Βρήκα τη φωνή μου να κρύβεται σε ένα κουτί
Πεταμένο σε μια σκονισμένη γωνία της σοφίτας
Την καλόπιασα να βγει και την ξεσκόνισα
Της έδωσα λίγο ζεστό τσάι για παρηγοριά.
Βρήκα τη φωνή μου, αλλά έπρεπε να την ξεγελάσω για να μιλήσει
Γιατί αρνήθηκε να αρθρώσει λέξη κι έμεινε σιωπηλή
Βρήκα τη φωνή μου, αλλά άρχισα να αναρωτιέμαι
Τι σημασία έχει, αν εκείνη δεν με θέλει;
Εγκατέλειψα κάθε προσπάθεια, την έβαλα στην τσέπη μου
Ξέχασα ότι υπήρχε, μέχρι που έπεσες επάνω μου
“Ω!” η φωνή μου κραύγασε, ραγίζοντας και σπάζοντας
Και μείναμε κι οι δύο άναυδοι απ’ τον θόρυβο.
Και έτσι η φωνή μου εξημερώθηκε
Καθώς την έπεισες να επιστρέψει στην πραγματικότητα
Και όλα εκείνα που μοιραζόμαστε
Έγιναν μέρος της κανονικότητάς μου.
Και ξέχασα να αναρωτιέμαι πώς η φωνή μου ακούγεται
Γιατί της έδωσες δύναμη για να ακούγεται κάθε μέρα
Και άρχισα να αγαπώ τη φωνή μου και ό, τι έλεγε
Αλλά ξέχασα πως είχε γίνει δυνατή χάρη σ’ εσένα.
Δεν έχω ακούσει τη φωνή μου καιρό τώρα
Τη μέρα που έφυγες, με εγκατέλειψε η φωνή μου
Περιπλανήθηκα πολλές φορές στο παρελθόν αποζητώντας
Το μυστικό της δύναμης εκείνης, μόνο για μένα να κρατήσω.
Κάθε νοσταλγική διαδρομή με βρήκε απελπισμένη
Καθώς έσκυβα ν’ ακούσω μια φωνή, έβρισκα τη φωνή σου
Άσε με τώρα λοιπόν με τη σιωπή μου να σου μιλήσω
Γιατί η φωνή μου πια, εσένα δεν σε φτάνει.
_
γράφει η Βασιλική Δραγούνη
0 Σχόλια