Η Ελευθερία με τα δίδυμα αδέρφια της, Σωκράτη και Ζήνωνα, ζουν σ’ ένα διώροφο σπίτι στο Μαρούσι με τους γονείς τους και περνάνε το καλοκαίρι του 1940 όπως πάντα παρέα με την κολλητή τους φίλη, Βίτω, με την τρομερή γιαγιά της με τη μωβ ομπρέλα και τον γείτονά τους, κύριο Μαρσέλ εκ Γαλλίας. Παιχνίδια, σκανταλιές αλλά και οι εξελίξεις του πολέμου και σημαντικές οικογενειακές καταστάσεις δίνονται ανάγλυφα και συναρπαστικά μέσα από παιδικά μάτια όλο αθωότητα και αγνότητα. Το όνειρο των παιδιών να επισκεφθούν την Τήνο τον Δεκαπενταύγουστο θα είναι το έναυσμα για μια σειρά απροσδόκητων περιπετειών.
Η κυρία Άλκη Ζέη, μετά το «Καπλάνι της βιτρίνας» και τον «Μεγάλο περίπατο του Πέτρου», επιστρέφει στην ταραχώδη και δύσκολη περίοδο του Δεύτερου Παγκοσμίου πολέμου με μια νέα εκπληκτική περιπέτεια, γραμμένη με το στυλ και τον τρόπο που αγαπήσανε όλα τα παιδιά από 11 ετών και πάνω αλλά και οι μεγάλοι. Ενδιαφέροντες χαρακτήρες, σημαντικές αναφορές για τις ενδοοικογενειακές καταστάσεις της εποχής αλλά και ευρηματικοί τρόποι παρείσφρησης στην ιστορία των γεγονότων που προετοιμάζανε τον πόλεμο μέσα από μια παιδική ματιά. Η συγγραφέας μάλιστα δε διστάζει να χρησιμοποιήσει άγνωστες λέξεις, όπως το «πλασμώδιο του Λαβεράν» όπως αποκαλούν τ’ αδέλφια της την Ελευθερία! Πλούσιο λεξιλόγιο λοιπόν, κωμικοτραγικά περιστατικά, σκανταλιές και αυστηρότητα, παιχνίδι και φόβος ζωντανεύουν με ρεαλισμό εκείνο το καλοκαίρι του 1940.
Η Ελευθερία ή Λέτρω είναι ένα δεκάχρονο κοριτσάκι αρκετά ώριμο για την ηλικία της, συμπονετικό, πανέξυπνο, αφοσιωμένο στο διάβασμα και συνδρομήτρια της «Διαπλάσεως των Παίδων» («Τίποτα δεν έχω δει στη ζωή μου. Ούτε την Αθήνα καλά καλά. Γι’ αυτό μ’ αρέσει να διαβάζω βιβλία, που περιγράφουν ένα σωρό χώρες, κι έτσι ταξιδεύω με τη φαντασία μου», σελ. 186) κι όλα αυτά εξοργίζουν τον πατέρα της που τη στέλνει στην κουζίνα να μάθει «κάτι χρήσιμο». Ο Σωκράτης ή Σάκης και ο Ζήνων ή Νούλης είναι τα αγόρια της οικογένειας που όμως απογοητεύουν τα όνειρα του πατέρα τους για σπουδές, μιας και ίσα που περνάνε τις τάξεις. Η σκέψη να σπουδάσει το κορίτσι έχει απορριφθεί αυτοστιγμεί: «-Υπάλληλος είμαι, δεν είμαι βιομήχανος να σπουδάσω τρία παιδιά», έλεγε ο πατέρας! Επιπλέον, της έφερνε πάντα για πρότυπο την ξαδέρφη Ηλέκτρα, ένα υπόδειγμα κόρης και νοικοκυράς! Τελικά, η κυρία Άλκη Ζέη, μέσα από την Ελευθερία, υψώνει μια διακριτική φωνή αγανάκτησης, όχι μόνο για τον ρόλο της νοικοκυράς που καλείται φύσει και θέσει να επιτελέσει μια γυναίκα, περιορίζοντας τη μόρφωση και την ευρυμάθειά της, αλλά και για τη θέση του παιδιού σε μια οικογένεια: «Τα παιδιά δεν τα ρωτάνε. Τα παιδιά δεν έχουν γνώμη» (σελ. 186). Αχ, κι αυτός ο θείος Μίλτος, ο πατέρας της Ηλέκτρας, που αναγκάστηκε εν όψει του πολέμου να ξεπουλήσει την περιουσία του στο Παλαιό Φάληρο και να μείνουν οικογενειακώς σ’ ένα σχεδόν καλύβι στα βουνά του Ελληνικού… Εν τω μεταξύ, η μητέρα των παιδιών είναι η κλασική υπάκουη νοικοκυρά που δεν τολμάει να ζήσει κάτι για τον εαυτό της ούτε να παρεκκλίνει της γραμμής εντολών του πατέρα. Τέλος, τα δύστυχα παιδάκια ζουν ακριβώς ό,τι έχουν βιώσει σχεδόν όλα τα Ελληνόπουλα: τα κλειδώνουν στο δωμάτιό τους το μεσημέρι για να κοιμηθεί ο πατέρας! Ατέλειωτες βαρετές μονότονες ώρες, ώσπου τα κλαδιά μιας κερασιάς κι ένας ηθοποιός γείτονας ανοίγουν νέους ορίζοντες στη σκανδαλιά!
Με συγκίνησε η ιστορία του γείτονα κυρίου Μαρσέλ, καθηγητή γαλλικών στην Αλλιάνς Φρανσέζ, πολυμαθή και ευρύνου, που μοίραζε αφειδώς εγκυκλοπαιδικές γνώσεις στην οικογένεια της Ελευθερίας. Ήταν ένας άντρας ερωτοχτυπημένος, που ακόμη περιμένει να επιστρέψει η Ζενεβιέβ του που τον εγκατέλειψε για να γυρίσει στη Γαλλία. Μέσα από τη δική του ματιά μαθαίνουμε για την κατάληψη της Γαλλίας, την κυβέρνηση του Βισύ και τη Ρεζιστάνς, εξαιτίας της οποίας έρχεται στην Αθήνα ο ανιψιός του, Μπενουά, που γίνεται νέο αναπόσπαστο μέλος της παρέας των παιδιών.
Και αντίβαρο σε όλα αυτά τα δύσκολα περιστατικά, οι σκανταλιές και η αθωότητα που προκαλούν αβίαστα το γέλιο. Τα δίδυμα πουλάνε στη λαϊκή τα φιρίκια που σιχαίνονται ως φρούτο κι έχουν άφθονα στο σπίτι, η Ελευθερία μπερδεύει το θωρηκτό «Αβέρωφ» με τις φυλακές, βοηθώντας έτσι να ευθυμήσουν οι γονείς της μετά από ένα σοβαρό περιστατικό, η μαμά πείθεται να φορέσει πατίνια και να παίξει με τα παιδιά της, κάτι που την ξανακάνει κι εκείνη παιδί, όμως επιστρέφει ο μπαμπάς κι όλα πάνε στραβά, ξανά τα δίδυμα θέλουν να γίνουν Μονγκολφιέροι και να ρίξουν από ψηλά τη γάτα τους, τη Μιμή, με τη μωβ ομπρέλα της γιαγιάς της Βίτως, κάνουν μέχρι και τάμα στην Παναγία να τρώνε κάθε μέρα ΕΒΓΑ ξυλάκι («-Τι είναι η Παναγία, παγωτατζής;», εξανίσταται η αδελφή τους, σελ. 193) και τόσα άλλα όμορφα και τρυφερά περιστατικά!
Την ιστορία αφηγείται η Ελευθερία στα εγγόνια της, χρόνια αργότερα, ένα εύρημα που χρησιμοποιεί η συγγραφέας για να δείξει έμπρακτα αλλά χωρίς δασκαλίστικο ύφος πόσο έχουν αλλάξει οι εποχές και η «αθωότητα» των παιδιών. Κάποτε ήταν ευχαριστημένα με τη φαντασία, την απλότητα, τα τρενάκια και τις κατασκευές ενώ τώρα, με την πλάτη το ένα στο άλλο, παίζουν «ηλεκτρονικά παιχνίδια». Κι απ’ αυτό το περιστατικό βγαίνει μόνο μια πίκρα και μια γλυκιά νοσταλγία. Οι εποχές αλλάζουν και πρέπει να τις αποδεχόμαστε, απλώς χρειάζεται λίγη προσοχή. Να γιατί λοιπόν η κυρία Ζέη είναι μια γυναίκα που όλοι θα θέλαμε για γιαγιά μας και δε θα τη βαριόμασταν ποτέ, γιατί ξέρει να κάνει τα πικρά γλυκά, να μην κρατάει κακία για τίποτα και ν’ αφήνει τα γεγονότα καθαυτά να δείχνουν ανάγλυφα τις αλλαγές και τους κινδύνους από την καθημερινότητα των σημερινών παιδιών.
«Η μωβ ομπρέλα» είναι ένα υπέροχο, γλυκό, τρυφερό μυθιστόρημα για μικρούς και μεγάλους αναγνώστες, που ζωντανεύει με αγάπη και παραστατικότητα τον μικρόκοσμο μιας παρέας παιδιών που μεγαλώνουν το καλοκαίρι του 1940, καταγράφοντας συναισθήματα, εντυπώσεις, απορίες, ιδέες και με διεισδυτική παρατηρητικότητα ζωντανεύοντας εύληπτα τον ψυχισμό μικρών και μεγάλων χαρακτήρων. Το μυθιστόρημα, που εκδόθηκε το 1995, κυκλοφορεί τώρα από τις εκδόσεις Μεταίχμιο με εξώφυλλο της Κέλυς Ματαθία Κόβο ως ένα από τα βιβλία που περιέχονται στη συλλεκτική κασετίνα «Η Βιβλιοθήκη της Άλκης Ζέη». Πρόκειται για ένα σημαντικό απόκτημα για κάθε παιδί και έφηβο, μιας και περιέχονται τα αντιπροσωπευτικότερα μυθιστορήματα της κυρίας Άλκης Ζέη, που μεγάλωσαν, γαλούχησαν και επηρέασαν γενιές και γενιές ενώ χάραξαν το δικό τους μονοπάτι στη νεότερη μεταπολεμική πεζογραφία.
0 Σχόλια