Το δεύτερο βιβλίο της τετραλογίας του συγγραφέα για τον Εμφύλιο (Δείτε το πρώτο εδώ).
Τρεις γυναίκες, τρεις μητέρες, τρεις ιστορίες. Άνθρωποι, πόνος, αίμα, Εμφύλιος. Τρεις άγνωστοι άνθρωποι που η Μοίρα τους φέρνει κοντά. Κοινό τους χαρακτηριστικό: η άδεια αγκαλιά. Ένα αριστούργημα λογοτεχνίας, ένας ύμνος στο παράλογο του Εμφυλίου, από έναν άντρα συγγραφέα που δεν παύει όμως να νιώθει τον ίδιο πόνο με μια γυναίκα που της παίρνουν το παιδί, από έναν άντρα συγγραφέα που θέλει να πει μια δύσκολη, σκληρή, ακόμα σιωπηρή για πολλούς ιστορία.
Ο συγγραφέας κεντά έναν καμβά περιστατικών, γεγονότων, ιστοριών, με ένα απαράμιλλο στιλ γραφής που συνδυάζει τη λυρικότητα και την αφήγηση, μας κρατά σε αγωνία για τη συνέχεια. Συγκλονιστικές σελίδες, ανθρώπινες ιστορίες, λάθη, αδικίες, φρικαλεότητες, οι λέξεις περισσεύουν μπροστά στον πλούτο των πληροφοριών, των γεγονότων και των περιστατικών.
Ομολογώ ότι τα πράγματα δυσκολεύουν. Περιγράφονται τα γεγονότα των ετών 1945-1948, λίγο πριν ανάψει η σπίθα του Εμφύλιου πολέμου. Η λογοτεχνική γραφή παραμένει αξεπέραστη, καλολογικά στοιχεία, παρομοιώσεις, μεταφορές, πλοκή σφιχτοδεμένη, χωρίς πολλές εναλλαγές κεφαλαίων και ιστοριών για να μπερδέψουν και να κουράσουν. Παρ’ όλα αυτά, το κείμενο θέλει απόλυτη συγκέντρωση γιατί δεν έχουμε να κάνουμε με κάτι απλό, ελαφρύ, ευδιάθετο, εφήμερο. Σίγουρα έχουμε να κάνουμε με μυθιστορηματική ανάπλαση της ιστορίας του Εμφυλίου και του Διχασμού κι έτσι απαιτείται αμέριστη προσοχή κατά την ανάγνωση κι αυτό θα κουράσει και θα ξενίσει. Μην το παρατήσετε αλλά να είστε και προετοιμασμένοι.
Τα γεγονότα που εκτυλίσσονται είναι αιματηρά, άδικα, παράλογα, η νοοτροπία του κόμματος στείρα και ανούσια κι όμως υπήρξαν άνθρωποι που την υποστήριξαν και έχυσαν το αίμα τους γι’ αυτήν. Κρίμα κι άδικο. Εκτενείς αναφορές σε Μπούλκες, καταστρφοή Καλαμάτας, αμνήστευση των εκτοπισμένων, βία και αναρχία από πρώην ταγματασφαλίτες, νυν μέλη ακροδεξιών συμμοριών. Μέσα σε όλα αυτά έρχετα και ο βασιλιάς Γεώργιος Β΄: “Μετά τη λαϊκή άφιξη του ηγέτη του ΚΚΕ, ήρθε κι η εθνικόφρων άφιξη του Βασιλέως των Ελλήνων. Το σκηνικό είχε στηθεί, οι πρωταγωνιστές χαιρέτισαν το κοινό τους, τώρα έμενε μονάχα να βγουν οι κομπάρσοι στο προσκήνιο. Αυτοί που θα πλήρωναν με το αίμα τους την παράσταση των δυο πρωταγωνιστών”. (σελ. 333).
Στις σελίδες 348-349 δίνονται σύντομα οι λόγοι δημιουργίας του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδος (ΔΣΕ) και του Γενικού Αρχηγείου Ανταρτών και οι σκέψεις του Κόμματος για την έναρξη του ένοπλου κομμουνιστικού αγώνα.
Πλέον ο συγγραφέας, συγκλονισμένος, παίρνει θέση στα γεγονότα που περιγράφει:
“…άχρηστο κομματικό ιερατείο…αυτοί έγιναν οι πρώτοι και καλύτεροι κόλακες της νέας εξουσίας του, ενώ οι καπεταναίοι της Αντίστασης και οι μπαρουτοκαπνισμένοι μαχητές του ΕΛΑΣ αντιμετωπίζονταν υποτιμητικά και απαξιώνονταν συστηματικά. Ο Ζαχαριάδης ήθελε να ξεγράψει τις πιο χρυσές σελίδες του Κόμματος, ιδίως επειδή δεν είχε λάβει μέρος σε αυτές” (σελ. 290).
Ή σε άλλο σημείο:
“Την απεγνωσμένη προσπάθεια ανάκαμψης του παραγωγικού ιστού της χώρας την αποδυνάμωναν και τη δυναμίτιζαν πλήρως οι απεργίες και οι διαδηλώσεις που εξαπέλυε σε καθημερινή βάση ο ΕΡΓΑΣ, ο οποίος ελεγχόταν από το ΚΚΕ και ο οποίος…οργίαζε στα εργατικά συνδικάτα και στις δημοσιοϋπαλληλικές ενώσεις, αδιαφορώντας προκλητικά για την τραγική κατάσταση της χώρας και του λαού, χωρίς να συναισθάνεται τις ευθύνες των καιρών ή χωρίς να υπολογίζει τίποτα και κανέναν μπροστά στα στενά συμφέροντα του Κομμουνιστικού Κόμματος. Αιτήματα πλήρως ανεδαφικά λόγω των περιστάσεων και αδιαφορία στις προσκλήσεις διαλόγου της κυβέρνησης, απουσία κάθε διάθεσης συμβιβασμού και σκληρή αρνητική στάση απέναντι στην κοινή εθνική προσπάθεια, αυτή ήταν η γραμμή που είχε επιβάλει το ΚΚΕ και επικρατούσε στα συνδικάτα, στα σωματεία και στις ομοσπονδίες που διοικούνταν από τον ΕΡΓΑΣ. Σήκωμα της γροθιάς, νταηλίδικη στάση, εύπεπτα και ευήκοα συνθήματα, εκτόξευση απειλών για παλλαϊκούς ξεσηκωμούς, φωνασκίες και κραυγές αλλά και πλήρη έλλειψη πειστικών, ουσιαστικών και πρακτικών προτάσεων και λύσεων…Στου κουφού την πόρτα όσο θέλεις βρόντα. Ιδιαίτερα όταν ο κουφός έχει τα μάτια του στραμένα μόνο προς τον Βορρά, προς τον “πατερούλη” Στάλιν και τη Μεγάλη Σοβιετική Πατρίδα, από την οποία το ΚΚΕ περίμενε εναγωνίως εντολές για το κάθε του βήμα” (σελ. 251-252).
Έχω διαβάσει και τα τέσσερα βιβλία της τετραλογίας – κυριολεκτικά καραδοκούσα πότε θα βγει το επόμενο για να το προμηθευτώ από τους πρώτους. Πραγματική τοιχογραφία μιας τόσο δύσκολης και περίπλοκης εποχής για την πατρίδα μας δοσμένη με πολύ γλαφυρό τρόπο κι όσο γίνεται αμερόληπτη ματιά. Από τα βιβλία που ξεχώρισα κι ακόμη θυμάμαι.