Η ζωή μου σε ένα άλμπουμ

Το κουδούνι χτύπησε και πήγα αργά να ανοίξω. Ήξερα ποιος θα ήταν. Ο Βαγγέλης ερχόταν κάθε πρωί και πίναμε μαζί καφέ. Συνταξιούχοι βλέπεις και οι δύο. Ήταν το καθημερινό μου ραντεβού. Χρόνια φίλοι, συμμαθητές στο ίδιο σχολείο, Δημοτικό , Γυμνάσιο. Και έπειτα και οι δύο βγήκαμε στη βιοπάλη. Εκείνος άνοιξε ένα μπακάλικο, εγώ δούλεψα στο φούρνο του πατέρα μου.

Δε χαθήκαμε ποτέ. Παντρευτήκαμε, κάναμε παιδιά, εκείνος χώρισε και δεν ξαναπαντρέυτηκε, εγώ χήρεψα. Τα παιδιά μεγάλωσαν και έκαναν δικές τους οικογένειες. Τώρα μένει κι εκείνος μόνος, όπως μόνος μένω κι εγώ.

Έτσι το θέλαμε! Άλλο πράγμα βρε παιδί μου η ανεξαρτησία. Να είναι κάποιος αυτεξούσιος και να κάνει ότι θέλει!

Μπήκε μέσα και κάθισε με τον συνηθισμένο του κεφάτο τρόπο. Με την καλημέρα,… μου λέει: ”Δεν μπορώ ρε Θανάση αν δεν πάρω τα χάπια μου το πρωί παρέα με σένα. Νομίζω ότι δεν επιδρούν στον οργανισμό μου”.

Γελάσαμε και οι δύο. Δεν απολαμβάναμε και πολλά πράγματα πλέον. Κανένα φαγάκι, ένα ποτηράκι κρασί που και που, ένα ταβλάκι και καλή παρέα.

Ακούμπησα στο τραπέζι τους καφέδες και λίγα κουλουράκια.

”Τι θάλεγες σήμερα βρε Βαγγέλη να μη παίξουμε το καθημερινό μας ταβλάκι;”

”Αν έχεις μια καλύτερη πρόταση, είμαι έτοιμος να την ακούσω”.

Ακούμπησα ένα κουτί πάνω στο τραπέζι. Τα μάτια του φίλου μου γέμισαν περιέργεια.

Άνοιξα το κουτί, λέγοντας: ”Καθάριζα ένα ντουλάπι και ανακάλυψα αυτό. Είναι γεμάτο φωτογραφίες”.

Το άδειασα στο τραπέζι και λες και γέμισε η ατμόσφαιρα εικόνες και φωνές και παρουσίες αλλοτινών εποχών και ξεχασμένων. Δεκάδες φωτογραφίες απλώνονταν μπροστά μας, κι εμείς αρχίσαμε να τις πιάνουμε μία-μία να τις κοιτάμε και να τις χωρίζουμε σε ντάνες.

Διάλεξα μία, που ήμουν με τη συγχωρεμένη τη γυναίκα μου στο γάμο μας. Υπήρχαν και κάποιες με τις κόρες μου μωρά. Βρήκα και μια που ήμουν στο στρατό. Καμάρωνα στητός. Ένα παληκαράκι με στολή, και το δίκοχο. Άλλο κεφάλαιο σημαντικό για εμάς τους άντρες. Ο στρατός!

”Θυμάσαι Βαγγέλη, πόσα καψόνια μας έκαναν σε μας τους καινούργιους; Αμούστακα παιδιά ακόμα, και βάζαμε τη στολή για τρία χρόνια. Υπηρετούσαμε σε απομακρυσμένες περιοχές της πατρίδας και σπάνια μπορούσαμε να επισκεφθούμε το σπίτι μας στις άδειες. Τώρα εννέα μήνες και πάλι βουνό τους φαίνεται!”

”Και κάνουν και τα πάντα για να υπηρετήσουν δίπλα στο σπίτι τους!”… λέει γελώντας ο Βαγγέλης.

Κούνησα το κεφάλι και αναστέναξα. Και για λίγο χαθήκαμε στις μέρες εκείνες που η μόνη μας χαρά, ήταν τα χύμα τσιγάρα που μας έστελνε κάποιος δικός μας, και στις μελιτζάνες μπλουμ, που από τη πείνα, μας φαίνονταν αμβροσία.

”Να κοίτα… εδώ είμαστε σε ένα ταβερνάκι που γνώρισα τη συγχωρεμένη τη γυναίκα μου. Να!… τη βλέπεις αυτή τη ξανθιά που κάθεται απέναντι μου; Αυτή με ήθελε και το έδειχνε ξεκάθαρα, αλλά εμένα μου άρεσε καλύτερα η Όλγα, που είχε χαμηλωμένα τα μάτια και σκεφτόμουν πόσο γλυκιά ήταν αυτή ακριβώς η ντροπαλοσύνη της. Μετά έμαθα ότι τα μάτια τα είχε χαμηλωμένα για να μη δείξει τα νεύρα που την είχαν πιάσει με τη ξανθιά που μου έκανε τα γλυκά μάτια τόσο ξεδιάντροπα”… και έσκασα στα γέλια.

”Κοίτα κατακτήσεις ο Θανάσης!!… Σκοτώνονταν οι γυναίκες για πάρτη σου, δηλαδή!!!”

Γελάσαμε ακόμα πιο πολύ με αυτά του τα λόγια.

Γρήγορα είχαμε φτιάξει ένα άλμπουμ με φωτογραφίες των γονιών μου και δικές μου, από την νεανική μου ηλικία. Φτιάξαμε και ένα δεύτερο, γεμάτο με φωτογραφίες από στιγμιότυπα της έγγαμης ζωής μου.

Στο τρίτο βάλαμε φωτογραφίες της νεότερης γενιάς. Παιδιά και εγγόνια.

Πέρασε γρήγορα η ώρα και ο Βαγγέλης σηκώθηκε να φύγει. Παρότι του είπα να καθίσει να φάμε μαζί, εκείνος αρνήθηκε. Θα τα λέγαμε το επόμενο πρωί, συμφωνήσαμε. Καφεδάκι πάλι, και τα πρωινά χαπάκια, ανάμεσα στις κλασσικές μας ζαριές.

Μεσημέριασε πια, και αισθάνθηκα λίγο πεινασμένος. Έβαλα να ζεστάνω το φαγητό που είχα φτιάξει από χθες. Κοτοπουλάκι και σουπίτσα… ιδανικό μενού για τα άτομα της τρίτης ηλικίας, σκέφτηκα με μια κοροϊδευτική διάθεση.

Ωστόσο ένοιωθα μια μελαγχολία μέσα μου, και δεν έφαγα τελικά. Όλες αυτές οι εικόνες, από τα περασμένα χρόνια που είχα ζήσει, τόνισαν το κενό μέσα μου, που τον τελευταίο χρόνο το έσπρωχνα στην άκρη του μυαλού, επιμένοντας να το αγνοώ σκόπιμα. Και κοίτα τώρα που μερικές φωτογραφίες ήρθαν να το κάνουν να υψώσει το ανάστημά του.

Πήρα πάλι στα χέρια μου το άλμπουμ με τις εικόνες της οικογενειακής μου ζωής. Αυτό με συγκίνησε περισσότερο. Εγώ και η γυναίκα μου σε στιγμές χαράς και τρυφερότητας. Φωτογραφίες που έδειχναν τα βλαστάρια μου σε όλες τις φάσεις της ζωής τους. Μία που ήταν ντυμένες μασκαράδες. Νεράιδα η μία,… πριγκίπισσα η άλλη. Και κάποια άλλη, που κρατούσαν μια σάκα μεγαλύτερη από το μπόι τους. Και φορούσαν τη μπλε ποδιά, με το άσπρο γιακαδάκι, και τα ματάκια τους όλο απορία κοιτούσαν το φακό, κι αναρωτιόντουσαν για τον κόσμο που με δειλά βήματα άρχιζαν να γνωρίζουν.

Όλη μου τη ζωή αυτή η γυναίκα και αυτά τα παιδιά ήταν ο σκοπός και η έγνοια μου. Με όλα τα σκαμπανεβάσματα και τις χαρές που έχει ο γάμος και η οικογένεια. Και τώρα η γυναίκα μου βιάστηκε να φύγει, κι εγώ έμεινα μόνος. Τα παιδιά μεγάλωσαν και έκαναν δική τους οικογένεια. Έκαναν δικά τους παιδιά και παλεύουν τη ζωή. Ανεξαρτησία…σκέφτηκα! Ποιον κοροϊδεύω;… Θάθελα να γύριζε ο χρόνος πίσω. Αν μπορούσα να γυρίσω τη κλεψύδρα και να βάλω τους κόκκους της άμμου πίσω, αναρωτιέμαι αν θα έκανα κάτι διαφορετικό. Σκέφτομαι όμως ότι όχι! Δεν θα άλλαζα καμία στιγμή από αυτές που έζησα. Καλές και άσχημες. Όλες ήταν πολύτιμες. Μόνο που τα παιδιά μου μού λείπουν. Πόσο θα ήθελα να τα δω.

Όλη την ώρα το χέρι μου, χάιδευε μηχανικά τα άλμπουμ. Με τρυφερότητα κιόλας, θα μπορούσες να πεις, άγγιζα τις φωτογραφίες. Ήταν η ζωή μου εκεί μέσα! Τα γέλια μου, τα κλάματά μου, οι αγωνίες μου, οι αγώνες μου. Ήταν οι άνθρωποι μου, κομμάτια της ψυχής μου που τα έζησα, και τώρα μένουν οι μνήμες τους ζωντανές στην καρδιά και στο μυαλό μου.

Ξαφνικά άκουσα αυτοκίνητο να σταματά, και φασαρία και χαρούμενες φωνές και βήματα στο κεφαλόσκαλο. Έτρεξα στη πόρτα και την άνοιξα. Είδα τις κόρες μου να έρχονται γελαστές και φορτωμένες πράγματα, φωνάζοντας από μακριά.

”Γεια σου μπαμπά μου! Μας έλειψες και ήρθαμε να σε δούμε”. Πήραν τα λόγια που ήμουν έτοιμος να τους πω, από το στόμα μου.

Το χαμόγελο μου νόμιζα ότι θα μου άφηνε μόνιμο σημάδι. Άνοιξα την αγκαλιά μου για τα εγγόνια μου κι έπειτα για τις κόρες μου.

Και τότε είπα μέσα μου έντονα. Όχι κλάψες γέρο μου, ο σκοπός του ανθρώπου είναι τα παιδιά του. Η επόμενη γενιά, η συνέχειά του. Σε όλη σου τη ζωή δούλεψες, αγωνίστηκες, κουράστηκες, και τώρα μπορείς να ξαποστάσεις και να απολαύσεις τη ζεστασιά των αγαπημένων σου.

Αγκάλιασα με χαρά τους σκοπούς της ζωής μου, και έκλεισα μαλακά πίσω μας την πόρτα.

 

_

γράφει η Μαίρη Μοσχονά

Ακολουθήστε μας

Οι προσφορές των εφημερίδων για το Σαββατοκύριακο 26 – 27 Απριλίου 2025

Οι προσφορές των εφημερίδων για το Σαββατοκύριακο 26 – 27 Απριλίου 2025

Real News Καθημερινή Πρώτο Θέμα Το Βήμα της Κυριακής Δώστε μας το email σας και κάθε Παρασκευήθα έχετε στα εισερχόμενά σας τις προσφορές των εφημερίδων (Δεν στέλνουμε ανεπιθύμητη αλληλογραφία ενώ μπορείτε να διαγραφείτε με ένα κλικ και δεν θα...

Φωτιά

Φωτιά

Μη με κρατάς! Θέλω να πάω κοντά. Τυφλώνομαι απ’ την ομορφιά της. Πρέπει να την αγγίξω κι ας γίνω ανάμνηση στη δίνη της. Είναι η σωτηρία μου. Η αρχή και το τέλος των πάντων.Καρδιά από πέτρα, χέρια και πόδια φτιαγμένα από χαλάζι. Τί να σου κάνουνε κι αυτά;...

Φωτιά

Έως το τίποτα

Σκιάχτρα μορφές Έρχονται και ταράζουν τα όνειρά μου Η διέξοδος μέσα μου Ομίχλη απέραντη   Ταξίδια ανείπωτα Ανατριχιάζουν στο βλέμμα μου Ψιλά γράμματα οι λέξεις Στη συμφωνία θανάτου   Σιωπή απόλυτη Συμπαραστάτης στο πλάι μου Και βήματα μετρημένα...

Ακολουθήστε μας στο Google News

Διαβάστε κι αυτά

Φωτιά

Έως το τίποτα

Σκιάχτρα μορφές Έρχονται και ταράζουν τα όνειρά μου Η διέξοδος μέσα μου Ομίχλη απέραντη   Ταξίδια ανείπωτα Ανατριχιάζουν στο βλέμμα μου Ψιλά γράμματα οι λέξεις Στη συμφωνία θανάτου   Σιωπή απόλυτη Συμπαραστάτης στο πλάι μου Και βήματα μετρημένα...

Όνειρα γραμμένα σε δίσκους

Όνειρα γραμμένα σε δίσκους

Τα θυμάμαι εκείνα τα τραγούδιαόνειρα καλοκαιρινά, αγκαλιές κάτω από τ' άστρα.Θυμάμαι την μελωδία, το στίχο, τον ρυθμόθυμάμαι, θυμάμαι την ζεστασιά και το σ' αγαπώ. Να τ' οι δίσκοι, να και τα όνειρα μαςκάθε μελωδία ξεχωριστή, όπως και κάθε μέραμια μελωδία...

Η ελιά

Η ελιά

           Μεγάλη παρηγοριά φίλε μου το γράψιμο. Σου κρατάει απίστευτη συντροφιά. Έτσι και γράψεις στο χαρτί - ή όπου αλλού δεν έχει σημασία- αυτά που σου βαραίνουν το μυαλό και την καρδιά, πάει περίπατο η όποια μοναξιά σου. Αν δε παράλληλα, τα όσα σου...

8 σχόλια

8 Σχόλια

  1. Στελίνα Μπαλαμώτη

    Το υπέροχο χιούμορ της συγγραφέως πλέκεται τόσο έντεχνα με τη μελαγχολία….ένα κείμενο γεμάτο με το πραγματικό νόημα της ζωής!!!!! Υπενθυμίζει με τόσο γλυκό αλλά ευθύ τρόπο στον ανγνώστη ότι αυτό που έχει πραγματικά αξία στη ζωή….είναι οι άνθρωποι που δημιουργούμε…..περιμένω με ανυπομονησία το επόμενο κείμενο!!!!

    Απάντηση
  2. Χαρίκλεια Μπαλαμώτη - Τσουλιάη

    Κα. Μοσχονά τα κείμενα σας έχουν έναν ιδιαίτερο τρόπο να αγγίζουν τα πιο ευαίσθητα σημεία του αναγνώστη. Το παρόν κείμενο μου πήρε την μελαγχολία και με γέμισε ελπίδα….

    Απάντηση
    • ΜΟΣΧΟΝΑ ΜΑΙΡΗ

      Τα λόγια σας πραγματικά με τονώνουν και αισθάνομαι χαρά για το ότι το κείμενο μου έγινε αιτία να χαθεί η μελαγχολία σας!!

      Απάντηση
  3. Ανώνυμος

    Πόση ευαισθησία και σεβασμό για τη ζωή!!!
    Συγχαρητήρια Μαίρη μου!Ο τρόπος με τον οποίο μας μεταδίδεις συναισθήματα και αξίες είναι μοναδικός.
    Ανυπομονώ γία την επόμενη σου κατάθεση ψυχής!!!

    Απάντηση
    • ΜΟΣΧΟΝΑ ΜΑΙΡΗ

      Ευχαριστώ για τα υπέροχα αυτά λόγια! Πραγματικά με συγκινούν και θα προσπαθήσω να φανώ αντάξια τους!!

      Απάντηση
  4. ΑΓΓΕΛΑΚΟΠΟΥΛΟΥ ΔΗΜΗΤΡΑ

    Τι να πω!…… ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΟ!!!!!!!!! Συγκινητικο, τρυφερο, ανθρωπινο!!!!!!! Μη σταματησεις να γραφεις…..

    Απάντηση

Υποβολή σχολίου