Η μπαλωματού

Δημοσίευση: 26.06.2017

Ετικέτες

Κατηγορία

Στη γωνία του θεάτρου, η Αλεξάνδρα δεν χειροκροτεί. Το έργο τελείωσε. Ο κόσμος σηκώνεται. Πάει τα πόδια της στο πλάι μηχανικά για να περάσουν οι διπλανοί. Κρατά τη τσάντα αγκαλιά. Τα δάχτυλα σφίγγουν το λουράκι.

«Ράψε ράψε ράψε, δυο γύρους κάνει η ομορφιά κι ύστερα σβήνει κλάψε» έλεγε η μάνα της και έραβε τα λουριά στη σάκα της κάθε χρονιά για να της κάνει και πάλι, προσθέτοντας ύφασμα. «Πάλι ψήλωσες εσύ!» της φώναζε σα να φταίει. «Τράβα να φέρεις και τα παντελόνια και τις μπλούζες σου να δω πώς θα στα μεγαλώσω κι αυτά πάλι». Η Αλεξάνδρα με τα ίδια ρούχα. Η φτωχή. Η κόρη της μοδίστρας. Ίδια σάκα. Ίδια ρούχα. Ίδια λόγια. Ίδια μάνα. Τη θέλησε πολλές φορές άλλη. Τη φαντάστηκε. Ύστερα κατάλαβε πως έτσι θα κυλήσουν τα χρόνια. «Ράψε ράψε ράψε, κι άμα θέλεις κλάψε» απαντούσε ψιθυριστά στο μαξιλάρι της. Αναμμένο το φως στη ραπτομηχανή να βγαίνει το ψωμί και η χολή μαζί. Αναμμένο το φως και στη δική της καρδιά. Με μπαλώματα από βελόνα μητρική, ύφασμα από εδώ, ύφασμα από εκεί να κρατά την αγάπη. Να αγαπά τη ζωή. Να μην τη μισήσει.

Το έργο τελείωσε. Το λουράκι στα χέρια φίδι τυλιχτό. «Ράψε ράψε ράψε»… ψιθυρίζει σαν φεύγει ο κόσμος. Καινούριο. Δερμάτινο. Μήκος του κουτιού. Κανένα μπάλωμα. Κανένα έξτρα δέρμα. «Σας πάει. Είστε ψηλή…» της είπε ο πωλητής. Τον κοίταξε με μίσος. Κι ύστερα είδε το είδωλό της στον καθρέφτη. «Πόσο θα ψηλώνεις πια; Δεν έχω άλλα μπαλώματα».

Έφυγε μια νύχτα. Τρέχοντας. Με εκείνο το φαρδύ φόρεμα από τη θεία στην Αμερική. Το μόνο αμπάλωτο. Το έσκισε σαν πέρναγε την πόλη. Κάθε κομμάτι κι ένας πόντος. Κάθε πόντος και μια ενοχή. «Ράψε ράψε ράψε πάψε πάψε πάψε» με τα χέρια στα αυτιά της τη βρήκε ένα αμάξι με έναν οδηγό σαν όλους. Την έφερε σε ένα άδειο καλύβι. «Τι ξέρεις να κάνεις;» της είπε αυστηρά. «Να ράβω» του είπε σα να κατάπιε. Της έφερνε υφάσματα και διαταγές. Και τα βράδια τη μπάλωνε. Κάθε επαφή κι ένα ύφασμα παραπάνω. Τυλιγόταν με τόπια. Σκέτη υποκρισία. Πόρτα ανοιχτή μα δεν έφευγε. Συνέχισε να ράβει και να ράβεται. «Ράψε ράψε ράψε δυο γύρους κάνει η ομορφιά κι ύστερα σβήνει κλάψε» έμαθε να το λέει ολόκληρο και σωστά. Χωρίς διασκευές. Αφού δεν ήταν ούτε αυτή κάτι καινούριο. Η Αλεξάνδρα με τα ίδια ρούχα. Η κόρη της μοδίστρας. Η φτωχή. Ένας πάκος από υφάσματα, εκείνα τα δεύτερα που μπαίνουν από κάτω από το ρούχο.

«Το έργο τελείωσε» της είπε η ταξιθέτρια ακουμπώντας την στην πλάτη

«Κιόλας;» της είπε χωρίς να την κοιτά. «Κράτησε πολύ λίγο. Αν βάζαμε ένα ύφασμα παραπάνω θα κράταγε άλλο λίγο. Ξέρετε είμαι μοδίστρα. Μπαλωματού βασικά. Κρύβω, στενεύω, μικραίνω, μεγαλώνω»

Έβαλε τη τσάντα στον ώμο και σηκώθηκε ρίχνοντας μια τελευταία ματιά στις κλειστές κουρτίνες. Κι ύστερα χάθηκε στο σκοτάδι του διαδρόμου.

«Ράψε ράψε ράψε… δυο γύρους κάνει η ζωή, όλα όσα θέλεις θάψε».

 

Ακολουθήστε μας

Οι προσφορές των εφημερίδων για το Σαββατοκύριακο 14 – 15 Δεκεμβρίου 2024

Οι προσφορές των εφημερίδων για το Σαββατοκύριακο 14 – 15 Δεκεμβρίου 2024

Real News Καθημερινή Πρώτο Θέμα Το Βήμα της Κυριακής Δώστε μας το email σας και κάθε Παρασκευήθα έχετε στα εισερχόμενά σας τις προσφορές των εφημερίδων (Δεν στέλνουμε ανεπιθύμητη αλληλογραφία ενώ μπορείτε να διαγραφείτε με ένα κλικ και δεν θα...

Επιστροφή στο χωριό

Επιστροφή στο χωριό

Ήθελε πολύ να κλάψει, να ξεσπάσει. Μα όσο κι αν προσπάθησε να βγάλει από μέσα του αυτό που του άδραχνε σφιχτά την καρδιά και του έκοβε την ανάσα, δεν το κατάφερνε. Τα κόκκινα από την αγρύπνια μάτια του παράμεναν στεγνά, σαν τα χωράφια που τα είχε ζεματίσει η αναβροχιά...

Άφιλτρο τσιγάρο

Άφιλτρο τσιγάρο

ΑΦΙΛΤΡΟ ΤΣΙΓΑΡΟ Κοίτα..  Έλεγα και σου έδειχνα την απλωμένη πόλη προς τα κάτω. Βράδυ στο ‘μπαλκόνι’ της Σαλονίκης. Εγώ δεν την έλεγα ποτέ Σαλονίκη!.  Εσύ μου το κόλλησες. Πάντα Θεσσαλονίκη την έλεγα.  Ολόκληρη.  Γιατί της άξιζε και με το παραπάνω. Κούκλα σαν και σένα....

Ακολουθήστε μας στο Google News

Επιμέλεια άρθρου

Διαβάστε κι αυτά

Άφιλτρο τσιγάρο

Άφιλτρο τσιγάρο

ΑΦΙΛΤΡΟ ΤΣΙΓΑΡΟ Κοίτα..  Έλεγα και σου έδειχνα την απλωμένη πόλη προς τα κάτω. Βράδυ στο ‘μπαλκόνι’ της Σαλονίκης. Εγώ δεν την έλεγα ποτέ Σαλονίκη!.  Εσύ μου το κόλλησες. Πάντα Θεσσαλονίκη την έλεγα.  Ολόκληρη.  Γιατί της άξιζε και με το παραπάνω. Κούκλα σαν και σένα....

Αντρικό κούρεμα

Αντρικό κούρεμα

Τα καλοκαίρια γυρίζαμε έξω. Οι μανάδες στο σπίτι οι πατεράδες στη δουλειά εμείς στις αλάνες. Οι αλάνες - δρόμοι, ήταν σαν τις γελοιογραφίες του Mordillo. Αν σου έφευγε η μπάλα στην κατηφόρα, είχες δυο επιλογές. Η μια ν’ αρχίσεις το τρέξιμο ώστε τα δεδομένα του...

Routine

Routine

- γράφει ο Κώστας Θερμογιάννης - Ήταν ίσως η μόνη γυναίκα στον κόσμο που ξέβαφε τα χείλια της! Έμοιαζε με εξώφυλλο ακριβού περιοδικού πολυτελείας που κανείς δεν μπορούσε να (εξ)αγοράσει. Είχε φίλους. Πολλούς και λίγους. Οι πολλοί της φίλοι, σαν τα πουκάμισα τα αδειανά...

6 σχόλια

6 Σχόλια

  1. Απόστολος Παλιεράκης

    Στο ύψος σου! Και πάλι μπράβο!

    Απάντηση
  2. Πουπερμίνα

    Υπέροχο! Αγαπημένο θέμα για πολλούς και πολλές. Το αποδώσατε πολύ ξεχωριστά!

    Απάντηση
  3. Χριστίνα Σουλελέ

    Από τα πολύ ωραία σου! Μπράβο!

    Απάντηση
  4. Σοφία Ντούπη

    Για μια ακόμη φορά με συγκλόνισες Μάχη μου…απ’ τα καλύτερά σου θα πω…κι ας ξέρω ότι το λέω κάθε που σε διαβάζω!!!Την αγάπη μου…σε όλους σας!!!!!

    Απάντηση
  5. Μάχη Τζουγανάκη

    Σας ευχαριστώ όλους για τα καλά σας λόγια. Δύσκολος ο ρόλος αυτός. Τι αφήνει η παιδική ηλικία, τι κουβαλά η ενηλικίωση τι απομένει στο τέλος να πολεμά κανείς. Τα μπαλώματα στην καρδιά δεν κρατάνε…σκίζουν εύκολα. Καλό βράδυ

    Απάντηση

Υποβολή σχολίου