Τι κοινό έχουν ένας Ιρλανδός, μια Τουρκάλα, μια πάμπλουτη αυστηρή διευθύντρια, μια Πολωνή, ένας Ιταλός κι ένας Παλαιστίνιος; Τι προετοιμάζεται στο άψυχο γυάλινο κτήριο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στις Βρυξέλλες; Ποιος θέλει να παγιδέψει έναν Λιθουανό πολιτικό και γιατί; Τι θα συμβεί στον συρμό του μετρό μια μουντή μέρα σαν όλες τις άλλες; Ποιος δολοφόνησε έναν παράλυτο τύραννο; Πόσο εύκολα μπορεί η μοίρα να ενώσει τις τύχες διαφορετικών ανθρώπων απ’ όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης και να τους μπλέξει σ’ ένα απίστευτο γαϊτανάκι συμπτώσεων;
Ο κύριος Δημήτρης Πολίτης γράφει ένα ευρηματικό κοινωνικό μυθιστόρημα, γεμάτο ζωές ανθρώπων που όλοι μας συναντάμε καθ’ οδόν για τη δουλειά μας. Μια καθημερινή ρουτίνα μάς φέρνει αντιμέτωπους με χιλιάδες πρόσωπα, που ίσως κάποιους απ’ αυτούς τους ξανασυναντήσουμε αργότερα σε κάποια φάση της ζωής μας. Οι χαρακτήρες είναι καλοδουλεμένοι και συγκροτούν ένα πάνθεον ηρώων με ποικίλες κουλτούρες, αντιλήψεις, προσδοκίες, προσωπικότητες, με διαφορετικά ερεθίσματα και αντιδράσεις σε γεγονότα που έρχονται αναπάντεχα να τα βιώσουν. Η αφήγηση δεν είναι μονοδιάστατη, μιας και η ιστορία ξεκινάει με το πρωινό δρομολόγιο του Κηθ Μακφάρλαντ προς τη δουλειά του αλλά στην πορεία επιστρέφουμε στην Ιρλανδία για να δούμε τις σημαντικότερες στιγμές της ζωής του. Με τον ίδιο τρόπο συστήνονται και οι υπόλοιποι, με περιορισμένες και απολύτως απαραίτητες αναδρομές στο παρελθόν τους την ίδια ώρα που διαδραματίζονται κρίσιμα γεγονότα στο παρόν τους.
Εκτός από αυτό όμως, έχουμε σε δύο τουλάχιστον περιπτώσεις και ανάκληση γεγονότων, μιας και στην πορεία της ανάγνωσης η πλοκή προχωράει ως συνέπεια κάποιων περιστατικών που όμως περιγράφονται αργότερα μες στην αφήγηση. Δεν είναι τόσο δύσκολο ή απωθητικό όσο ακούγεται, απλώς ο συγγραφέας πειραματίζεται με ποικίλες μορφές αφήγησης, προσκαλώντας τον αναγνώστη σε διαφορετικά χρονικά επίπεδα και χωρίς να τον αφήνει να κουραστεί ούτε λεπτό. Επιπρόσθετα σε αυτό έχουμε και το διαρκές ερώτημα: «γιατί εκτός από τον Κιθ και το εργασιακό του περιβάλλον μας απασχολούν άνθρωποι που βιώνουν καταστάσεις τόσο μακριά από τις Βρυξέλλες»; Συνιστώ στον αναγνώστη λοιπόν υπομονή, γιατί το κάθε τι έχει τη δική του κατάλληλη θέση μα πάνω απ’ όλα το ανατρεπτικό τέλος θα τον αφήσει άφωνο και γεμάτο ένταση, επομένως «Η επόμενη στάση» πρέπει να διαβαστεί χωρίς ανυπομονησίες και βιαστικό ξεφύλλισμα.
Ο Κηθ Μακφάρλαντ από την Ιρλανδία εργάζεται στις Βρυξέλλες, στο Τμήμα Αγροτικών Επιδοτήσεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ως προϊστάμενος λογιστηρίου, και μια μέρα βρίσκει ένα υπηρεσιακό σημείωμα αρχειοθετημένο στο κοινό ηλεκτρονικό αρχείο που προερχόταν από το προσωπικό γραφείο του Λιθουανού Επιτρόπου και μεροληπτούσε σε μια διαδικασία υποβολής προσφορών για ένα σημαντικό project. Η Φεριντέ Οκέμ, μητέρα ενός βρέφους και χήρα, ζει στην Άγκυρα και μαθαίνει πως έχει επιθετικό καρκίνο. Η Κάσια Οφιανέφσκα, που ζει στο Κατοβίτσε της Πολωνίας, γνωρίζει τον γοητευτικό Αμερικανό Ντέιβιντ Καντίνσκι σ’ ένα σεμινάριο στην Κρακοβία όπου την έστειλε το Υπουργείο Οικονομικών της Πολωνίας στο οποίο εργάζεται. Η Σεβερίν Ντ’ Υντεκέμ-Μορέ, με σοβαρά ψυχικά τραύματα από την παιδική της ηλικία, μιας και μεγάλωσε μ’ έναν αυταρχικό και τυραννικό πατέρα, είναι η διευθύντρια του Κηθ, σε μια από τις πιο σημαντικές Γενικές Διευθύνσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, στην οποία αναρριχήθηκε πατώντας επί πτωμάτων. Ο Τζοβάνι ντελ Κολόμπο από την κεντρική Ιταλία εργάζεται ως διερμηνέας στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή των Βρυξελλών και αποφασίζει να εκδικηθεί τον παντρεμένο σύντροφό του όταν του ανακοινώνει τον χωρισμό τους. Μια σφαγή αμάχων Παλαιστινίων είναι η αφετηρία ενός αναπάντεχου ταξιδιού.
Υπέροχο πάνθεον ηρώων, διαλεχτές και καλογραμμένες ιστορίες, που με γέμισαν σκέψεις και αισθήματα, αληθοφανέστατα παιχνίδια της μοίρας και οι ζωές όλων αυτών να συνενώνονται χωρίς υπερβολές και παρατραβηγμένες καταστάσεις. Τα περιστατικά που βιώνουν όλοι τους πριν έρθουμε στο παρόν των Βρυξελλών, εκτός από τη δυναμικότητα στην αφήγηση, είναι καλογραμμένα μικρά ψυχογραφήματα, γεμάτα ανθρωπιά, ρεαλισμό και παραστατικούς διαλόγους. Μου άρεσαν αυτά που επέλεξε ο συγγραφέας και φυσικά ο τρόπος μέσω των οποίων έπλασε αυτούς τους δυνατούς και υπέροχους πρωταγωνιστές, που με ταξίδεψαν από στάση σε στάση: απώλειες αγαπημένων προσώπων, κίνδυνοι από ψυχολογική βία, μάχη ενάντια στον άτρωτο σχεδόν καρκίνο, άνανδρες δολοφονίες Παλαιστίνιων οικογενειών από Ισραηλινούς και πολλά άλλα αναμετρώνται σε ένταση και δύναμη με τις εξελίξεις του σήμερα, όπου ο κάθε χαρακτήρας έρχεται σε μια κρίσιμη καμπή της ζωής του και πρέπει να κάνει ένα βήμα παρακάτω. Ο συγγραφέας φωτίζει με εξίσου παραστατικό τρόπο ένα σημαντικό γεγονός από τη ζωή του κάθε προσώπου που θα του δώσει το ψυχικό σθένος και θα τον κάνει να συγκροτήσει την ταυτότητα με την οποία κινείται πλέον στο μυθιστόρημα: πείσμα, δύναμη, αντοχή, πάθος είναι γνωρίσματα που σφυρηλάτησαν τις ζωές των πρωταγωνιστών. Δεν είναι τυχαίο μάλιστα που όλοι τους έχουν ξεφύγει από τον θάνατο ή έχουν βιώσει το βάρος της οριστικής απώλειας.
Μου φάνηκε ιδιαίτερο το γεγονός πως κάθε κεφάλαιο έχει τον τίτλο συγκεκριμένης στάσης από τη γραμμή 1 του μετρό των Βρυξελλών, υπό την οποία ξεδιπλώνονται οι περιπέτειες κάθε χαρακτήρα. Επίσης, χωρίς πολλά καλολογικά στοιχεία, ο συγγραφέας καταφέρνει να περιγράψει την ατμόσφαιρα και το κλίμα των Βρυξελλών πολύ παραστατικά, κάνοντάς με να νιώθω πως είμαι κι εγώ εκεί, σε αυτήν την «υγρή και μουντή» πόλη, πως ξυπνάω με ομίχλη «τα σκούρα πρωινά» και περπατάω σε πεζοδρόμια «με νοτισμένες πλάκες», πως κατεβαίνω στο μετρό ή μπαίνω στα γυάλινα κτήρια της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Κλείνοντας, εύχομαι να μπορούσα να γράψω όλα όσα μου γέννησε το τέλος του βιβλίου αλλά φυσικά αυτό δεν είναι εφικτό. Μου έδωσε να καταλάβω πως ο συγγραφέας δεν ήθελε να ρίξει το βάρος στη φυσική νομοτέλεια ενός μυθιστορήματος, με αρχή, μέση και τέλος (με την έννοια της ολοκλήρωσης) αλλά, βαθιά συγκινημένος από ανώνυμες απώλειες και με δέος απέναντι στο δευτερόλεπτο εκείνο που θα σου αλλάξει τη ζωή για πάντα, προτίμησε να γράψει ένα κείμενο γεμάτο ένταση, πάθος, πρόσωπα, εξελίξεις και γεγονότα ώστε να κρατήσει τον αναγνώστη σε αγωνία και ξαφνικά να του δείξει πως δεν εξαρτώνται όλα από μας τελικά. Στο τελευταίο κεφάλαιο λοιπόν ολοκληρώνεται με πρωτότυπο τρόπο η ιστορία που με ταξίδεψε στην πρωτεύουσα του Βελγίου και μου γνώρισε ανθρώπους που θα ήθελα να είχα συναντήσει από κοντά για να συγχαρώ, υποστηρίξω, αγκαλιάσω ή καταχερίσω. Και δεν είναι μόνο το φινάλε αλλά και το γεγονός πως εκεί στο τέλος μπαίνουν και τα τελευταία κομμάτια του παζλ, αφήνοντάς με άφωνο με τη συγγραφική δεινότητα του κυρίου Πολίτη και τον τρόπο που άλλαξε την οπτική γωνία με την οποία με καλωσόρισε στο πρώτο κεφάλαιο του μυθιστορήματος. Παρ’ όλ’ αυτά, ένας χαρακτήρας που εμφανίζεται πολύ αργότερα από τους άλλους, αν είχε βγει νωρίτερα και έκοβε τις εξελίξεις της δικής του ζωής σε σελίδες τοποθετημένες ανάμεσα στα υπόλοιπα κεφάλαια θα απογείωνε την ένταση, την αγωνία και το σασπένς σε δυσθεώρητα ύψη.
Δυστυχώς, το βιβλίο δεν έχει την επιμέλεια που θα του άξιζε, μιας και βρίθει τυπογραφικών λαθών ενώ βρήκα πάρα πολλές αβλεψίες όπως: «την έπιασε απροειδοποίητη» αντί «απροετοίμαστη» (σελ. 148) ή «Τα λεφτά θα σας εμβαστούν» (σελ. 279) και περιττές εκφραστικές επαναλήψεις: «να την ξανασφίξει δυνατά και πάλι» (σελ. 123), «να σταθεί σταθερός» (σελ. 136), «…λεπτά χείλη, μόνιμα σφιγμένα που προσπαθούσαν να καμουφλάρουν μόνιμα τη στριμάδα τους αυτή…» (σελ. 191) κ. ά. Αυτά όμως δε στάθηκαν ικανά ν’ αποσοβήσουν τα θετικά συναισθήματα που μου δημιουργήθηκαν κατά την ανάγνωσή του.
«Η επόμενη στάση» είναι ένα συναρπαστικό και διεισδυτικό μυθιστόρημα που μεταμορφώνει τον τρόπο με τον οποίο ταξιδεύει κανείς με το μετρό και μου σύστησε, μέσω μιας άρτιας συγγραφικής δουλειάς, χαρακτήρες αληθινούς, πολύπλοκους, με σάρκα και οστά, που με καλωσόρισαν στις ζωές τους και την καθημερινή τους ρουτίνα αλλά και στα κρυμμένα τους μυστικά (κέντημα η σκηνή της δολοφονίας του κατάκοιτου με ενέσεις ινσουλίνης). Ένταση στην αφήγηση, απροσδόκητες εξελίξεις κι ένα από τα καλύτερα αμφίσημα φινάλε βιβλίου που θα προβληματίσει αρκετούς αναγνώστες είναι μερικά από τα θετικά χαρακτηριστικά του μυθιστορήματος.
0 Σχόλια