτήτης της. Ο απέναντι έχει γάτα! Μα πώς δεν το σκέφθηκε νωρίτερα; Παρά το ακατάλληλο της ώρας, βγαίνει ξανά στον διάδρομο για να χτυπήσει το κουδούνι του.
«Κάτι που σου ανήκει, βρίσκεται στο σπίτι μου!»
«Τι εννοείς, Αθηνά;»
«Τη Λίζα! Τι άλλο;»
«Ποια Λίζα;»
«Έλα βρε Μάνο! Ομολογώ πως ήταν πολύ καλή η πλάκα σου αλλά σκέφτομαι πως μάλλον το ζωάκι θα θέλει να γυρίσει σπίτι του».
Ο Μάνος συνεχίζει να την κοιτά με απορία. Η Αθηνά τού διηγείται την απρόσμενη άφιξη της γάτας μα ο νεαρός γείτονάς της δεν έχει ιδέα.
«Μα εσύ δεν έχεις γάτα;» τον ρωτά.
«Είχα. Την έχω χάσει εδώ και ένα μήνα».
Η Αθηνά μένει πάλι μόνη της. Ή μάλλον όχι ακριβώς μόνη -απόψε έχει και παρέα. Κι αυτή η παρέα δεν την αποχωρίζεται λεπτό παρά αποκοιμιέται στα πόδια της.
Το επόμενο πρωί, η κοπέλα -αφού τάισε τη γατούλα- ανοίγει το παράθυρο για να μπει φρέσκος αέρας στο σπίτι. Η Λίζα βρίσκει την ευκαιρία να το σκάσει όταν η Αθηνά έχει την προσοχή της στραμμένη αλλού. Παρά τον έλεγχο που κάνει από τη βεράντα, η γάτα δε φαίνεται πουθενά. Αποφασίζει να την ψάξει μα δε χρειάζεται να προσπαθήσει πολύ. Μόλις ανοίγει την πόρτα για να κατεβεί στον δρόμο, βλέπει ξανά μπροστά της τη γατούλα. Αυτή τη φορά όμως γρατζουνά την πόρτα του Μάνου!
Προσποιείται πως δεν την πρόσεξε και μπαίνει πάλι στο σπίτι της για να παρακολουθήσει από το ματάκι. Ο Μάνος ανοίγει λέγοντας «καλώς το κορίτσι» και περιμαζεύει τη Λίζα. Τον άτιμο!
Φτάνει στη δουλειά μα δεν μπορεί να συγκεντρωθεί σε τίποτα. Προσπαθεί να καταλάβει πού αποσκοπεί ο Μάνος με αυτές τις κινήσεις του.
«Είσαι καλά;» τη ρωτά ο Αντώνης, ένας συνάδελφος.
«Ναι… Συγγνώμη, τι έλεγες;»
«Έλεγα λοιπόν, πως απόψε γίνεται το πάρτι της εταιρίας. Θα έρθεις, έτσι;»
Απαντά θετικά. Μα το ίδιο βράδυ η μαλλιαρή επισκέπτρια «χτυπά» ξανά την πόρτα της με τον γνωστό της τρόπο. Στον λαιμό της υπάρχει πάλι ένα τυλιγμένο σημείωμα. «Η Λίζα τα πέρασε υπέροχα μαζί σου. Έτσι σκέφτηκα να σου τη στείλω κι απόψε. Μην ανησυχείς, είναι χορτάτη. Πήγαινε στο πάρτι και μόλις επιστρέψεις θα περάσω να την πάρω. Να περάσεις όμορφα».
«Μα τι θέλει επιτέλους ο Μάνος; Κι αφού ξέρει πως θα φύγω γιατί με παροτρύνει να την αφήσω εδώ μόνη της; Μήπως θέλει να φέρει καμιά κοπέλα που είναι αλλεργική στις γάτες;» αναρωτιέται.
Όσο ετοιμάζεται, η Λίζα κάθεται στα πίσω της πόδια και παρακολουθεί τις κινήσεις της. Πότε μπλέκεται στα πόδια της και πότε γουργουρίζει με ευχαρίστηση όταν η Αθηνά τής χαρίζει χάδια.
Το φετινό πάρτι της εταιρίας είναι διαφορετικό. Για κάποιο περίεργο λόγο, όλοι φαίνονται πιο συμπαθητικοί. Ο Αντώνης τής διηγείται μερικά ξεκαρδιστικά ανέκδοτα και σε συνδυασμό με τα διακριτικά κομπλιμέντα που της χαρίζει φτάνουν για να την κάνουν να νιώσει όμορφα. Λίγα ποτήρια κρασί παραπάνω γίνονται αιτία για να προσφερθεί να την πάει σπίτι της.
Μόλις φθάνουν στην είσοδο του διαμερίσματος, η Αθηνά ξεκλειδώνει την πόρτα. Πριν προλάβει να τον ευχαριστήσει, ξεπροβάλει η Λίζα, η οποία τρέχει να τριφτεί στα πόδια του Αντώνη.
Παράλληλα η απέναντι πόρτα ανοίγει και ο Μάνος τους χαιρετά με χαμόγελο.
«Μάνο, ώρα να πάρεις τη γάτα σου. Αν και τώρα που το ξανασκέφτομαι, άφησέ την κι απόψε. Μου είναι ιδιαίτερα συμπαθής».
«Αθηνά μου, σου το είπα, δεν είναι δική μου η γάτα».
«Ε τότε ποιανού είναι;»
«Δική μου!» απαντά ο Αντώνης.
Η κοπέλα γουρλώνει τα μάτια της.
«Μα…»
«Εγώ ζήτησα από τον Μάνο να την αφήσει δυο φορές στην πόρτα σου.
Χαίρομαι πολύ που τα πάτε τόσο καλά».
Ο Μάνος ξεροβήχει και αποσύρεται διακριτικά.
«Και γιατί…;»
«Όλα θα τα πούμε. Πήγαινε να ξεκουραστείς, χρειάζεσαι ύπνο».
Ο Αντώνης παίρνει τη Λίζα στα χέρια του και κάνει να φύγει.
«Θα τη δω κι αύριο;» τον ρωτά.
«Θέλεις πολύ;»
«Ναι, αλλά αυτή τη φορά χωρίς μήνυμα. Προτιμώ να το ακούσω από σένα».
_
γράφει η Έλενα Σαλιγκάρα
Μία μίνι-ιστορία μυστηρίου όπου το μυστήριο της υπόθεσης είναι κάτι απλό και παιχνιδιάρικο που δημιουργεί μία κωμική αντίφαση. Το διαπνέει ένα ανάλαφρο πνεύμα και μία χαρούμενη διάθεση που το κάνει απολαυστικό!
Ευχαριστώ πολύ Άγγελε! Χαίρομαι που σε παρέσυρε σε τέτοια διάθεση… Είναι υπέροχη αίσθηση να “ακούω” τέτοια λόγια 🙂
Ωραίο, νεανικό, θα μπορούσε άνετα να ήταν αυτοτελές επεισόδιο. Τα λόγια γίνονται αμέσως εικόνες. Μπράβο..
Ευχαριστώ πολύ Στέλλα μου! Μου αρέσει που έφτιαξες εικόνες! 🙂
Πολύ τρυφερή η ιστορία σου Έλενα…Μου άρεσε πολύ μπράβο σου!
Σοφία μου, σε ευχαριστώ πολύ! Καλό σου βράδυ
Δεν έχουμε μόνο το ίδιο όνομα μα καθώς φαίνεται έχουμε και την ίδια πάνω κάτω έμπνευση στις ιστορίες μας.Τι εννοώ;;; Θα δεις σε λίγες μέρες που θα ανεβάσει το vivlio.net διήγημά μου Πλάκα έχει Μέχρι ενός σημείου είπα να δεις που θα είναι ή ίδια υπόθεση γεννημένη σε διαφορετικά μυαλά”.Χειμωνιάτικο ξημέρωμα”
λέγεται με ηρωιδα μια αόρατη γάτα και τις ίδιες κινήσεις κάναμε τόσο εσύ όσο κι’ εγώ!!!!Και να πεις ότι μου αρέσουν τα γατιά ιδιαίτερα; Δεν θα τό έλεγα.Στο σημείο αυτό διαφέρουμε μάλλον ριζικά…
Απίστευτο Λένα μου! Αναμένω να διαβάσω και το δικό σου διήγημα. Για να δούμε… 🙂
Τη λάτρεψα την ιστορία σου Έλενα όπως λατρεύω και τα υπέροχα αυτά πλάσματα τις γάτες 🙂 Παιχνιδιάρικη γεμάτη τρυφερότητα και αγάπη.Εύγε!!!!
Ευχαριστώ πολύ Άννα μου! Είναι όντως υπέροχα αυτά τα σκανταλιάρικα πλάσματα! 🙂
Γλυκιά και τρυφερή ιστορία…παιχνιδιάρικη!
Ευχαριστώ πολύ Μάχη μου! Υπέροχη συνέχεια σου εύχομαι!
Πολύ μου άρεσε η ιστορία σου Έλενα. Ίσως γιατί λατρεύω τις γάτες, ίσως γιατί μια γάτα εμφανίστηκε ένα βράδυ στην πόρτα μου και γρατζουνούσε και από τότε είναι κοντά μου. Τρυφερή η ιστορία σου.
Σε ευχαριστώ πολύ, Χριστίνα! Τρυφερή και η δική σου κίνηση να κρατήσεις τη γάτα! Καλό σου βράδυ
Tρυφερή η ιστορία σου Έλενα, μου άρεσε πολύ!
Ευχαριστώ πολύ Κατερίνα μου! Καλή σου μέρα
Πολύ ωραία και καλογραμμένη η ιστορία σου Έλενα, μπράβο σου. 🙂
Ευχαριστώ πολύ Κατερίνα μου!!