Μαρία Σκουρολιάκου: ‘Μικρογραφές. Ποιητικοί Στοχασμοί’

Μαρία Σκουρολιάκου

ΜικροΓραφές

ΠΟΙΗΤΙΚΟΙ ΣΤΟΧΑΣΜΟΙ

_

γράφει ο Σίμος Ανδρονίδης

Τον Απρίλιο του 2024, το Κέντρο Ευρωπαϊκών Εκδόσεων Χάρη Πάτση προχώρησε στην έκδοση της νέας ποιητικής συλλογής της Μαρίας Σκουρολιάκου, που εν προκειμένω φέρει τον τίτλο ‘Μικρογραφές. Ποιητικοί Στοχασμοί’.

Σε αυτό το πλαίσιο, θα μπορούσαμε να αναφέρουμε πως ο όρος ‘ποιητικοί στοχασμοί’ λειτουργεί ως υπότιτλος, ο οποίος, δεν συμπληρώνει απλά τον τίτλο που έχει επιλέξει η ποιήτρια, αλλά, φανερώνει και την πρόθεση της να μας προσφέρει ποιήματα τα οποία, όντας το ιδιαίτερο ‘προϊόν’ βαθιάς περίσκεψης (στοχασμού), θα προβληματίσουν, θα συνεγείρουν, θα αποτελέσουν αντικείμενο συζήτησης μεταξύ αναγνωστών διαφορετικής ηλικίας και βιωμάτων.[1]

Υπό αυτό το πρίσμα, δεν θα διστάσουμε να πούμε πως οι ‘Μικρογραφές’ είναι ότι δηλώνει ο τίτλος τους. Δηλαδή, σχετικά μικρού μεγέθους και αυτοτελή ποιήματα στα οποία η ποιήτρια δεν καταθέτει απλά και μόνο τον προβληματισμό της, αλλά, σπεύδει να μοιραστεί την αγωνία της για την εξέλιξη του παρόντος. Για όλα τα μεγάλα και τα μικρά που δεν είναι όμως διόλου ασήμαντα, που την απασχολούν.

Στις ‘Μικρογραφές’ της Μαρίας Σκουρολιάκου, αυτή που «θριαμβεύει»[2] είναι η Ποίηση και όχι η Ιστορία, σύμφωνα με τη διατύπωση των Γιατρομανωλάκη & Πατίλα. Και κάτι τέτοιο συμβαίνει διότι η ποιήτρια δεν επιθυμεί να εκφραστεί με άλλον τρόπο πέραν της ποίησης. Δεν επιθυμεί να πει ‘μοιράζομαι τις λέξεις’ με άλλον τρόπο πέραν της ποίησης. Δεν επιθυμεί να πει ‘η φύση διέπεται από την αρχή της ισορροπίας’ με άλλον τρόπο πέραν της ποίησης.

Το εναρκτήριο ποίημα της ποιητικής συλλογής η οποία διαρθρώνεται σε οκτώ επιμέρους ποιητικές ενότητες που η καθεμία επιτελεί και διαφορετικό σκοπό και αντανακλά ίσως το ό,τι η συναισθηματική κατάσταση της ποιήτριας δεν μένει η ίδια, ξεκινά με το πρόθεμα ‘Δες’, το οποίο εκφράζει παραίνεση ή αλλιώς, ‘προτροπή’: ‘Δες πως προκύπτει εκ του μηδενός το ‘θαύμα της δημιουργίας’. ‘Πως κυλά ο χρόνος, άλλοτε ‘βαριά’ (ιδίως όταν συμβαίνει κάτι που μας επηρεάζει άμεσα και δραστικά) και άλλοτε περισσότερο ‘ελαφριά’ (όταν απλά και μόνο περνά χωρίς να του δίνουμε σημασία).

Σταχυολογούμε ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα του συγκεκριμένου και άτιτλου ποιήματος: «Δες, στροβιλίζεται ο άξονας του χρόνου. Στον ουρανό το σώμα σελαγίζει. Τη νύχτα αναδεύει στα χρυσάνθεμα∙ τη μέρα στέλνει για να φέρει φως. Μες στων γκρεμνών την άκτιστη ηχώ γράφουν συνθέσεις τα πουλιά κι ακοίμητα πουλιά λέξεις μιλούν αρχέγονες. Σμήνη χαλίκια στην αυλή της θάλασσας προσκύνημα λευκό στα ερημοκλήσια. Στο θυμιατό του νυχτολούλουδου μεθώντας ναυαγισμένες ανασταίνω λέξεις. Άνοιξη κι ο αγέρας προσκαλεί τη σύναξη των δέντρων. Ευχές ραίνει τη γη. Την ανεμώνη με κεφαλαίο άλφα ζωγραφίζει».[3] Σε αυτό το σημείο της ανάλυσης μας, θα επιχειρήσουμε κάτι φιλόδοξο από θεωρητική άποψη, καθότι θα εισαγάγουμε εντός της ανάλυσης μας τον λόγο του Γάλλου φιλοσόφου Jacques Derrida, ο οποίος, στο κείμενο του ‘Μα τι ακριβώς δέχεται, ξαφνικά, μια γλώσσα υποδοχής’; γράφει[4] χαρακτηριστικά: «Ματώνω. Δες, αλλά όχι Γι’ Αυτόν. Για σένα αιμορραγώ, Άγγελε μου».[5]

Ως προς αυτό, θα ισχυρισθούμε τα ακόλουθα. Όπως επιτακτικά προτρέπει ο Γάλλος φιλόσοφος, έτσι επιτακτικά προτρέπει και η Μαρία Σκουρολιάκου, η οποία παρακινεί με τον ακόλουθο τρόπο: ‘Δες, αλλά όχι για εμένα ή γιατί σου το λέω εγώ. Πρωτίστως για εσένα.’

Όπως ‘ματώνει’ για τον Άλλον ο φιλόσοφος, έτσι ‘ματώνει’ και η ποιήτρια. Όχι για τον ‘Άγγελο’ της, αλλά για αυτόν που μπορεί και «πυροβολεί τα οχυρά της ανελέητα», για να την παραφράσουμε ελαφριά. Εδώ ο ερωτικός-σεξουαλικός τόνος συνυπάρχει ομαλά με τον γλωσσικό-λεκτικό, υπενθυμίζοντας μας την δύναμη της γλώσσας να ‘αφοπλίζει,’ να συγκρατεί, να οργανώνει την άμυνα του συνομιλητή.

Οι «λέξεις κάνουν αναχώματα», γράφει η ποιήτρια, κάτι που σημαίνει πως της προσφέρουν την δυνατότητα να οργανωθεί, να απαντήσει και να ‘χτίσει’ εκ νέου την σχέση με τον Άλλον. Ώστε να πάψει να ‘πυροβολεί’. Εντοπίζουμε την λεγόμενη «ποιητική της κυοφορίας»,[6] για να δανειστούμε την ορολογία της Αθηνάς Βογιατζόγλου, όχι στην ποιητική ενότητα ‘Το Πυρ το Εσώτερον,’ αλλά, αντιθέτως, στην ενότητα ‘Ιερή Γεωγραφία. Αναστοχασμοί του αχειροποίητου και του κτιστού’.

Στην ‘Ιερή Γεωγραφία’ έχουμε να κάνουμε με ένα ολοκληρωμένο ποίημα, καθότι θεωρούμε πως οι πολύ μικρές ‘Αφιερώσεις’ με τις οποίες κλείνει η ενότητα (ουσιαστικά, οι ‘Αφιερώσεις’ είναι ποιητικές προτάσεις αφιερωμένες σε όλα όσα αγαπά[7] και σε όλα όσα ανακαλεί με αγάπη), αποτελούν την ‘συνέχεια’ του κύριου, του βασικού ποιήματος. Και ένας ενδιαφερόμενος αναγνώστης μπορεί εύλογα να αναρωτηθεί: Σε ποια αποσπάσματα του ποιήματος εντοπίζεται η ‘ποιητική της κυοφορίας’; Στο μίκρο-ποίημα (ή μήπως στον ποιητικό στοχασμό’) «Το χώμα σκάβω να φυτέψω ένα λουλούδι και το ποτίζω για να ριζωθεί. Αυτή τη λάσπη μόνο δεν φοβάμαι».[8]

Σε αυτό το γεμάτο από νοήματα ποίημα η ποιήτρια φυτεύει ένα λουλούδι για να το ‘κυοφορήσει’ ωσάν γυναίκα (ας θυμηθούμε τα Κυκλαδικά ειδώλια) η γη, με την ίδια έκτοτε να περιμένει το αποτέλεσμα της ‘κυοφορίας’: Το λουλούδι που θα προκύψει και θα είναι αρκετό προκειμένου να προσεγγίσει αλλιώς, με περισσότερη αισιοδοξία, τα πράγματα. Την ομορφιά η οποία θα αποτελέσει ‘καύσιμη ύλη’ για την δημιουργία ενός ποιήματος.

Με αφορμή αυτό το ποίημα, μας δίνεται η ευκαιρία να πούμε πως η Μαρία Σκουρολιάκου εμπίπτει στην κατηγορία εκείνη των ποιητών που δεν τους ενδιαφέρει μόνο το ‘πριν’ αλλά και το ‘μετά’. Έτσι λοιπόν, το ‘πριν’ (φυτεύω το λουλούδι με υπομονή και προσεκτικά), δεν μπορεί να ιδωθεί ξεχωριστά από το ‘μετά,’ ήτοι από το αποτέλεσμα της ‘κυοφορίας’. Η ίδια ως ποιήτρια που αποδίδει μεγάλη έμφαση στη γλώσσα, ‘κυοφορεί’ λέξεις. Άλλο απόσπασμα; «Τραγουδιστά σεντόνια! Σώματα χορεύουν στ’ Άϊ Γιάννη τις φωτιές».[9]

Σε αυτή την ποιητική ‘μικρογραφή,’ ο χορός ατόμων γνωστών και άγνωστων μεταξύ τους, ‘κυοφορεί’ ελπίδα και πίστη. Όπως ελπίδα και χαμόγελο (χιούμορ, θα μας έλεγε ο Σάμιουελ Μπέκετ) μπορεί να ‘κυοφορήσει’ ακόμη και ο θάνατος. Η ποιήτρια, βήμα-βήμα, υφαίνει έναν πυκνό αφηγηματικό ‘ιστό’, εντός του οποίου το μέσα και το έξω, το πάνω (ο ουρανός) και το κάτω (η γη), το γλωσσικό με το εξω-γλωσσικό στοιχείο, το ποιητικό με το μη-ποιητικό.

Και στο επίκεντρο όλων των ποιητικών ενοτήτων που συν-αποτελούν τις ‘Μικρογραφές’ τίθεται ο άνθρωπος, ο κατά Agamben και Μαρία Σκουρολιάκου, ‘Homo Sacer’. Ο άνθρωπος που πρέπει να ‘ζει την κάθε στιγμή,’ στις ‘Μικρογραφές εξιδανικεύεται, [10] και καθίσταται ο δημιουργός του δικού του βιογραφικού ζωής. Κάθε στιγμή. Και ένας δεύτερος και εξίσου βασικός πυλώνας της συλλογής είναι η έλλειψη αυτού που τόσο εύστοχα και παραστατικά ο κριτικός και μεταφραστής Κώστας Κουτσουρέλης ονομάζει ως «σπουδαιοφανής πόζα».[11]

Ελλείψει αυτής της πόζας, μέσα στη συλλογή υπεισέρχεται η «χαρά της λέξης».[12] «Στιγμές που τρίζουν μάτια που ισκιώνουνε τα χρόνια και των δακτύλων οι αραιές διαδρομές σαν τους συρμούς τα απογέματα. Ένα τσιγάρο ισορροπεί ανάμεσα καπνίζοντας αστέρια μες τη νύχτα».[13]

Η ποιήτρια αναφέρεται σε κάποια αγαπημένα πρόσωπα όπως είναι η μητέρα της με κάποια ελαφριά συστολή. Της αρκεί να θυμηθεί (και όχι να θυμίσει σε κάποιον τρίτο) την καθοριστική σημασία που είχε για την διαμόρφωση της. Πόσο η μορφή της μητέρας, είτε αυτή είναι ζωντανή είτε νεκρή, μπορεί να ωθήσει κάποιον να ασχοληθεί με την ποίηση;

Όπως και ο τίτλος της συλλογής, έτσι και οι ποιητικές ενότητες έχουν τίτλους και υπότιτλους, κάτι που αποδεικνύει πως η ποιητική στρατηγική της Μαρίας Σκουρολιάκου δεν πρέπει να ιδωθεί απλά και μόνο υπό το πρίσμα της συμπύκνωσης. Της ποιητικής συμπύκνωσης. Είναι ορθότερο να πούμε πως οι διάφοροι στοχασμοί της εμπεριέχουν εντός της το στοιχείο της εμβάθυνσης, κυρίως σε καταστάσεις. Σε μικρές προσωπικές στιγμές του παρελθόντος και του παρόντος. Το ποιητικό ‘Εγώ’ (ας θυμηθούμε τον Jan Wagner) αλλοιώνεται και χάνεται εάν δεν αλληλεπιδράσει με το ‘Εσύ.’ Εξ ού και οι διαρκείς προτροπές: ‘Δες, πίστεψε στο ‘θαύμα’, μιλά, χτίσε.’

 

_____

[1] Θεωρητικώ τω τρόπω, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και ειδικότερα το Facebook, λειτουργεί ως ‘ψηφιακός χώρος’ εντός του οποίου λαμβάνει χώρα η αλληλεπίδραση μεταξύ αναγνωστών ή αλλιώς, η ανταλλαγή γνωμών σχετικά με το περιεχόμενο μίας ποιητικής συλλογής. Το Facebook προσφέρει την ‘ευκαιρία’ εκείνη που δεν προσφέρουν άλλες πλατφόρμες επικοινωνίας. Και ποια είναι αυτή η ‘ευκαιρία’; Είναι η ‘ευκαιρία’ της γνωριμίας και της συζήτησης μεταξύ ποιητή και αναγνώστη. Μεταξύ ποιητή και αναγνωστών. Ας αναλογιστούμε μόνο πόσο δυσκολότερη ήσαν αυτή η απευθείας επικοινωνία όλα τα προηγούμενα χρόνια (και δεν αναφερόμαστε μόνο στην περίοδο πριν από την Μεταπολίτευση του 1974), στο εγκάρσιο σημείο όπου ο μεν ποιητής έρχεται εγγύτερα στον αναγνώστη δίχως όμως να απωλέσει την ιδιότητα του και το συμβολικό ‘προνόμιο’ να είναι αυτός που μπορεί να ερμηνεύσει καλύτερα από τον καθένα το έργο του, και, ο δε αναγνώστης να θέσει ερωτήματα τα οποία άλλοτε δεν θα μπορούσε (ή ακόμη και θα δίσταζε, εάν συναντούσε έναν καταξιωμένο ποιητή δια ζώσης), να θέσει. Ερωτήματα περί ποιητικής συλλογής και περί ποιητικής τέχνης. Εμβαθύνοντας περισσότερο και λαμβάνοντας υπόψιν την πολύ σημαντική διδακτορική διατριβή της Μαρίας Μπουτζέτη περί της επικοινωνίας που συντελείται εντός των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, θα επισημάνουμε πως αφενός μεν η επικοινωνία μεταξύ ποιητή και αναγνώστη μπορεί να φέρει την κλασική μορφή «από τα κάτω προς τα επάνω», εκεί όπου την πρωτοβουλία για την επαφή την αναλαμβάνει ο αναγνώστης ξεκινώντας την συζήτηση με ένα απλό ‘Συγχαρητήρια!’ (για την νέα ποιητική συλλογή), και, αφετέρου δε, μπορεί να αποκτήσει την μορφή ‘από τα επάνω προς τα κάτω’, εκεί όπου ο ποιητής που τον παρακινεί η επιθυμία της επικοινωνίας, της επαφής, είναι αυτός που μπορεί να ρωτήσει έναν αναγνώστη: ‘Τι σημαίνει για εσένα ποίηση’; Την σημερινή εποχή ο ποιητικός λόγος δεν έχει απλά ‘εκδημοκρατιστεί’, κάτι που σημαίνει πως όλο και περισσότεροι πολίτες τολμούν να δοκιμαστούν στον ποιητικό λόγο ή αλλιώς, να γράψουν ποίηση, αλλά, έχει ‘αποκεντρωθεί’ κιόλας, πράγμα που σημαίνει πως λόγω της αυξανόμενης χρήσης των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, έχει φθάσει ‘παντού,’ ακόμη και σε μικρά χωριά και σε δυσπρόσιτες περιοχές. Και χρήζει θεωρητικής επισήμανσης πως σε πολλές περιπτώσεις, η επικοινωνία μεταξύ ποιητή και αναγνωστών, δεν διαθέτει «επιτήδευση», για να παραπέμψουμε στην ανάλυση των Brants & Voltmer. Βλέπε σχετικά, Brants, Kees., & Voltmer, Katrin., ‘Political Communication in Postmodern Democracy. Challenging the primacy of politics,’ Chippenham & Eastbourne, Great Britain, Palgrave Macmillan, 2011. Βλέπε και, Μπουτζέτη, Μαρία., ‘Εξατομικευμένη πολιτική επικοινωνία στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης,’ Διδακτορική Διατριβή, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, 2020, σελ. 19, Διαθέσιμη στο: Εξατομικευμένη πολιτική επικοινωνία στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης (didaktorika.gr)

[2] Βλέπε σχετικά, Πατίλας, Δημήτριος., ‘Το ποιητικό σύμπαν του Γιάννη Ρίτσου από την Τέταρτη Διάσταση ως το Αργά Πολύ Αργά Μέσα στη Νύχτα: Οι πολύστιχες συνθέσεις της ωριμότητας,’ Διδακτορική Διατριβή, Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, 2007, σελ. 227, Διαθέσιμη στο: Το ποιητικό σύμπαν του Γιάννη Ρίτσου από την Τέταρτη Διάσταση ως το Αργά Πολύ Αργά Μέσα στη Νύχτα: Οι πολύστιχες συνθέσεις της ωριμότητας (didaktorika.gr) Επίσης, Γιατρομανωλάκης, Γιώργης., ‘Ιστορική Επιφάνεια και Βάθος,’ Αφιέρωμα στον Γιάννη Ρίτσο, Αθήνα, 1981, σελ. 219. Εν είδει υποθέσεως εργασίας, θα υποστηρίξουμε πως τόσο η ποιήτρια Μαρία Σκουρολιάκου, όσοι και άλλοι σύγχρονοι Έλληνες ποιητές, δεν επενδύουν συμβολικούς και γλωσσικούς πόρους προς την κατεύθυνση του ποιήματος «ακροστιχίδα», κατά τον Κυπριακής καταγωγής ποιητή, Θεοφάνη Θεοφάνους. Αν και έχει συνδεθεί με την εκπαιδευτική διαδικασία (με την γλωσσική εκπαίδευση μικρών μαθητών), η ακροστιχίδα θα μπορούσε να αξιοποιηθεί και από ποιητές, ειδικά εάν αυτοί επιθυμούσαν να προσδώσουν μία περισσότερο παιγνιώδη μορφή σε ένα ποίημα τους. Εάν ‘φλέρταραν’ με την αντίληψη πως η ποίηση ‘γράφεται από μεγάλα παιδιά που δεν έχουν πάψει να ονειρεύονται’. Παραπέμπουμε τον ενδιαφερόμενο αναγνώστη στην ποιητική συλλογή του Θεοφάνη Θεοφάνους με τίτλο ‘Μ’ ένα βλέμμα κι ένα φιλί!, όπου και γίνεται λόγος περί του ποιήματος-ακροστιχίδα.

[3] Βλέπε σχετικά, Σκουρολιάκου, Μαρία., Ποιητική Ενότητα ‘Τέθριππα. 42 τετραποστάγματα υπαρξιακού σελαγισμού,’ Ποιητική Συλλογή ‘Μικρογραφές. Ποιητικοί Στοχασμοί,’ Κέντρο Ευρωπαϊκών Εκδόσεων Χάρη Πάτση, Αθήνα, 2024, σελ. 9. Το εναρκτήριο ποίημα όχι μόνο της πρώτης ποιητικής ενότητας αλλά και της ποιητικής συλλογής γενικότερα, βρίθει μεταφορών («Στο θυμιατό του νυχτολούλουδου», «γράφουν συνθέσεις τα πουλιά») και διαφόρων συμβολισμών, ‘φλερτάροντας’ με αυτό που η καθηγήτρια Φιλολογίας στο King’s College του Λονδίνου Αγαθή Γεωργιάδου, προσδιορίζει ως «εικονιστική ή οπτική ποίηση» (pattern ή figure poetry). Σύμφωνα με την Αγαθή Γεωργιάδου η οποία μας παρέδωσε μία κατατοπιστική όσο και πρωτότυπη μελέτη για τον σχέση του ποιητή Νικηφόρου Βρεττάκου με αυτό το είδος ποίησης, η «ποίηση αυτή δημιουργείται για να βλέπεται και όχι μόνο να διαβάζεται όπως η παραδοσιακή ποίηση. Στηρίζεται σε μια διάταξη στίχων που μετατρέπουν το γλωσσικό μήνυμα σε οπτικό». Στην περίπτωση της Μαρίας Σκουρολιάκου, δεν μπορούμε να κάνουμε λόγο για μία αλλαγή της στιχουργικής διάταξης ώστε το μήνυμα, το όποιο μήνυμα, να μετατραπεί από «γλωσσικό σε οπτικό». Εάν συνέβαινε κάτι τέτοιο, τότε θα είχαμε ποιήματα γραμμένα σε πυραμιδική μορφή, για παράδειγμα. Όμως, επειδή εκλείπει η μορφή εκείνη που θα μας επέτρεπε να κάνουμε λόγο, σε ένα θεωρητικό επίπεδο, για «οπτική ποίηση», δεν σημαίνει πως εντός ποιήματος δεν συγκροτούνται ζεύγη εικόνων, όχι αντιθετικών όσο διαλεκτικών συνδεδεμένων μεταξύ τους. Και αυτές οι εικόνες αποκτούν μία ιδιαίτερη δυναμική, με αποτέλεσμα ο αναγνώστης να μην έχει παρά να ενεργοποιήσει το φαντασιακό του και τότε θα ‘αντικρίσει’ έναν ολόκληρο ‘φυσικό κόσμο’ να του αποκαλύπτεται. Κινούμενοι θεωρητικά, επιθυμούμε να προβούμε σε δύο επιπλέον παρατηρήσεις: Πρώτον, είναι σε αυτό το ποίημα όπου κατά κύριο λόγο διαφαίνεται το ό,τι η ποιήτρια ομνύει σε μία ενότητα ανθρώπου και φύσης. Νου και γλώσσας. Τόπου και ομορφιάς. Και δεύτερον, επιχειρεί την σύνδεση του ονείρου και δη του καθημερινού ονείρου με την έννοια της ομορφιάς: ‘Εάν ονειρεύεσαι διαρκώς (ας μην ξεχνάμε πως το αρχικό ‘δες’ έχει ως μοναδικό αποδέκτη τον αναγνώστη), και υπό δύσκολες συνθήκες, τότε θα παραμείνεις όμορφος εσωτερικά.’ Να πως η θεωρητική εμβάθυνση μας επιτρέπει να διατυπώσουμε άλλη μία υπόθεση εργασίας. Και ποια είναι αυτή; Ας το δούμε αναλυτικότερα. Εάν η Μαρία Σκουρολιάκου ομνύει σε ένα όνειρο όχι ‘τρελό’ όπως λέει και το γνωστό τραγούδι αλλά καθημερινό, τότε ο Οδυσσέας Ελύτης δίνει έμφαση, ιδίως στην ποιητική του συλλογή ‘Άξιον Εστί’ στο μεγάλο ‘όραμα’ που υπερβαίνει τα επιμέρους μικρά και καθημερινά ‘όνειρα’. Βλέπε σχετικά, Γεωργιάδου, Αγαθή., ‘Ο Βρεττάκος και η οπτική ποίηση,’ Διαθέσιμο στο: (99) Ο Βρεττάκος και η οπτική ποίηση | Agathi Ν Georgiadou – Academia.edu Για την ποιήτρια που δεν δηλώνει ρητά ‘φυσιολάτρης,’ η φύση ήσαν και παραμένει η πρώτη και βασική ‘οικία’ του ανθρώπου. Πιάνουμε το νήμα από εκεί όπου το αφήσαμε στην υποσημείωση νούμερο ‘1’, όταν και παραπέμψαμε στην διδακτορική διατριβή της Μαρίας Μπουτζέτη. Εάν για τον Οδυσσέα Ελύτη το ‘όραμα’ συνιστά τον μόνο τρόπο για να αντιμετωπίσουμε αποτελεσματικά την ‘κακοφωνία’, τότε κάτι παρόμοιο ισχύει και για την Μαρία Σκουρολιάκου. Για την οποία το ‘όνειρο’ (και η ποίηση όμως), συνιστά τον μόνο τρόπο για να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά η κακοφωνία της εποχής μας. Βλέπε και, Εξατομικευμένη πολιτική επικοινωνία στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης…ό.π., σελ. 19.

[4] Για τον Derrida, ιδίως για τον ύστερο Derrida, η γραφή είναι ίσως ο μόνος τρόπος για να προλάβουμε το ‘Κακό’ από το να εκδηλωθεί ξανά, επηρεάζοντας τις ζωές μας. Και πως μπορούμε να το προλάβουμε; Απλά γράφοντας για αυτό και κατονομάζοντας το.

[5] Βλέπε σχετικά, Derrida, Jacques., ‘Μα τι ακριβώς δέχεται, ξαφνικά, μια γλώσσα υποδοχής;’ Μετάφραση: Κολλέτ, Κατερίνα, Περιοδικό Ποίηση, Τεύχος, 18, Διαθέσιμο στο: Derrida-Ma-ti-akrivos-dechetai-xafnika-mia-glossa-ypodochis-2001.pdf (frenchphilosophy.gr) Στην ποιητική ενότητα με τίτλο ‘Λάμπα Θυέλλης. 11+12 μικροί κανόνες,’ ο ποιητικός λόγος καθίσταται ενίοτε χειμαρρώδης, βαθιά εξομολογητικός (η ίδια αυτο-προσδιορίζεται ως «χαμομηλάκι» προκειμένου να διατηρήσει την αθωότητα της), επικριτικός (δεν θα πούμε καταγγελτικός) προς όλους όσοι ‘λεηλατούν το Π’ της Ποίησης, προς όλους όσοι ‘προδίδουν αξίες, ιδανικά και σύμβολα,’ σχεδόν αφοριστικός με μία Καζαντζακική χροιά («όποιος δημιουργεί για να μείνει αθάνατος έχει ήδη πεθάνει»), απολύτως αντιπροσωπευτικός αυτού που νιώθει: Πίκρα και θυμό για την εξέλιξη των πραγμάτων. Θα μπορούσαμε να το θέσουμε και διαφορετικά: Η ποιήτρια προσπαθεί να συγκρατηθεί αλλά δεν το καταφέρνει, αφήνοντας να ‘πλημμυρίσει’ το χαρτί με λέξεις ‘θυμωμένες’ (άδειες από οποιοδήποτε θετικό συναίσθημα) που δεν κάνουν κάτι άλλο από το να υποδεικνύουν τον ‘ένοχο’. Από το να προειδοποιούν. «Δυο ρόδια δώσε μου. Σπασμένα. Κι ένα ζεϊμπέκικο βαθύ με τ’ ανοιγμένα χέρια του Τσαρούχη στον Παράδεισο να στροβιλίζεται, αληθινή πατρίδα μέσα στους προδότες. Στον δικό σου λαβύρινθο μην κάμεις το λάθος και δώσεις ποτέ σε άλλον τον μίτο. Το βλέμμα ζητείται που και στα σκοτάδια βλέπει. Ποίηση τη λέξη σου υπερασπίσου Σου λεηλατούν ασύστολα το Π. Οι λέξεις σε θολό καιρό σώμα δεν έχουν. Η μελέτη της αθωότητας γεννά αγάπη. Η επίγνωση της ματαιότητας σοφία. Ολάκερος ο νους γεμάτος λέξεις. Τη ντροπή πουθενά δεν τη βρήκαν»; Επρόκειτο περί μικρών δίστιχων και τρίστιχων που λειτουργούν ως ‘ποιητικό στοχασμοί.’ Βλέπε σχετικά, Σκουρολιάκου, Μαρία., ‘Λάμπα θυέλλης. 11+12 μικροί κανόνες,’ Ποιητική Συλλογή ‘Μικρογραφές. Ποιητικοί Στοχασμοί….ό.π., σελ. 39, 40-41. Οι επιμέρους ποιητικές ενότητες της συλλογής είναι όπως είπαμε οκτώ, και έχουν τα εξής ονόματα: ‘Τέθριππα,’ ‘Ιερή Γεωγραφία,’ ‘Ανθρώπων Μέτρα,’ ‘Λάμπα Θυέλλης,’ ‘Το Πυρ το Εσώτερον,’ ‘Επι-πτώσεις,’ ‘Ερωτικό Συντακτικό,’ ‘Προς Δυσμάς’.

[6] Βλέπε σχετικά, Βογιατζόγλου, Αθηνά., ‘Η ποιητική της κυοϕορίας στο έργο της Άντειας

Φραντζή,’ στο: Βογιατζόγλου, Αθηνά., (επιμ.), ‘Συνομιλίες ποιητών. Μεταπλάσεις, παρωδίες και αντίλογοι στη νεοελληνική ποίηση του 20ου αιώνα,’ Εκδόσεις Gutenberg, Αθήνα, 2019. Όταν η Μαρία Σκουρολιάκου αναφέρεται στον έρωτα (βλέπε το ‘Ερωτινό Συντακτικό’) δεν παρωδεί.

[7] Ευρύτερα ομιλώντας, θα υπογραμμίσουμε πως όχι μόνο η ‘αγάπη’ αλλά και η έννοια του ‘θαύματος’ συνιστά μία από τις ‘σταθερές’ της ποίησης της Μαρίας Σκουρολιάκου. Θα επιχειρήσουμε να καταγράψουμε αναλυτικά το πως προσεγγίζει η ποιήτρια την συγκεκριμένη έννοια λαμβάνοντας όμως υπόψιν, προκειμένου να καταφέρουμε κάτι τέτοιο, την συνολική ποιητική της διαδρομή και όχι μόνο την ποιητική συλλογή ‘Μικρογραφές. Ποιητικοί Στοχασμοί’. Κατ’ αρχάς, η ποιήτρια ‘απογυμνώνει’ την έννοια του ‘θαύματος’ από θρησκευτικές συνδηλώσεις, συγκλίνοντας ως προς αυτό, με την καταγόμενη από τα Τρίκαλα Ημαθίας, Αρετή Γκανίδου, για την οποία το ‘θαύμα’ συνδέεται διαλεκτικά με την ‘σωτηρία’: Εάν μία γυναίκα καταφέρει να σωθεί στο μακρινό Μεξικό από τις συμμορίες που λυμαίνονται τους δρόμους, τότε αυτό συνιστά ‘θαύμα’. Όσον αφορά τον ποιητικό λόγο της Αρετής Γκανίδου, θα τονίσουμε πως από την μία πλευρά στερείται φεμινιστικών ή νεο-φεμινιστικών προεκτάσεων, παρά το ό,τι πασχίζει να ανασυνθέσει ιστορίες γυναικών που δεν γνωρίζει και που δεν ειπώθηκαν ποτέ, και, από την άλλη, δεν είναι εφικτή μία κατηγοριοποίηση τύπου ‘πρώιμη και ύστερη Γκανίδου’. Και για ποιον λόγο συμβαίνει αυτό; Συμβαίνει πως δεν έχει γράψει πολλές ποιητικές συλλογές ώστε να επιχειρήσουμε να προβούμε σε έναν διαχωρισμό με βάση τον χρόνο ή την χρονική διάρκεια κατά την οποία γράφτηκαν αυτές οι ποιητικές συλλογές, εντοπίζοντας τις αλλαγές που έχουν επέλθει στο ποιητικό της ύφος. Στις θεματικές με τις οποίες καταπιάνεται. Αυτό ακριβώς θα μπορούσε να συμβεί με την Μαρία Σκουρολιάκου η οποία έχει μία πορεία χρόνων στην ελληνική ποίηση, ξεκινώντας από το 1999 και το ‘Αντίδωρο Καρδιάς’. Τώρα, επιστρέφοντας στα του ‘θαύματος’ θα σημειώσουμε πως, πρώτον, η ποιήτρια θεωρεί πως το ‘θαύμα’ προκύπτει μετά από μία απρόοπτη γνωριμία σε κάποιον χώρο. Και επίσης, προκύπτει κατά την διάρκεια μίας συζήτησης ή αλλιώς, μίας γλωσσικής αλληλεπίδρασης που μπορεί να έχει κάποιος με ένα πρόσωπο που γνώρισε πριν από λίγο: ‘Τι πιο ωραίο από το να κάνεις χρήση από κοινού με ένα πρόσωπο που γνώρισες πριν από λίγο, του ‘δώρου’ της γλώσσας’; Σε αυτό το σημείο γινόμαστε ολίγον τι ‘Βιτγκεστιανοί’ (από τον Γερμανό φιλόσοφο Λούντβιχ Βιτγκενστάιν), πράγμα όμως που είναι απαραίτητο για την ανάλυση μας. Δεύτερον, η Μαρία Σκουρολιάκου, θεωρεί πως το ‘θαύμα’ προκύπτει την στιγμή ακριβώς που συναντάσαι με έναν παλαιό φίλο, συνάντηση που λειτουργεί ως έναυσμα για την ενεργοποίηση της μνήμης και των δύο. Και που βρίσκεται εδώ το ‘θαύμα’; Στην συνειδητοποίηση δια της ενεργοποίησης της μνήμης, πως υπήρξες και εξακολουθείς να υπάρχεις. Πως μπορείς και βλέπεις να καθρεφτίζεται στον Άλλον η παλαιά σου ζωή. Τρίτον, η ποιήτρια θεωρεί ως ‘θαύμα’ την γέννα (μία γυναίκα φέρνει στον κόσμο ένα παιδί), την δημιουργία, όποια μορφή κι αν έχει αυτή, σε ένα πολύ λεπτό σημείο όπου στο προσκήνιο τίθεται και το ‘θαύμα’ το οποίο παράγεται την στιγμή ακριβώς που επισκέπτεσαι έναν ιστορικό χώρο (τον «Παρθενώνα», τις «Μυκήνες», την «Κνωσό» και θα συμπληρώσουμε το Ανάκτορο των Αιγών), και συνειδητοποιείς την ισορροπία και την ομορφιά που σε περιβάλλει. Τότε το ‘θαύμα’ συνδέεται ή ορθότερα, ταυτίζεται με την ομορφιά. Στην ποίηση της Μαρίας Σκουρολιάκου, όπως η ομορφιά υπάρχει παντού αρκεί να είμαστε σε θέση να την αντιληφθούμε (‘πάντ’ ανοιχτά, πάντ’ άγρυπνα, τα μάτια της ψυχής μου,’ έγραφε ο Διονύσιος Σολωμός/Και αυτή την αρχή κάνει πράξη η ποιήτρια), έτσι βρίσκεται ‘παντού’ και το ‘θαύμα’. Στην αρχή της υποσημείωσης αυτής, αναφερθήκαμε στο γεγονός πως η ποιήτρια δεν σπεύδει να νοηματοδοτήσει την έννοια του ‘θαύματος’ με έναν τρόπο θρησκευτικό. Ορμώμενοι από αυτή την παρατήρηση θα διατυπώσουμε μία νέα υπόθεση εργασίας. Ουδείς εκ των σύγχρονων Ελλήνων ποιητών δεν ενσωματώνει στο ποιητικό του έργο ιερές μορφές όπως οι Άγιοι, ο Χριστός και η Παναγία, με τον τρόπο καθ’ όλα δημιουργικό και ‘έξυπνο’ ποιητικά τρόπο που το έκαναν οι Κώστας Βάρναλης και Γιάννης Ρίτσος.

[8] Βλέπε σχετικά, Σκουρολιάκου, Μαρία., ‘Ιερή Γεωγραφία. Αναστοχασμοί του αχειροποίητου και του κτιστού,’ Ποιητική Συλλογή ‘Μικρογραφές. Ποιητικοί Στοχασμοί…ό.π., σελ. 24. Ως κριτικοί, οφείλουμε να στρέφουμε το βλέμμα και στην ξένη ποίηση που μας έχει δώσει και μας δίνει διαρκώς αξιόλογα δείγματα γραφής. Έτσι λοιπόν, εκτιμούμε θεωρητικά πως η Μαρία Σκουρολιάκου μοιράζεται με τον Γερμανό ποιητή Jan Wagner, τον οποίο δεν μπορούμε να εγγράψουμε στην ρομαντική παράδοση του Γκαίτε και του Σίλερ, την ίδια ‘αγάπη’ για λέξεις και για εκφράσεις που παραπέμπουν στο φυσικό περιβάλλον, στη γη, στην ίδια την κίνηση. Για παράδειγμα, ας δούμε το ποίημα του Jan Wagner που φέρει τον τίτλο ‘ιστορίαι: ονήσιλος’. «Πίσω του επί το έργον: η λεπτουργός μηχανική του σμήνους μες στο καύκαλο, σφιχτοπλεγμένα τα χρυσά γρανάζια των μελισσών». Η ειδική αναφορά στον τρόπο με τον οποίο ‘εργάζονται’ οι μέλισσες (η παρομοίωση καθίσταται ευδιάκριτη και απολύτως επιτυχημένη: Οι μέλισσες ‘χτίζουν’ το δικό τους εργοστάσιο παραγωγής όπως και οι άνθρωποι), φανερώνει κίνηση και δη διαρκή κίνηση. Έξω από αυτή, δυσκολεύεται να υπάρξει η ποίηση του Jan Wagner. Aς δούμε και τους στίχους της Μαρίας Σκουρολιάκου από την ποιητική ενότητα ‘Ανθρώπων μέτρα. 25 επιχειρήματα ισορροπίας.’ «Homo Sacer. Άμορφος χυλός η μέρα σκάβει αθόρυβα τα κύτταρα των αδαών. Ακάθεκτοι σκοτώνουν κάθε μέλισσα που τη ζωή διασώζει όμορφα πετώντας». Και εδώ, ποίηση δεν υπάρχει εξόν της κίνησης της μέλισσας, του πετάγματος της. Όποιος σκοτώνει την μέλισσα, ‘σκοτώνει’ την ποίηση, την ομορφιά και την ζωή την ίδια. Άρα, η Μαρία Σκουρολιάκου ως εγγενώς ταγμένη στο πλευρό κάθε ‘μικρού’ και ταπεινού, καθίσταται περισσότερο ριζοσπαστική, εάν είναι δόκιμος ο όρος, από τον Γερμανό ποιητή. Βλέπε και, Σκουρολιάκου, Μαρία., ‘Homo Sacer,’ ‘Ανθρώπων Μέτρα. 25 επιχειρήματα ισορροπίας,’ Ποιητική Συλλογή ‘Μικρογραφές. Ποιητικοί Στοχασμοί…ό.π., σελ. 34. Επίσης, Wagner, Jan., ‘Το Σπουργίτι του Γκέρικε και άλλα ποιήματα,’ Μετάφραση-Σημειώσεις-Επίμετρο: Κώστας Κουτσουρέλης, Εκδόσεις Κίχλη, Αθήνα, 2018. Διακρίνουμε και ένα άλλο σημείο σύγκλισης μεταξύ των δύο ποιητών που δεν ανήκουν απλά σε διαφορετικές χώρες, αλλά και σε διαφορετικές γενιές. Όπως υποστηρίζει ο Jan Wagner, το ποίημα «βοηθά το σκοπίμως παραθεωρημένο να κερδίσει την προσοχή που του αξίζει και το εκ πρώτης όψεως τετριμμένο να λάμψει». Αυτό ακριβώς πράττει η Μαρία Σκουρολιάκου στις ‘Μικρογραφές’ της: Βοηθά το «εκ πρώτης όψεων τετριμμένο να λάμψει». Ο δε τίτλος που επιλέγει η ίδια (‘Homo Sacer’), παραπέμπει ευθέως στον τίτλο (διακειμενικότητα) ενός γνωστού δοκιμίου του Ιταλού πολιτικού φιλοσόφου Τζόρτζιο Αγκάμπεν, που δεν είναι άλλος από ‘Homo Sacer.’

[9] Βλέπε σχετικά, Σκουρολιάκου, Μαρία., ‘Ιερή Γεωγραφία. Αναστοχασμοί του αχειροποίητου και του κτιστού,’ Ποιητική Συλλογή ‘Μικρογραφές. Ποιητικοί Στοχασμοί…ό.π., σελ. 25. Για τον άλλοτε πρύτανη του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών Θεοδόση Πελεγρίνη, το χιούμορ συνιστά «έκφανση του κωμικού». Αυτό που μας ενδιαφέρει περισσότερο, καθίσταται ο τρόπος με τον οποίο προσδιορίζει την έννοια του γέλιου ή του χιούμορ η Μαρία Σκουρολιάκου, η οποία καθίσταται (στις ‘Μικρογραφές’ διακρίνουμε και την επιρροή από την ‘Μαρία Νεφέλη’ του Οδυσσέα Ελύτη), Μπεκετική. Και τι σημαίνει κάτι τέτοιο; Σημαίνει πως προσδίδει στο γέλιο μία οιονεί «ανατρεπτική λειτουργία», κατά την ανάλυση του Θωμά Τσακαλάκη, εκεί όπου, ουσιαστικά μετά θάνατον, η ποιήτρια ζητά από κάποιο αγαπημένο της πρόσωπο να «γελά». Άλλως πως, απαιτεί κάτι τέτοιο με έναν τρόπο που φανερώνει οικειότητα και τρυφερότητα: «Σαν θα μισέψω θέλω να ‘μια το πιο μικρό χαμομηλάκι που πατάς. Να σου φωνάζω ευωδιαστά «γέλα καρδιά μου». Η έκφραση «γέλα καρδιά μου», έτσι όπως τοποθετείται, αμβλύνει την συγκινησιακή διάσταση που μπορεί να αποκτήσει το ποίημα, θέτοντας στο επίκεντρο το γέλιο και ως «ανατρεπτική» διαδικασία (εδώ ‘ανατρέπεται’ η κλασική συνθήκη του πένθους και του θρήνου/Αντί θρήνου, η ποιήτρια ζητεί γέλιο πηγαίο και δυνατό), και ως ‘απελευθερωτική’ για το άτομο, το οποίο έτσι οφείλει να συνεχίσει να ζει: Γελώντας. Και αυτό είναι ‘μάθημα.’ Η Μαρία Σκουρολιάκου, «συνειδητοποιεί την κωμικότητα όλων όσα ο άνθρωπος θεωρεί τραγικά», κατά τον Θωμά Τσακαλάκη. Βλέπε σχετικά, Πελεγρίνης, Θεοδόσης., ‘Λεξικό της Φιλοσοφίας,’ Εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα, 2009. Και, Τσακαλάκης, Θωμάς., ‘Η ανατρεπτική λειτουργία του μπεκετικού χιούμορ στην επικοινωνιακή διαδικασία και οι ηθικοπολιτικές του προεκτάσεις στην κοινωνία του θεάματος,’ Διδακτορική Διατριβή, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, 2012, Διαθέσιμη στο: Η ανατρεπτική λειτουργία του μπεκετικού χιούμορ στην επικοινωνιακή διαδικασία και οι ηθικοπολιτικές του προεκτάσεις στην κοινωνία του θεάματος (didaktorika.gr)

[10] Βέβαια, θα ισχυρισθούμε πως ομνύοντας στον Άνθρωπο, η ποιήτρια μένει εκεί, κάτι που σημαίνει πως αποφεύγει να προβεί σε παιγνιώδεις διαχωρισμούς μεταξύ Ανθρώπου ή Ανθρώπων και διαφόρων άλλων κατηγοριών. Ουσιαστικά, ο Άνθρωπος στερείται κάθε ιδιότητας και απογυμνώνεται: Και αυτόν τον ‘γυμνό’ και ‘αλλοτριωμένο’ άνθρωπο σπεύδει να υπερασπιστεί η Μαρία Σκουρολιάκου. Δεν μπορούμε να κάνουμε λόγο για την υποκειμενοποίηση του Ανθρώπου, από την στιγμή όπου αυτός δεν λειτουργεί εντός της ποιητικής της συλλογής ως υποκείμενο που ‘γράφει διαρκώς’ την ιστορία. Οι αμιγώς πολιτικές πράξεις δεν καταλαμβάνουν κάποια ιδιαίτερη θέση εντός της συλλογής διότι ‘λερώνουν’ τον Άνθρωπο. Η σωτηρία, είναι ‘ατομική υπόθεση του καθενός’. Η ‘απο-θρησκευτοποίηση’ προκύπτει και στο ακόλουθο ποίημα: «Πέρασαν από εδώ αετοί και σταυραετοί θα’ λέγε η προγιαγιά του Πλάτωνα∙ και η δική μου αρπάζοντας μια χούφτα χώμα σοφά ψιθύριζε: Ιδού ο άνθρωπος». Οπότε, συμπερασματικά, ‘είμαστε χώμα και σκόνη’ και όχι ‘σώμα και αίμα Χριστού’.

[11] Βλέπε σχετικά, Κουτσουρέλης, Κώστας., ‘Ο ποιητής Jan Wagner,’ στο: Wagner, Jan., ‘Το σπουργίτι του Γκέρικε και άλλα ποιήματα…ό.π.

[12] Βλέπε σχετικά, Κουτσουρέλης, Κώστας., ‘Ο ποιητής Jan Wagner,’ στο: Wagner, Jan., ‘Το σπουργίτι του Γκέρικε και άλλα ποιήματα…ό.π.

[13] Βλέπε σχετικά, Σκουρολιάκου, Μαρία., ‘Προς Δυσμάς,’ Ποιητική Συλλογή ‘Μικρογραφές. Ποιητικοί Στοχασμοί…ό.π., σελ. 70.

Ακολουθήστε μας

Ένα βιβλίο όταν ανοίγεις… – Derlatka Caroline

Ένα βιβλίο όταν ανοίγεις… – Derlatka Caroline

γράφει η Κατερίνα Σιδέρη Το σημερινό βιβλίο θα σας καταπλήξει, όπως έκανε και σε μένα! Από τον τίτλο ακόμα, αντιλαμβάνεσαι ότι κρύβει κάτι μαγικό, κάτι συναρπαστικό. Αλήθεια τι γίνεται όταν ανοίγεις ένα βιβλίο και δη ένα παιδικό βιβλίο με μια ξεχωριστή εικονογράφηση?...

«Vambeer για βρικόλακες», της Αντιγόνης Πόμμερ

«Vambeer για βρικόλακες», της Αντιγόνης Πόμμερ

γράφει ο Πάνος Τουρλής Ο βίγκαν βρικόλακας Ερνέστο που τόσο αγαπήσαμε στα προηγούμενα βιβλία της σειράς βρίσκει μια λύση για να μείνει αθάνατη η καλύτερή του φίλη χωρίς να τη δαγκώσει και να τη μετατρέψει κι εκείνη σε βαμπίρ. Μόνο που έτσι θα ακονίσει περισσότερο το...

Ακολουθήστε μας στο Google News

Επιμέλεια άρθρου

Διαβάστε κι αυτά

ΒιβλιοκριτικέςΠαιδική λογοτεχνία
Υπόθεση Κόκκινος Φάκελος, της Ελένης Ανδρεάδη (Οι μαχητές του Ντάο #3)
Υπόθεση Κόκκινος Φάκελος, της Ελένης Ανδρεάδη (Οι μαχητές του Ντάο #3)

Υπόθεση Κόκκινος Φάκελος, της Ελένης Ανδρεάδη (Οι μαχητές του Ντάο #3)

Γράφει ο Πάνος Τουρλής

ΒιβλιοκριτικέςΠαιδική λογοτεχνία
Ιχνηλάτες της Ιστορίας 2: Ταξίδι στον χρόνο, της Ευγενίας Μανωλίδου
Ιχνηλάτες της Ιστορίας 2: Ταξίδι στον χρόνο, της Ευγενίας Μανωλίδου

Ιχνηλάτες της Ιστορίας 2: Ταξίδι στον χρόνο, της Ευγενίας Μανωλίδου

Γράφει ο Πάνος Τουρλής

0 σχόλια

0 Σχόλια

Υποβολή σχολίου