Δεν τολμώ να κάνω δεύτερη σκέψη. Τώρα όλες μου οι αισθήσεις επικεντρωμένες στην επιβίωσή μου. Ανακαλώ όλα όσα έχω μάθει. Το πώς θα διατηρήσω τη θερμοκρασία του σώματος, τον έλεγχο για κρυοπαγήματα στα δάκτυλα των άκρων. Ρυθμίζω ακόμη και τις ανάσες μου για την εξοικονόμηση του λιγοστού οξυγόνου. Περίεργο πράμα το μυαλό. Σε ακραίες συνθήκες αναμοχλεύει και ανασηκώνει από το υποσυνείδητο όλα τα απαραίτητα. Τα υπόλοιπα απλά δεν υπάρχουν. Παύουν να έχουν αξία. Μοναχά καταχωνιασμένες οδηγίες πρώτων βοηθειών και ενέργειες βήμα βήμα για τα επόμενα στάδια που το ανθρώπινο σώμα θα υποβληθεί.
Οι ενστικτώδεις κινήσεις μου επέτρεψαν να φτιάξω ένα αρκετά ευρύχωρο καταφύγιο μέσα στο χιόνι. Η παρατηρητικότητά μου με βοήθησε να είναι πλάι σ΄ έναν βράχο, ικανό ν΄ αποκόψει τυχόν νέες κατολισθήσεις. Δεν την περίμενα. Λογικά κανείς από την ομάδα. Η κατεύθυνση αναρρίχησης που ακολουθήσαμε ήταν ακριβώς αυτή που μας δόθηκε από τον πύργο ελέγχου ορειβασίας. Το ίδιο και οι καιρικές συνθήκες. Αλλά η ολιγόλεπτη θύελλα τα άλλαξε όλα. Απροειδοποίητα κατηφόρισε στην πλαγιά του βουνού και παρέσυρε μεγάλες ποσότητες φρέσκου χιονιού από το τελευταίο επίπεδο πριν την κορυφή.
Η βουή της ήταν αυτή που με ξύπνησε. Δεν ήταν πολλή ώρα από τη στιγμή που είχα αποφασίσει να κοιμηθώ. Τέταρτη μέρα ανόδου και το σώμα ταλαιπωρημένο αναζητούσε λίγο ύπνο. Το ίδιο και τα μάτια. Κουρασμένα από το απέραντο λευκό και τις αντανακλάσεις του. Είμαστε σε αρκετά μεγάλο υψόμετρο, μιάμιση μέρα περίπου ακόμη από την κορυφή. Τώρα τίποτα. Δε με απασχολεί πια. Θα προσπαθήσω να αντιμετωπίσω την υποθερμία και όσα συμπτώματά της καταφέρω. Τα έχω όλα στο μυαλό μου. Στην πρώτη μείωση της θερμοκρασίας του σώματος θα την αντιληφθώ με το τουρτούρισμα. Όσο ο οργανισμός παλεύει να κρατήσει σταθερή τη θερμοκρασία του, η κυκλοφορία του αίματος στα άκρα θα μειώνεται σταδιακά. Τότε είναι που θα επέλθει και η ακαμψία των μυών και των δακτύλων. Το μετά δε θέλω να το σκέφτομαι. Μετά απλά θα χάσω τις αισθήσεις μου και η καρδιά θα παραδοθεί από ανεπάρκεια.
Όσο διώχνω αυτή τη σκέψη, τόσο αυτή εδραιώνεται. Είναι και το δεύτερο κύμα της θύελλας που συνεχίζει λυσσαλέα το έργο της και δε με βοηθάει. Ανάμεσα στο πρώτο και το δεύτερο προσπάθησα μάταια να αφουγκραστώ τους υπολοίπους της ομάδας. Κανένας ήχος, ούτε φασαρία, μα ούτε και κάποια φωνή να δίνει οδηγίες για να πάρω θάρρος. Τότε ήταν που αποφάσισα να παραμείνω στην πρόχειρη τρύπα μου. Τα καιρικά φαινόμενο κι η νύχτα δε μου επιτρέπουν κάτι άλλο. Δεν έχω και δυνάμεις για λεονταρισμούς. Αυτό ήταν και ένα από τα πρώτα μαθήματα. «Να σέβεστε και να εκτιμάτε τη φύση. Μα κυρίως να τη φοβάστε. Αυτός ο φόβος θα είναι η αρχή της επιβίωσής σας», μας είπε ένας από τους σημαντικότερους ορειβάτες των προηγούμενων δεκαετιών σε ένα σεμινάριο. «Έμαθα γρήγορα και ανορθόδοξα να τη φοβάμαι και γι΄ αυτό είμαι σήμερα εδώ», συνέχισε χαμογελώντας. Αυτόν τον φόβο τον κουβαλώ κι εγώ σχεδόν από την αρχή. Αυτός ίσως με καθοδηγήσει τώρα. Αλλά και πάλι δεν ξέρω. Νιώθω το σώμα ν΄ αντιδρά. Διαμαρτύρεται για τις αντίξοες συνθήκες στις οποίες υποβάλλεται. Τρίβω ελάχιστα τα χέρια μεταξύ τους και μ΄ αυτά τα πόδια. Καμία αντίδραση. Προσπαθώ με δυσκολία ν΄ ανοιγοκλείσω το στόμα για να ξεμουδιάσει το πρόσωπο. Τα χείλη στεγνά και σφραγισμένα. «Κι αν χρειαστεί να φωνάξω;», αναρωτιέμαι και θυμάμαι το μικρό ψηφιακό μαγνητοφωνάκι που έχω πάντα μαζί μου. Είναι το ημερολόγιό μου. Σ΄ αυτό κρατώ όλες τις σημειώσεις μου, μα κυρίως αποτυπώνω τα συναισθήματα τη στιγμή που φτάνω σε κάθε κορυφή. Ηχητικό εφέ ο άνεμος ως υπόκρουση.
Νιώθω τα άκρα μου να παγώνουν. Η αντίστροφη μέτρηση έχει αρχίσει. Η ακαμψία των δακτύλων στα πόδια με επαναφέρει στην πραγματικότητα. Το μαγνητόφωνο θα αποκτήσει πλέον νέο ρόλο. Στριμωγμένος όπως είμαι, το βγάζω με δυσκολία από την τσέπη του εξωτερικού μπουφάν. Η μπαταρία του περίπου στη μέση διάρκειάς της. Δεν την έχω υπολογίσει ποτέ σε αντιστοιχία με τον χρόνο. Μα όσος μου απομένει θα ηχογραφώ. Δικός της και δικός μου, δίχως να γνωρίζω ποιος θα κρατήσει περισσότερο. Θα του εξομολογηθώ όσα ποτέ δεν τόλμησα να πω. Και όποιος το βρει. Την Άνοιξη θα αρχίσουν να λιώνουν τα χιόνια και θα μας βρουν. Εμένα καλοδιατηρημένο και το ψηφιακό μου ημερολόγιο να έχει τη θέση της τελευταίας μου σελίδας. Μια διαθήκη αλλόκοτη.
Ξεδιαλέγω έναν έναν τους ανθρώπους που πέρασαν από τη ζωή μου. Την τελευταία μου σχέση και όλες τις υπόλοιπες. Τους κολλητούς και τους φίλους που μοιράστηκα τόσες στιγμές μαζί τους. Τους γνωστούς και τους περαστικούς. Μέσα σε ελάχιστα δευτερόλεπτα ταξίδεψα πίσω τον χρόνο ξεφυλλίζοντας τα κεφάλαια του περάσματός μου. Όλοι μα όλοι γνωρίζουν τις σκέψεις και τα αισθήματά μου. Λίγο ή πολύ, ήμουν πάντα ειλικρινής και ευθύς με τους ανθρώπους. Αυθόρμητος και αυτό ήταν ένα από τα μεγαλύτερά μου μειονεκτήματα. Έφευγαν από δίπλα μου δίχως δεύτερη σκέψη.
Ένας όμως άνθρωπος έμεινε και παρέμεινε αγόγγυστα πλάι μου, έστω και σε απόσταση. Η μητέρα μου. Ασυναίσθητα πατώ την ηχογράφηση και τα χείλη μου με όση δύναμη έχουν ακόμη θυμούνται και πάλι τον ρόλο τους. «[…] Δε θέλω να κλάψεις, ούτε να δακρύσεις με τον χαμό μου. Να χαμογελάς θέλω όση ώρα θα με ακούς έχοντας τα λόγια μου στα χέρια σου. Να φορέσεις εκείνο το χαμόγελο, εκείνο που είχες όταν για πρώτη φορά με κράτησες στην αγκαλιά σου. Δεν έχω πολλές δυνάμεις. Μα όσες μου απέμειναν, αυτές σου τις χαρίζω όλες. Σε εσένα που πονούσες για να χαίρομαι. Που στερήθηκες για να μη μου λείψει τίποτα. Και ας ζητούσα κι άλλα. Ήταν η ανώριμη αχορταγιά μου που δε με άφηνε να χαρώ όσα μου πρόσφερες με κόπο. Συγχώρεσέ με γι΄ αυτό. Ήμουν παιδί μωρό. Ναι, συγχώρεσέ με, σου ζητώ και άκουσέ με. Όσα ποτέ δεν κατάφερα να σου ξεστομίσω, όσα ποτέ δεν τόλμησα να σου πω, ήρθε η ώρα τους. Μην την κακιώνεις, έτσι θέλησε. Την αποδέχομαι και θα ήθελα κι εσύ να κάνεις το ίδιο.
Θυμάσαι τους τσακωμούς μας; Θυμάσαι που σου έλεγα ότι δεν έχεις δίκιο; Είχες, αλλά είχα και εγώ, τότε. Πολύ αργότερα κατάλαβα πως στη σχέση μάνας και παιδιού δε χωρά δίκιο και άδικο. Χωρά μονάχα αυτή η ανιδιοτελής αγάπη της μάνας που πλημμυρίζει το παιδί. Ναι, αυτή πλημμύριζε κι εμένα όταν με έσφιγγες στην αγκαλιά σου. Όταν με κοιτούσες και μου μοίραζες τις συμβουλές σου. Και όταν σου έλεγα πως με κουράζεις με τις επαναλήψεις, εσύ γελούσες και επίτηδες άρχιζες από την αρχή.
Θυμάσαι το πρώτο χαστούκι που μου έδωσες; Το δεύτερο; Το τρίτο; Θυμάσαι το ύφος σου που βροντοφώναζε «πότε επιτέλους θα μάθεις»; Ε, άργησα αλλά έμαθα, μαμά! Έμαθα μετά, μα είχα τα πρώτα διδάγματα από εσένα. Τα όρια και τα περιθώρια που μου έδωσες. Αυτά με κράτησαν. Αυτά μου έδιναν δύναμη. Και όσο περνούσαν τα χρόνια, τόσο περισσότερο περίμενα μια σου κουβέντα ακόμη. Δυσανασχετούσα, το ξέρω. Το καταλάβαινες, αλλά συνέχιζες. Ήταν λες και ένιωθες την ψυχική μου δίψα. Ναι, αυτή που μου ξεδιψούσες ασταμάτητα.
Μην κλαις, μαμά. Οι δυνάμεις μου με εγκαταλείπουν. Μην κλαις, στερνή χάρη σου ζητώ. Κράτα με σφιχτά για τελευταία φορά, κράτα με…
_
γράφει ο Βασίλης Μαντικός
_____
* Στα πλαίσια της 1ης Λογοτεχνικής Δράσης του ηλεκτρονικού περιοδικού “Ανθρώπων Έργα” με θέμα “Όσα δεν τόλμησα ποτέ να πω”
Ένοιωσα μέσα στο κατακαλόκαιρο την παγωνιά… Κι αυτή η εξομολόγηση στην μάνα… Μαχαίρι… Όσα δεν τόλμησα ποτέ να πω… Υπέροχο… Υπέροχο που διάλεξες εκείνη… Σε τέτοια στιγμή…
… τη στιγμή του “φευγιού” του, η σχέση ζωής κλεισμένη ολάκερη σε μία αγκαλιά να διώξει την παγωνιά!
Σας ευχαριστώ!!!
Τι να πω κύριε Μάντικε;
Με κάνατε να δακρίσω και
να ανατριχιάσω!!!
Η καρδιά μου χτυπούσε σε μια πιο συγκινητική μελωδία.
Σας ευχαριστώ πολύ γι’ αυτό!!
Να είστε καλά που μοιραστήκατε μαζί μας τα δικά σας απόκρυφα ψυχικά μονοπάτια!!!!
Τι πιο όμορφο η καταγραφή σκέψεων και συναισθημάτων να προκαλεί όλα όσα ανέφερες Ελένη και σε ευχαριστώ για τη δεκτικότητα που επέδειξες διαβάζοντας το κείμενο μου. Η αξία του “ψηλώνει” όσο ανυψώνονται τα συναισθήματα μας! Να είσαι πάντα καλά, καλημέρα σου!
Όσες φορές και αν το διαβάσω πάντα δακρύζω από τα δυνατά και ανάμεικτα συναισθήματα που με πλημμυρίζουν. Σ’ευχαριστώ για όλα αυτά που με έκανες να νιώσω.
Σε τούτες τις στιγμές σταυροδρόμια όπου παλεύει το έξω με το μέσα μας, όλα τα συναισθήματα είναι ένα κουβάρι σωστός μίτος. Το μυαλό συνεργάζεται άψογα, από τις ελάχιστες φορές της ζωής μας, με την καρδιά και τείνει να της “μοιάσει”.
Σε ευχαριστώ!!!
Βασίλη, μούδιασες την ψυχή μου. Αυτά τα ακριβά λόγια προς τη μάνα δε μπορούν παρά να ανατριχιάσουν. Θα ευχηθώ μονάχα να μπορούν να χαρίζονται τούτα τα λόγια σου απλόχερα χωρίς να υπάρχει ένας επικείμενος θάνατος. Να θανατώνεται μονάχα το εγωιστικό μας κομμάτι που δεν αφήνει να πούμε ξεκάθαρα τις φράσεις που επιθυμεί κάθε μάνα να ακούσει ….ή κάθε άνθρωπος που μας έχει μεγαλώσει…
Σε ευχαριστώ για τη συγκίνηση…
Στον εσωτερικό πόλεμο απαλλαγής του Οιδιπόδειου, το υποσυνείδητο τρέφει άναρχα τούτο τον εγωισμό που αναφέρεις Μάχη και μας αποξενώνει. Δημιουργεί μπερδεμένες σχέσεις που την ίδια στιγμή το συνειδητό αναζητά. Κοιτούμε το είδωλο μας και εσφαλμένα νιώθουμε δυνατοί μέσα στην “αδυναμιά” μας. Όπως αλλού έχει γραφτεί, χρειάζεται δύναμη να αποδεχθείς την αδυναμία σου. Χρειαζόμαστε τούτες τις σχέσεις για ξεδίψασμα της Ψυχής μας.
Σε ευχαριστώ πολύ για τον όμορφο σχολιασμό σου, να είσαι πάντα καλά!!!
Ιστορία απίστευτη…
Γλώσσα τέλεια…
Ευαισθησία στο έπακρο…
Βασίλη υποκλίνομαι στο συγγραφικό σου ταλέντο!
Το διάβασα άπειρες φορές…κ κάθε φορά δακρύζω!
ΜΕΓΑΛΟ ΜΠΡΑΒΟ!!!
Λόγια “άτολμα” έχουν γραφτεί πολλά για ερωτευμένους Παυλίνα. Διαβάζοντας το θέμα της δράσης το μυαλό άθελα ταξίδεψε σε σκέψεις που πολλές φορές τα παιδιά αδυνατούμε να εκφράσουμε σε γονείς, είτε αυτή είναι η μητέρα είτε ο πατέρας μας. Και σε αυτή την αδυναμία, έρχεται κάποια στιγμή που συνειδητοποιούμε την αναγκαιότητα των σχέσεων… κει που η ζωή κλείνει τον κύκλο της.
Σε ευχαριστώ πολύ!!!
Εύστοχη περιγραφή της αστείρευτης πηγής των μοναδικών, ευγενών και τρυφερών, συναισθημάτων της σχέσης μάνας-παιδιού, μέσα από ένα διήγημα
συγκλονιστικό.
Συγχαρητήρια.
Σας ευχαριστώ πολύ!!!