Η πόρτα δεξιά·
τι στέκεις και τη θωρείς;
τη θύρα δε γνωρίζεις
μηδέ τα γράμματα, ευθύς
και το κεφάλι στρίβεις;
Τι νόμιζες, θ’ άφηνα
τα χρόνια τα δικά μου
να γίνουν παραλήρημα
μέχρι τα στερνά μου;
Βήματα που θέλησα
με σε ν’ ευλογήσουν
στιγμές παντοτινές χαράς
μήπως και τάχα λείψουν;
Δε σκέφτηκες, δεν έπραξες
όπως η λογική διέπει
του παραλόγου θέατρο
αυτό το αποτρέπει.
Μα, ζήτησες αγόγγυστα
ακούραστα να βρεις
λιμάνια αλλού, απάνεμα
τρόπους πλείστους να εφεύρεις.
Στα μάτια μου θέλησες
στάχτη εσύ να ρίξεις
μα, λογάριασες άσκοπα·
τι θέλεις ν’ αποδείξεις;
Η πόρτα γράφει δεξιά·
σύρε κι ακολούθα
τα βέλη που εχάραξα
εγώ η ξανθομαλλούσα.
Να πάρεις μιαν απόφαση
θες μείνε, θέλεις φύγε
μα, λάθη που πονούν σκληρά
μάζεψέ τα και σύρε.
Στο καλό, στην Παναγιά
και στου Χριστού τα μέρη
άραξε πια μονομιάς
βρες εκεί λημέρι.
Ήσυχο, απάνεμο
θα βρεις για λιμάνι
απόμακρες οι σκέψεις σου,
ύπνος θα σε πιάνει;
Για τις τυχόν παράνομες
βλέψεις σου και προβλέψεις
άνομες, ανεπίτρεπτες·
τι τάχα να πιστέψεις;
Ήσουν είσαι και θα ζεις
πάντα μες το μυαλό μου
άσχετα αν εβρέθηκε
λύση μέσα στο μυαλό μου.
Λένε και μονολογούν
ζευγάρια και γιαγιάδες
την τύχη τους καλοτυχούν,
τι κι αν ζήσαν μπελάδες;
Φωνές, καυγάδες γίνανε
θηλιές και τους επνίξαν
τα όνειρά τους χάθηκαν
κι αυτοί τα στερηθήκαν.
Γι’ αυτό έχω να σας πω
κάτι να σας προϊδεάσω
την τύχη μας στα χέρια μας
κρατάμε, πριν το χάσω.
Το μήνυμα που θέλησα
σε μας ν’ απευθύνω
καρδιές, ψυχές αληθινές
στον κάθε Βαλεντίνο.
_
γράφει η Άννα Ζανιδάκη
Ευστοχότατη η αναφορή έμμεση,στο δεινό μας πεζογράφο Νίκο Καζαντζάκη.καθώς παρομοιάζεται με τους πολιτικούς,ως επάγγελμα,που θα πρεπε να το χουν απλά λειτούργημα ,αλλά στην Ελλάδα ζούμε όλοι.