–
γράφει η Βάλια Καραμάνου
–
Πέντε ιστορίες ντροπής, πέντε πρωτότυποι, ανατρεπτικοί, αλλά ταυτόχρονα τόσο οικεία σύγχρονοι ήρωες, οι οποίοι διαθέτουν ένα κοινό σημείο: αναζητούν διακαώς την λύτρωση από την «ντροπή», την απελευθέρωση από τα δεσμά του καθωσπρεπισμού και κάθε κοινωνικού αποκλεισμού που τους διαχωρίζει από την ευτυχία και τους οδηγεί μοιραία στην αποτυχία, την προδοσία ή την «αμαρτία» και τον αφανισμό.
Ο «Λευκός πάνθηρας» είναι ο αδίστακτος αριβίστας διαφημιστής Ανρί που έχει μάθει να εκμεταλλεύεται τα πάντα σε όλη του τη ζωή προκειμένου να επιτύχει επαγγελματικά θυσιάζοντας παράλληλα κάθε συναίσθημα ή πηγή χαράς. Στην πραγματικότητα, βρίσκεται εγκλωβισμένος στην υπέρμετρη και αμείλικτη φιλοδοξία του και μόνο όταν κυριολεκτικά βρεθεί δέσμιος μιας απίθανης κατάστασης θα δημιουργηθεί η μεγάλη εσωτερική «κατολίσθηση» που θα τον οδηγήσει σε ριζική αλλαγή. Συνειρμοί, ενοχές, απωθημένα μιας ζωής, θυσίες και απώλειες λόγω άτεγκτων στερεοτύπων θα διαλυθούν μέσα από μια οδυνηρή και βαθιά ψυχογραφημένη διαδικασία.
Η Οσία είναι η πρωταγωνίστρια του διηγήματος «Shame», που από μικρή είναι ταγμένη για να υπηρετήσει αποκλειστικά τον Θεό ως μοναχή, προδικάζοντας έτσι την πορεία μιας ζωής μακριά από κάθε είδους ηθική και υλική ικανοποίηση ή απόλαυση. Ένα απρόσμενο γεγονός όμως θα την οδηγήσει σε μια ξέφρενη κούρσα από εναλλαγές συναισθημάτων, απωθήσεις και ματαίωση επιθυμιών στην ποθητή «λύτρωση», την έξοδο με γνώμονα μια βαθιά και αυτοκαταστροφική πίστη.
Η «Μπριζίτ Μπαρντό» είναι μια εκδιδόμενη τρανς, που ενάντια σε κάθε κοινωνική προκατάληψη κυνηγά το όνειρο της ευτυχίας και της αγάπης στον θεατρικό ρόλο της Ωραίας Ελένης. Ερωτεύεται, παλεύει για να επιβιώσει αξιοπρεπώς, προσφέρει «αγάπη» – όπως η ίδια λέει με τον δικό της ζωντανό αυθάδικο και χαριτωμένο τρόπο- ξεχειλίζει από συναισθήματα. Ακόμα και όταν το τίμημα είναι ακριβό, εκείνη δεν σταματά να νιώθει, να ελπίζει μέσα από μια σπαραξικάρδια και τρυφερή πρωτοπρόσωπη ομολογία.
Ένα ηλικιωμένο ζευγάρι Ρουμάνων ζει απομονωμένο στην ελληνική και ρατσιστική επαρχιακή κοινωνία, όταν ένα πιάνο – το τρίτο «άτομο» της οικογένειας- θα ανατρέψει την περιθωριοποίησή τους. Αν και αδικημένοι, πικραμένοι, βρίσκουν πάντα τον τρόπο να αγαπούν και να χαίρονται την ζωή χωρίς ίχνος μνησικακίας.
Το τελευταίο διήγημα «Νόστος Αουγκούστα» αποτελεί ένα πρωτότυπο λογοτεχνικό εύρημα, καθώς πρωταγωνιστής είναι ο γέρικος αφηγητής ενός συγγραφέα που- ως παντογνώστης- γνωρίζει όλους τους ήρωες των έργων του, αλλά λειτουργεί παρασκηνιακά, πίσω από τις ιστορίες. Στην συγκεκριμένη, παρακολουθούμε την πορεία του μέσα από δεκατρείς ημέρες συγγραφής ενός διηγήματος. Ο αφηγητής βιώνει στο έπακρο τα συναισθήματα των δύο κεντρικών και αντιφατικών μεταξύ τους ηρώων, του φτωχού Σύριου Χακίμ που θαλασσοδέρνεται για να βρει μια καλύτερη τύχη και του πλούσιου, μαλθακού και καταθλιπτικού Γκρας που γυρεύει το νόημα της ζωής σε μια ανούσια πολυτελή διαβίωση. Η κορύφωση της πλοκής συνίσταται στο λιμάνι της Αουγκούστα, το μοιραίο σημείο συνάντησης των δύο ηρώων και φυσικά του ηλικιωμένου και εσωστρεφούς αφηγητή. Τι πρόκειται να συμβεί άραγε; Ένα από τα πολλά ερωτήματα που εγείρονται καθώς παρακολουθούμε την γοητευτική και συναρπαστική διαδικασία γέννησης ενός διηγήματος, μιας νέας ιστορίας.
Η πένα της Πηνελόπης Χριστοπούλου είναι πραγματικά χαρισματική. Δεν είναι μόνο η πρωτοτυπία των θεμάτων, που ωστόσο είναι τόσο επίκαιρα για τον σύγχρονο αναγνώστη, αλλά και η τόλμη να θίξει κοινωνικά θέματα που ξεφεύγουν κατά πολύ από τα λογοτεχνικά βαλτωμένα στερεότυπα. Ο τρόπος χειρισμού της γλώσσας και η αφηγηματική τεχνική είναι αποτέλεσμα υψηλού επιπέδου. Οι ήρωες ενσαρκώνονται με έναν σχεδόν μαγικό τρόπο, που ωστόσο ποτέ δεν χάνει την φυσικότητά του: τα ονόματα, το ανάλογο ύφος (που άλλοτε είναι λόγιο, άλλοτε απλό και λαϊκό, ανάλογα με τις απαιτήσεις του κειμένου), η γλώσσα που ρέει πότε σε τρίτο πρόσωπο (για ν’ αποφευχθεί ο μελοδραματισμός) και πότε σε εξομολογητικό και απίστευτα ζωντανό πρώτο πρόσωπο, αλλά και η οπτική γωνία του αφηγητή που αλλάζει ανάλογα με τις ανάγκες της ιστορίας, είναι μόνο μερικές από τις αρετές της γραφής της.
Και οι πέντε ιστορίες, η καθεμία με τον δικό της ιδιαίτερο τρόπο και χαρακτήρα, διαθέτουν στοιχεία χιούμορ (συχνά μετατρέπονται σε μαύρο γκροτέσκο), που πάντα όμως υποστρωματώνονται από την βαθιά τραγικότητα του ανθρώπου και την ανάγκη του ανήκειν, να τον αγαπούν και να τον αποδέχονται δηλαδή όπως ακριβώς είναι η φύση του. Και όλα αυτά αποδίδονται με βαθιά ψυχογραφική ματιά που συνδυάζει τον ρεαλισμό και την αντικειμενικότητα με την βαθιά τρυφερότητα του ανθρωπισμού. Μια συλλογή διηγημάτων, που – χωρίς καμιά υπερβολή- αποτελούν μικρά λογοτεχνικά «διαμάντια», «οάσεις» της σύγχρονης παραγωγής.
0 Σχόλια