Νεοελληνική Γλώσσα & Λογοτεχνία Γ΄ Λυκείου
Τα σύγχρονα μουσεία
–
[1] Οι κοινωνικές, πολιτικές, επιστημονικές, επιστημολογικές και πολιτισμικές αλλαγές που χαρακτηρίζουν τις σύγχρονες κοινωνίες, κυρίως από τα μέσα του 20ού αιώνα και ιδιαίτερα τις τελευταίες δεκαετίες, έχουν δημιουργήσει νέα πλαίσια για τα μουσεία. Ένας έντονος μουσειολογικός διάλογος και νέες πρακτικές έχουν αλλάξει και συνεχώς αλλάζουν τη μορφή και τον χαρακτήρα των μουσείων στην εποχή μας. Τα σύγχρονα μουσεία επιδιώκουν να προσαρμόζονται στις νέες κοινωνικές συνθήκες και, μεταξύ άλλων, να αναπτύσσουν συνειδητή επικοινωνιακή πολιτική που μπορεί να τα καθιστά λειτουργικά, βιώσιμα αλλά και φιλικά προς το ευρύ κοινό. Βασικός σκοπός τους δεν είναι πλέον η προστασία και η προβολή του υλικού πολιτισμικού πλούτου, αλλά και η ουσιαστική επικοινωνία με το κοινό τους.
[2] Η σύνθετη διασύνδεση των μουσειακών αντικειμένων και των μουσείων με το κοινωνικό και πολιτισμικό περιβάλλον αποτυπώθηκε καθαρά στον ορισμό του μουσείου, όπως αυτός διατυπώθηκε το 1974 από το Διεθνές Συμβούλιο των Μουσείων: «Ένα μουσείο είναι ένα μη κερδοσκοπικό, μόνιμο ίδρυμα, στην υπηρεσία της κοινωνίας και της ανάπτυξής της και ανοικτό στο κοινό, το οποίο αποκτά, συντηρεί, ερευνά, κοινοποιεί και εκθέτει υλικές μαρτυρίες για τους ανθρώπους και το περιβάλλον τους με το σκοπό της μελέτης, της εκπαίδευσης και της ψυχαγωγίας».
[3] Το μουσείο συνδέεται με την κοινωνική πραγματικότητα μέσα στην οποία λειτουργεί, την ανάπτυξη της οποίας εξυπηρετεί. Το μουσείο δεν είναι ιδιωτική υπόθεση, ακόμα κι αν είναι ιδιωτικό ίδρυμα· είναι άμεσα συνδεδεμένο με την ευρύτερη κοινωνική, πολιτική και πολιτισμική πραγματικότητα, η οποία καθορίζει τις μορφές, τους όρους και τους σκοπούς της λειτουργίας του.
[4] Γενικά τα μουσεία στην εποχή μας λειτουργούν ως χώροι συνάντησης, διαλόγου και επικοινωνίας διαφόρων και διαφορετικών κοινωνικών και πολιτισμικών κόσμων, γι’ αυτό και η φυσιογνωμία τους διαμορφώνεται με βάση την επικοινωνιακή πολιτική που ασκούν. Τα σύγχρονα μουσεία επιδιώκουν ουσιαστικό διάλογο με το κοινό τους. Αν τα μουσεία του 19ου αιώνα ασκούσαν τον παιδευτικό ρόλο τους παρέχοντας ακαδημαϊκή γνώση προς παθητική κατανάλωση από το κοινό, τα σύγχρονα μουσεία ασκούν τον παιδευτικό, αλλά και τον ευρύτερο κοινωνικό και πολιτιστικό ρόλο τους, με βάση την επικοινωνία και το διάλογο που επιδιώκουν να αναπτύσσουν με το κοινό τους.
[5] Παρά το άνοιγμα των σύγχρονων μουσείων προς την κοινωνία και τον ουσιαστικό διάλογο που επιδιώκουν με το κοινό τους, δεν μειώθηκαν οι πολιτικές διαστάσεις των μουσείων ως χώρων εξουσίας. Αν και τα σύγχρονα μουσεία λειτουργούν με βάση μια πλατιά επικοινωνιακή πολιτική, που τα καθιστά, τυπικά, ανοικτά σε όλους, ορισμένες κατηγορίες ατόμων και κοινωνικών ομάδων έχουν ή μπορούν να έχουν πρόσβαση σε αυτά.
[6] Οι πολιτικές διαστάσεις των μουσείων συνδέονται κυρίως με τη δυνατότητά τους να συγκροτούν και να προβάλλουν «αντικειμενικές» όψεις της πραγματικότητας και να παράγουν και να καλλιεργούν αντίστοιχους τύπους γνώσης. Οι πολιτικές διαστάσεις των μουσείων συνδέονται, επίσης, με το προνόμιο αυτών που έχουν πρόσβαση στα μουσεία, που μπορούν να τα «διαβάζουν» και να αξιοποιούν δημιουργικά την αντίστοιχη γνώση. Γι’ αυτό και η μουσειακή εκπαίδευση έχει, μεταξύ άλλων, και πολιτική σημασία, καθώς επιδιώκει να καταστήσει όλους και από μικρή ηλικία, κατά το δυνατόν, ικανούς να αξιοποιούν το δικαίωμά τους στην ουσιαστική πρόσβαση και δημιουργική αξιοποίηση των μουσείων και, γενικότερα, του ευρύτερου υλικού πολιτισμού.Ειρήνη Νάκου, 2001. Μουσεία: Εμείς, τα πράγματα και ο πολιτισμός. Αθήνα: νήσος, σ. 124-127. (Διασκευασμένο απόσπασμα, 507 λέξεις. Ακολουθείται η ορθογραφία του πρωτοτύπου.)
Για να δείτε ολόκληρο το κριτήριο κλικ εδώ!
Για να δείτε όλα τα κριτήρια αξιολόγησης κλικ εδώ!
–