«Ήρθαμε λοιπόν στο περιβόητο αυτό καραόκε πάρτι. Εντάξει; Ικανοποιήθηκες τώρα που με έσυρες μέχρι εδώ; Γιατί δεν ερχόσουν μόνη σου; Αφού πια δεν μου αρέσουν τα πάρτι. Νιώθω αμήχανα όταν βρίσκομαι μαζί με πολύ κόσμο.» είπα στη κολλητή μου, με το που μπήκαμε στο μαγαζί. Αυτή με κοίταξε αδιάφορα και πήγε να παραγγείλει ποτά.
Είχαμε τσακωθεί άσχημα, προτού πάμε στο πάρτι. Ήθελε εδώ και καιρό να με βγάλει έξω. «Να δεις λίγο κόσμο. Δε βαρέθηκες στο σπίτι συνέχεια;» έλεγε σε κάθε συζήτηση μας. Και εγώ προσπαθούσα διαρκώς να βρω μια δικαιολογία. Τη μια φορά ήμουν άρρωστη, την άλλη δούλευα. Το ήξερα, την είχαν κουράσει οι τόσες δικαιολογίες μου τα τελευταία τέσσερα χρόνια και είχαν ψυχρανθεί κάπως οι σχέσεις μας.
Παλιά, δεν ήταν έτσι τα πράγματα. Οι δυο μας, ήμασταν η ψυχή των πάρτι και διασκεδάζαμε μέχρι πρωίας. Μέχρι που γνώρισα και αγάπησα τον Άγγελο. Ήταν ο φύλακας-άγγελος μου, το άλλο μου μισό. Μαζί του ένιωθα ασφάλεια. Εννοείται πως ο Άγγελος μας ακολουθούσε σε κάθε μας έξοδο. Ήμασταν η χρυσή τριάδα. Εγώ, η κολλητή μου Δέσποινα και ο Άγγελος.
Πίστευα πως θα μπορούσα να ζήσω μαζί του έως την αιωνιότητα. Μα ο Θεός είχε άλλα σχέδια. Ήταν παραμονή Χριστουγέννων, όταν είχαμε πάει σε κάποιο καραόκε πάρτι μαζί με τη κολλητή μου και τον Άγγελο. Είχαμε περάσει φανταστικά. Στη επιστροφή όμως είχαμε ένα φρικτό ατύχημα. Ο Άγγελος πέθανε ακαριαία. Από τότε, μίσησα τα πάρτι, τα club. Δεν άντεχα το συνωστισμό. «Είχα χάσει τη όρεξη μου για ζωή» όπως έλεγε η Δέσποινα. Και ήταν αλήθεια. Γιατί να ζούσα, αφού δεν υπήρχε ο Άγγελος;
Ούτε σήμερα δεν ήθελα να βγω έξω. Το έκανα μόνο για την Δέσποινα. Δεν ήθελα να χάσω και αυτή. «Πώς σου φαίνεται εδώ; Καλή μου, πρέπει να προχωρήσεις. Για το δικό σου καλό το κάνω, πίστεψε με» είπε η Δέσποινα καθώς με πλησίασε με τα ποτά. «Ίσως να έχει δίκιο» σκέφτηκα και ήπια μία γουλιά μπύρας. «Σου υπόσχομαι. Θα προσπαθήσω να χαλαρώσω» είπα και χαμογέλασα.
Η μουσική και η μπύρα είχαν καταφέρει να με χαλαρώσουν αρκετά, όταν ξαφνικά κάποιος σκόνταψε και έπεσε πάνω μου. Όλη η μπύρα χύθηκε πάνω στο ολοκαίνουριο φόρεμα μου. Σε άλλη περίπτωση θα έβαζα τα κλάματα, μα μόλις είδα τον άντρα κατακόκκινο από ντροπή, γέλασα δυνατά. Καθώς με βοηθούσε να σκουπιστώ, τον πρόσεξα καλύτερα. Ήταν τόσο όμορφος και τόσο ευγενικός. Προσφέρθηκε να με κεράσει ένα ποτό. Όταν μου συστήθηκε, έχασα τη γη κάτω από τα πόδια μου. Τον έλεγαν Άγγελο. Αρνήθηκα ευγενικά το κέρασμα του και απομακρύνθηκα. Σε άλλη φάση της ζωής μου, θα ήθελα πολύ να γινόταν κάτι μαζί του. Μα τώρα, δεν ήξερα τι ήθελα πραγματικά. Και το όνομά του; Αν το σύμπαν συνωμότησε για να μου δώσει μία δεύτερη ευκαιρία στη αγάπη; Έψαξα να βρω την Δέσποινα που είχε απομακρυνθεί. Ήθελα την συμβουλή της μα δεν την έβρισκα.
Μόνο τον Άγγελο είδα που ανέβηκε στην πίστα και ετοιμαζόταν να πει κάποιο τραγούδι. «Πολύ θαρραλέος είναι» σκέφτηκα καθώς άκουγα τους πρώτους στίχους του τραγουδιού «Ψάχνω κάτι καινούριο να πω….» «Ωχ Θεέ μου…» προτού να ολοκληρώσω τις σκέψεις μου, τον άκουσα από το μικρόφωνο να με φωνάζει να βρεθώ δίπλα μου.
«Αποκλείεται» του κάνω με νοήματα, μα αυτός συνέχιζε. Όλοι γύρισαν και με κοίταξαν. Εκατοντάδες βλέμματα ήταν καρφωμένα πάνω μου και εγώ έμενα μαρμαρωμένη στη θέση μου. Ένοιωθα πως δεν μπορούσα να κουνηθώ. Μα με ένα σκούντημα της Δέσποινας πιθανότατα, βρέθηκα πάνω στη πίστα. Ο Άγγελος μου έδωσε το μικρόφωνο. Τα χέρια μου έτρεμαν και ήταν ιδρωμένα. Ένοιωθα τον ιδρώτα να μουσκεύει το φόρεμα μου. Άκουγα τους ψίθυρους του κόσμου, κάτω από την πίστα. Προσπάθησα για ακόμα μια φορά να αρνηθώ να τραγουδήσω, μα δεν τα κατάφερα.
Η καρδιά μου χτυπούσε τόσο δυνατά. Φοβόμουν πως από στιγμή σε στιγμή θα εκραγεί. Όλοι περίμεναν να τραγουδήσω. Χτυπούσαν ρυθμικά παλαμάκια. Μα πώς να τραγουδούσα με αυτή τη απαίσια φωνή; Ποτέ στη ζωή μου δεν είχα τραγουδήσει. Πώς θα το έκανα μπροστά σε τόσο ξένο κόσμο και μπροστά στον Άγγελο; Πήρα μια βαθιά αναπνοή και ξεκίνησα να προφέρω τη πρώτη λέξη… Αυτό ήταν. Το μυαλό μου διέγραψε τα περισσότερα από όσα ακολούθησαν.
Έτσι, από τη πίστα βρέθηκα σε κάποιο καναπέ του μαγαζιού. Όπως μου εξήγησε αργότερα, ο Άγγελος, λιποθύμησα προτού καν να τραγουδήσω. «Τουλάχιστον δεν άκουσε κανένας τη φωνή μου» του είπα, όταν ένιωσα καλύτερα και γελάσαμε και οι δύο. Αυτό το περιστατικό ήταν η αρχή της σχέσης μας.
Τρυφερή και αισιόδοξη η ιστορία σας!!
Ευχαριστω πολυ.
Μαίρη πικρόγλυκη η ιστορία σου!! Με συγκίνησε πραγματικά! Ευχαριστούμε που μοιράστηκες την αλήθεια σου μαζί μας!!!
Όμορφη, τρυφερή και συγκινητική η ιστορία σας!!! Μπράβο σας!!!