Οι διακοπές… Το αίσθημα της διακοπής της καθημερινότητας, αυτό που όλα παγώνουν, όλα σταματούν και οι ρυθμοί πέφτουν όσο χρειάζεται κάποιος για να χαλαρώσει, να ξεκουραστεί, να ξεμυαλιστεί, να απολαύσει τη θάλασσα ή και το βουνό, να δει συγγενείς και φίλους στα χωριά, να μπει σε νέες περιπέτειες σε νέα μέρη σε άγνωστα νερά.
Οι διακοπές… Αυτή η ανυπομονησία που προηγείται τις μέρες μέχρι να φύγεις… Οι τελευταίες υποχρεώσεις, τα τελευταία τρεξίματα και η προετοιμασία, λες και θα φύγεις για πολύ καιρό.. Οι λίστες που φτιάχνεις στο γραφείο για να μη ξεχάσεις κάτι, οι λογαριασμοί που πληρώνεις πριν φύγεις για να δεις τι απομένει στο λογαριασμό ώστε να κάνεις τα κουμάντα σου. Το καθάρισμα του σπιτιού για να το έχεις έτοιμο στην επιστροφή, το αυτόματο πότισμα στο μπαλκόνι για να ζήσουν τα φυτά που τόσο καιρό φροντίζεις, το κατσαριδοκτόνο που μυρίζει κλειδώνοντας την πόρτα για να αποφύγεις τους απρόσκλητους επισκέπτες και φυσικά ο συναγερμός με το χαρακτηριστικό του ήχο, αυτόν που σε αποχαιρετά…
Οι διακοπές… Κουβαλώντας τις βαλίτσες, τις ομπρέλες και τα καρεκλάκια – πού λεφτά για κυριλάτες ξαπλώστρες - κουβαλώντας το ψυγειάκι για τις ολοήμερες εξορμήσεις, μπαίνεις στο ασανσέρ. Διπλοτσεκάρεις ότι έχεις εισιτήρια, ταυτότητες, κάποια λεφτά, ότι έχεις μαζί φορτιστές και κινητό, και τάμπλετ γιατί είπαμε διακοπές αλλά πώς έτσι; Να μείνουμε χωρίς πρόσβαση στο διαδίκτυο; Δε γίνεται.
Οι διακοπές… Και έχεις φτάσει στο λιμάνι. Η γνωστή μυρωδιά καυσαερίου, τα φουγάρα των καραβιών που ζεσταίνουν τις μηχανές, οι φωνές των λιμενικών που κατευθύνουν τους ανυπόμονους ταξιδιώτες, οι παραθεριστές που λόγω κατοχικού συνδρόμου κουβαλούν όλο το σπίτι λες και όλα τελικά χρειάζονται διακοπές. Παίρνεις ένα καφέ στο χέρι ενώ ταυτόχρονα χαζεύεις τα περιοδικά με τις υπερπροσφορές στο περίπτερο και υπολογίζεις τι να πάρεις για να περάσει η ώρα σου στο καράβι… Τρέχεις να πιάσεις θέση στο σαλόνι για όλη την παρέα, με όρο να έχει πρίζα κοντά για να φορτίζεις συνεχώς, μη και μείνεις χωρίς μπαταρία γιατί πώς θα δεις την ταινία σου, πώς θα κάνεις τσεκ ιν από τη μέση του Αιγαίου, πώς θα ανεβάζεις φωτογραφίες από το καραβίσιο ηλιοβασίλεμα;
Οι διακοπές… Και μέσα στο καράβι λίγο ο θόρυβος της μηχανής, λίγο το βουητό από τον κόσμο, έχεις πονοκεφαλιάσει ήδη στο πρώτο μισάωρο μα δεν το αφήνεις να σε ενοχλήσει. Βγαίνεις στο κατάστρωμα όπου γίνεται το αδιαχώρητο οι συνεπιβάτες - με τα κατοικίδια κυρίως - είναι παντού, η αλμύρα και η υγρασία είναι παντού, ποτίζει το σώμα σου, ο αέρας σου ανακατεύει τα μαλλιά αλλά νιώθεις την αίσθηση της απόλυτης ελευθερίας. Βλέπεις τα απόνερα του καραβιού, βλέπεις άλλα καράβια να τρέχουν παράλληλα και αναρωτιέσαι πού πηγαίνουν, προσπαθείς να υπολογίσεις σε ποιο σημείου του Αιγαίου είσαι.
Οι διακοπές… Παράλληλα με τα λιμάνια, και στις μεγάλες οδικές αρτηρίες τα αυτοκίνητα σημειωτόν παίρνουν το δρόμο της μεγάλης φυγής.. Υπερφορτωμένα με μπαγκαζιέρες, ποδήλατα και ό,τι άλλο μπορεί να φανταστεί κανείς. Στα διόδια οι ουρές ατελείωτες μα όλοι γελούν και τίποτα δεν πρόκειται να χαλάσει τη διάθεσή κανενός. Στις καφετέριες επί της εθνικής γίνεται το αδιαχώρητο, ουρές για ένα καφέ, ένα χυμό ή ένα τοστ, αστεία μεταξύ των πελατών και οι κλασικές ερωτήσεις περί προορισμού και διάρκειας διακοπών… Έχουν καιρό να δουν τέτοιες δόξες οι εργαζόμενοι. Όμως οι αυξήσεις των διοδίων δεν φαίνεται να αποτελεί εμπόδιο για τα μπάνια του λαού.
Οι διακοπές… Μα και στους σταθμούς των ΚΤΕΛ η κατάσταση παρόμοια. Τα εισιτήρια, οι κρατήσεις, τα μπαγκάζια που κλείνουν το δρόμο… Φοιτητές γυρίζουν στις πόλεις τους, ηλικιωμένοι που πλέον δεν οδηγούν πάνε στα χωριά με λεωφορεία, περιοχές που κάποτε εξυπηρετούνταν με τα τρένα, πλέον μόνο με τα ΚΤΕΛ μπορούν να είναι προσβάσιμες…
Διακοπές και όλες οι μεγαλουπόλεις σε αναβρασμό με τους κατοίκους στους δρόμους. Με τους κατοίκους να φεύγουν για μέρη μακρινά και ηλιοβασιλέματα πλάι στη θάλασσα, με μυρωδιές του βουνού, με την προσμονή για νέες αναμνήσεις, για βραδινά ξενύχτια με φίλους, ίσως για κάποιους ξημερώματα με νέους έρωτες, που αφήνουν στο στόμα τη γεύση του αλατιού και στο μυαλό εικόνες που σε συντροφεύουν όλο το χειμώνα.
Διακοπές και όσο αργά έρχεται η μέρα της μεγάλης φυγής, όσο πιο ωραία περνάς στην παραλία και αποκτάς το σοκολατένιο χρώμα, όσο τα παιδιά ξεχνούν προγράμματα και υποχρεώσεις και η παραλία είναι ο πιο τέλειος παιδότοπος, τόσο πιο γρήγορα έρχεται εκείνη η μέρα της επιστροφής. Και δεν είναι ότι γυρίζεις στο σπίτι σου, που μεταξύ μας σου έχει λείψει κιόλας λίγο η βολή σου, είναι ότι γυρίζεις πάλι στην πραγματικότητα και στη ρουτίνα, στα προβλήματα και στις ειδήσεις, στα μνημόνια, στις απεργίες, στις πορείες.
Διακοπές… Και φτάνει η ώρα που μαζεύεις όλη την πραμάτεια και αναρωτιέσαι γιατί τα πήρες όλα μαζί σου, και τα ρούχα έχουν γίνει κουβάρια, οι πετσέτες έχουν κοκαλώσει από το αλάτι και η άμμος είναι παντού… Και με βαριά καρδιά πακετάρεις, κάνεις κι ένα πρόχειρο μάζεμα του εξοχικού για να λες ότι το άφησες καθαρό, και κλείνεις την πόρτα καθώς αναρωτιέσαι τόσες μέρες πώς πέρασαν; Και πώς δεν πρόλαβες ούτε το βιβλίο σου να τελειώσεις, ούτε εκείνον το θείο να δεις που κάθε απόγευμα ανέβαλες. Και κλείνοντας την πόρτα εύχεσαι να γυρνούσες σε εκείνη τη στιγμή που άνοιγες το σπίτι να αεριστεί και να μπει φρέσκος αέρας, και άνοιγες το νερό από την κεντρική παροχή σε εκείνα τα άγρια ξημερώματα που κατάφερες τελικά να φτάσεις. Και θα είχες κάνει τόσα πράγματα διαφορετικά… Λες και ο χρόνος πάλι δε θα περνούσε;
Διακοπές... Και με το τελευταίο σου κουράγιο, μπαίνεις στο καράβι, στο αυτοκίνητο και στο ΚΤΕΛ και τώρα όλα σου φαίνονται τραγικά. Πολύς κόσμος, μεγάλες ουρές στα διόδια, παππούδες μέσα στα ΚΤΕΛ που κουβαλούν καλούδια από τα χωριά. Και τόση υγρασία και αέρας και τόσος κόσμος για ένα καφέ και μία τυρόπιτα στις καφετέριες επί της εθνικής. Μα πού πάνε όλοι αυτοί πάλι; Όλοι μαζί φεύγουμε και όλοι μαζί επιστρέφουμε πια;
Και φτάνοντας πια στο σπίτι σου, παρατάς τα πάντα μέσα στο σαλόνι… Και δεν ξέρεις από πού να αρχίσεις. Να βάλεις πλυντήρια, να ανοίξεις το σπίτι, να ετοιμάσεις κάτι στα παιδιά που έχουν ξελιγωθεί από την πείνα; Να βγεις στο μπαλκόνι να ανασάνεις βλέποντας τη γνώριμή σου θέα, μα ποια θέα; Την απέναντι πολυκατοικία πάλι που έχουν απλώσει κι αυτοί μπουγάδα. Και μέχρι να βάλεις το πλυντήριο έχεις κουραστεί λες και δεν έφυγες ποτέ. Και η πρώτη μέρα περνάει καθώς σκέφτεσαι ότι χθες τέτοια ώρα ήμουν ακόμα στην παραλία, τα παιδιά έφτιαχναν κάστρα και δε γκρίνιαζαν όπως τώρα που είναι κλεισμένα στους τέσσερις τοίχους.
Και την επομένη συνειδητοποιείς ότι αυτό ήταν… Πάλι δουλειά, πάλι ρουτίνα, πάλι καθημερινότητα. Οι διακοπές για φέτος είναι πλέον ανάμνηση – ευχάριστη ή δυσάρεστη- πέρασαν και πάει και για τον υπόλοιπο χρόνο απλά θα σκέφτεσαι και θα ονειρεύεσαι τις επόμενες διακοπές. Και θα κάνεις πλάνα στο βαρετό γραφείο, εκείνες τις μουντές μέρες με τα πρωτοβρόχια, καθώς θα ψάχνεις προορισμούς εναλλακτικούς και βολικούς για τα παιδιά που θα έχουν μεγαλώσει ακόμα ένα χρόνο και θα αντέχουν περισσότερο στο καράβι, στο αυτοκίνητο μα και στο ΚΤΕΛ αν χρειαστεί. Και όσο θα σκέφτεσαι τις μέρες που θα έρθουν, θα κοιτάζεις φωτογραφίες από μέρη μαγικά όπου όλα είναι λυμένα και δεν υπάρχουν προβλήματα, γκρίνιες, μνημόνια και οικονομική στενότητα και θα εύχεσαι να αργήσουν να έρθουν ώστε να περάσουν όσο πιο απολαυστικά γίνεται, λες και σταματά ποτέ ο χρόνος;
_
γράφει η Βασιλική Π.
Μην ξεχνάτε πως το σχόλιό σας είναι πολύτιμο!
Περιγραφικό, αναλυτικό, πραγματικό. Τέλεια δοσμένο. Μπράβο.
Με εκφράζει τόσο πολύ αυτό το κείμενο!! Μπράβο
Κάποια στιγμή πίστεψα ότι έγινε σενάριο η ζωή μου…. γεμάτο από εικόνες το κείμενο σας…και ούτε μία υπερβολή ούτε στις λέξεις ούτε στα χρώματα!!!!!!Παρόλα αυτά κι ενόψει των διακοπών που έρχονται( αύριο φεύγουμε) μ’ αρέσει όλο αυτό που γίνεται και πριν φύγουμε άλλα και όταν γυρίζουμε γιατί εκεί, ανάμεσα από τα άπλυτα ρούχα είναι και οι αναμνήσεις μας!!!!!!! Τέλειο μπράβο σας!!!!!!!!!!!