Ο έρωτας μπορεί να είναι
το ωραιότερο όνειρο, αλλά
και ο χειρότερος εφιάλτης.
Γουίλιαμ Σαίξπηρ
Καλά τώρα… Δεν είσαι καθόλου σοβαρός. Είναι δυνατόν να πιστεύεις ότι είμαι το κατάλληλο πρόσωπο να μιλήσει για τον Έρωτα; Το λέω γιατί οι καρδούλες, τα αστεράκια, τα ηλιοβασιλέματα και οι αιώνιοι όρκοι μου προξενούν αλλεργία.
Όχι ότι δεν έχω ερωτευτεί. Πολλές φορές. Έτσι τουλάχιστον νομίζω. Έφτασα μάλιστα σε σημείο να ξεσηκώσω ένα βράδυ, από ζήλια, μια ολόκληρη γειτονιά στο πόδι εκστομίζοντας απειλές και ακατονόμαστα υβριστικά υποκοριστικά έξω από το σπίτι του «έρωτά» μου. Εγώ που μέχρι τότε αυτά τα κορόιδευα. Για πρώτη φορά δεν είχα κανένα έλεγχο του εαυτού μου. Έχω καταναλώσει διάφορες ουσίες κατά καιρούς αλλά ποτέ δεν έχασα «τας φρένας». Ποτέ δεν βγήκα εκτός εαυτού. Το πιο περίεργο ήταν ότι υπήρχα σε δυο παράλληλους χρόνους. Ο ενός έξαλλος χυδαιολογούσε ουρλιάζοντας κι ο άλλος τον παρατηρούσε χωρίς να μπορεί να κάνει το παραμικρό για να τον σταματήσει. Ήμουν ταυτόχρονα και πρωταγωνιστής και θεατής του εαυτού μου. Μέχρι που με μάζεψε η αστυνομία μετά από καταγγελίες των περιοίκων. Μάταια προσπάθησα να τους πείσω ότι έκανα πρόβα το ρόλο του «ΜΑΚΒΕΘ» για να παίξω στο Εθνικό. Διανυκτέρευσα στο κρατητήριο κατηγορούμενος για διατάραξη και μέθη, παρέα με ένα τσούρμο πουτάνες να με παρηγορούν. Μιλάμε για τέτοιο ρεζίλι. Τη γλίτωσα γιατί ο διοικητής του τμήματος ήταν σινεφίλ κι είχε δει μια ταινία μου. Πριν μ’ αφήσουν ελεύθερο το πρωί με επέπληξε. Μου είπε ότι η ταινία μου ήταν για τα μπάζα. Το είπε μ’ άλλες λέξεις, αλλά αυτό εννοούσε. Χαχα…
Τις υπόλοιπες φορές ομολογώ ότι ήμουν πιο ψύχραιμος. Οι αντιδράσεις μου ήταν στα όρια του φυσιολογικού. Κάτι Αθήνα Θεσσαλονίκη αυθημερόν με μοτοσυκλέτα, μπαλόνια με ήλιο, διανυκτέρευση σε σκαλοπάτια πολυκατοικίας το καταχείμωνο, πεζοπορίες Αθήνα–Πειραιά, Βαστίλη- Ναντέρ, Σεν Ζερμέν- Κλινιανκούρ, σκαρφάλωμα από υδρορροή σε δεύτερο όροφο, Παρίσι– Μονπελιέ και Παρίσι-Βερολίνο με οτοστόπ, και δυο γάμους, που με οδήγησαν στο διακανονισμό των 120 δόσεων με την Εφορία. Εννοείται ότι στις τελευταίες περιπτώσεις δεν ισχύει το «αυθημερόν». Α… ξέχασα τη βουτιά στο σιντριβάνι της πλατείας Σεν Μισέλ. Χαχα…
Κατά τα αλλά δεν ήμουν ζηλιάρης με την τρέχουσα έννοια. Δεν υπήρξα, εκτός από την παραπάνω φορά. Έφτασα μάλιστα σε σημείο να συγχωρήσω δις γυναίκα που με απάτησε, ενώ το αντίθετο δεν μου συνέβη ποτέ. Αναφέρομαι προφανώς σ’ αυτές που το καταλάβανε.
Όλα αυτά βέβαια, όταν τα ξανασκέφτεσαι αργότερα φαίνονται εξαιρετικά κωμικά, αλλά η ανθρώπινη φύση μας είναι ατελής και επιρρεπής στην αυτογελοιοποίηση.
Εδώ πρέπει να σου πω ότι άλλο είναι να ερωτεύεσαι κι άλλο να πιστεύεις στον Έρωτα. Εγώ δεν πιστεύω στον Έρωτα, όπως και σε τίποτα άλλο. Στα θέματα της πίστης δεν τα πάω καθόλου καλά. Μπορεί να οφείλεται στο γεγονός ότι ανήκω σε μια γενιά που αρέσκεται ν’ απομυθοποιεί τα πάντα. Μεταξύ μας μ’ αρέσει η μυθοπλασία αλλά θέλω να έχω απόλυτη επίγνωση ότι πρόκειται για μυθοπλασία.
Θεωρώ ότι στην πραγματικότητα ο έρωτας δεν έχει να κάνει με τον «άλλο» αλλά με την ανάγκη μας στην οποία κουμπώνει σε κάποια χρονική στιγμή ο «άλλος». Έτσι ερμηνεύεται το γιατί ο έρωτας που βιώνουμε κάθε φορά δεν είναι ποτέ ο ίδιος. Αλλάζει από πρόσωπο σε πρόσωπο κι από ηλικία σε ηλικία. Επηρεάζεται από πάρα πολλούς παράγοντες, κοινωνικούς, οικονομικούς, πολιτικούς, ακόμα και κλιματικούς. Απόδειξη, όλα όσα έχουν γραφτεί και γράφονται για τον Έρωτα. Είναι τόσα πολλά και τόσο ποικίλα π’ αποδεικνύουν πόσο διαφορετικά τον αντιλαμβάνεται ο καθένας μας. Άλλες φορές σαν σίδερο σιδερώματος που μας κτυπάει κατακούτελα, άλλες φορές σαν χαλασμένο ψάρι που μας ανακατεύει το στομάχι. Ανεβάζει ή ρίχνει την πίεσή μας, μας βγάζει τον καλύτερο ή το χειρότερο εαυτό μας, μας δίνει αυτοπεποίθηση ή μας καταρρακώνει τελείως, μας τριβελίζει σαν μπλέντερ τον εγκέφαλο, μας χαροποιεί ή μας λυπεί, μας απογειώνει ή μας ρίχνει σαν ακυβέρνητο καράβι στα βράχια.
Είναι ένα απίστευτα εγωιστικό συναίσθημα και ταυτόχρονα παραπλανητικό, γιατί μας δίνει την ψευδαίσθηση ότι νοιαζόμαστε για τον άλλο, ενώ αυτό που βλέπουμε, αυτό που θέλουμε να βλέπουμε, είναι το «Εγώ» μας στην ύπαρξη, και εις άγνοια, του «Άλλου». Αλλιώς δεν εξηγείται το γιατί εξαγριωνόμαστε όταν για κάποιο λόγο ο «άλλος» αποφασίσει να μην συμμετέχει. Όσο πιο δυνατός είναι ο Έρωτας τόσο πιο βίαια τελειώνει. «Η αγάπη είναι αυταπάρνηση, ο έρωτας εγωισμός» ισχυρίζεται ο Άγγελος Τερζάκης, ενώ «Όταν ο έρωτας φύγει το κενό θυμίζει χώρο εγκλήματος» συμπληρώνει ο ποιητής Τάκης Σινόπουλος.
Αυτό βέβαια είναι μια εμπειρική ψυχολογική ερμηνεία από κάποιον ανίδεο σαν εμένα που δεν έχει προφανώς ούτε την ικανότητα, ούτε την υπομονή ή τη διάθεση να εντρυφήσει σε βάθος σ’ ένα τόσο «δημοφιλές φαινόμενο».
Βιολογικά τώρα, αν το δούμε, ο Έρωτας θα μπορούσε να οφείλεται σε δυσλειτουργία, σε μια υπέρ. ή υπό έκκριση, κάποιου αδένα. Το βέβαιο είναι ότι μοιάζει περισσότερο με γρίπη. Το αναφέρω γιατί πάντα μετά από ένα χρονικό διάστημα, μικρότερο ή μεγαλύτερο, ξεθυμαίνει. Λέω «με γρίπη» γιατί η γρίπη είναι ιάσιμη ασθένεια. Δυσκολεύομαι να τον παρομοιάσω με κάποια ανίατη ασθένεια ή με μόνιμη και μη αναστρέψιμη πάθηση.
Σε βλέπω ότι αρχίζεις κι εκνευρίζεσαι, αλλά σου το ‘πα… Δεν σου το ‘πα; Δεν είμαι το πιο κατάλληλο πρόσωπο να σου μιλήσει για τον Έρωτα. Οι καρδούλες, τα αστεράκια, τα ηλιοβασιλέματα και οι αιώνιοι όρκοι μου προξενούν αλλεργία. Χαχα…
Τελικά, τι ακριβώς είναι ο έρωτας; Άλλοτε είναι περισσότερο πόθος, άλλοτε περισσότερο φιλία, ανάγκη για εξουσία ή ταπείνωση κι εξευτελισμό. Ιδιοκτησία, αυτοτιμωρία, τρυφερότητα, γενναιοδωρία, φόβο μη μείνουμε μόνοι, ανάγκη, ανασφάλεια, κι ουκ έστιν τέλος. Υποσυνείδητα, όλο και κάτι νομίζουμε ότι θα μας γιατρέψει ο Έρωτας. Γι’ αυτό όλοι επιδιώκουν να ερωτευτούν. Εκτός κι αν πρόκειται για επιδημία ή τοξικομανία.
Επικρατέστερο μου φαίνεται το γεγονός ότι έτσι είμαστε προγραμματισμένοι γενετικά για τη διαιώνιση του είδους. «Ο Έρωτας είναι ένα βρόμικο κόλπο που μας παίζουνε για να διαιωνίσουμε το είδος», σαρκάζει ο Σόμερσετ Μωμ.
Θα σου πρότεινα να διαβάσεις και Πλάτωνα, το Συμπόσιο, για να ‘χεις και μια δεύτερη γνώμη… χαχα… Εγώ όταν το διάβασα ήμουν στην ηλικία σου. Πιο πολύ μου άρεσε το παραμυθάκι του Αριστοφάνη, ότι δήθεν ψάχνουμε να βρούμε το άλλο μας μισό. Θεϊκή δικαιολογία για να μπορούμε να πηδάμε εδώ κι εκεί ανενόχλητοι και χωρίς ενοχές.
Προσωπικά, κατέληξα ότι ενδιαφέρον έχουν μόνο οι ασύμβατοι Έρωτες. Αυτοί που δεν ολοκληρώνονται ποτέ. Που μένουν μετέωροι σαν υπόσχεση. Οι ανεκπλήρωτοι. Ο ανέφικτοι. Ο ασύμπτωτοι. «Ο έρωτάς μας είναι ωραίος επειδή είναι αδύνατος», εξομολογείται ο Frédéric Beigbeder.
Έχουν ενδιαφέρον, γιατί είναι πεδία με σασπένς, περιπέτεια, εφευρετικότητα, φαντασία, επιφυλακτικότητα, ανυπομονησία, χτυποκάρδι Γιατί δεν καταλήγουν σε κάτι πεζό, σε κάτι καθημερινό και κοινότοπο κι ως εκ τούτου φθαρτό, του τύπου «Νώντα, πάλι ξέχασες το καπάκι της τουαλέτας ανοιχτό». Φαντάσου ο Ρωμαίος και η Ιουλιέτα να είχαν παντρευτεί και να είχαν κάνει παιδιά!
Εγώ, παραδείγματος χάριν, στο δημοτικό ήμουν μεγάλο καλόπαιδο. Συμμορίες, πετροπόλεμους, καυγάδες κι ότι μπορεί να βάλει ο νους σου. Στη τάξη μας είχα μια συμμαθήτρια, την Πόλα. Καλό κορίτσι, φρόνιμο. γλυκό, πρώτη μαθήτρια. Έμοιαζε με τη «Μαντόνα» του Τιτσιάνο. Όχι μόνο δεν μας έκανε παρέα άλλα κι όποτε μας συναντούσε άλλαζε πεζοδρόμιο. Την ερωτεύτηκα. Να σκεφτείς ότι δεν την άγγιξα ποτέ. Ούτε στο χέρι. Στην τάξη μας τα πιο πολλά ήταν κορίτσια και μερικά απ’ αυτά αρκετά προκλητικά. Αλλά εγώ ήμουν κολλημένος με την Πόλα. Μιλάμε για την ηλικία των δώδεκα. Τότε που εμφανίζεται η ονείρωξη κι ανακαλύπτουμε το «κατά μόνας αμάρτημα».
Τελειώσαμε το δημοτικό και χαθήκαμε. Μεσολάβησε το γυμνάσιο και μετά οι σπουδές στο εξωτερικό. Πέρασαν κοντά 14 χρόνια. Δεν θυμάμαι τώρα από ποιον αλλά δέχτηκα ένα τηλεφώνημα για ριγιούνιον συμμαθητών της τάξης μας του δημοτικού. Ήμουν Αθήνα. Ταξίδεψα αεροπορικώς στη Θεσσαλονίκη. Περισσότερο από περιέργεια. Η συνάντησή μας ήταν στο πατάρι γνωστής καφετέριας στην Παλιά Παραλία, σχεδόν απέναντι από τον Λευκό Πύργο. Δεν μου ήταν εύκολο ν’ αναγνωρίσω τους παλιούς μου συμμαθητές εκτός από κάνα δυο. Ήταν όλοι πολύ αλλαγμένοι. Ειδικά τα κορίτσια. Θυμάμαι ότι ήμουν όρθιος δίπλα στο παράθυρο προς τη θάλασσα μ’ ένα ποτήρι λευκό κρασί στο χέρι, όταν με πλησίασε μια κοπέλα. Με ρώτησε αν είμαι ο Νίκος, ο αδελφός του Δημήτρη. Της απάντησα θετικά. Με πληροφόρησε ότι ήταν συμφοιτήτρια του αδελφού μου στο ΑΠΘ κι αδελφή της Πόλας. Είναι λογικό να μην τη θυμάμαι, συμπλήρωσε, γιατί ήταν μικρότερη κατά δυο χρόνια. Πήγαινε στην 4η όταν εμείς είμασταν στην 6η, στο ίδιο πάντα δημοτικό. Ζήτησα συγνώμη και τη ρώτησα πότε θα έρθει η Πόλα. Μου απάντησε ότι δεν θα ‘ρθει, λόγω ενός μοιραίου αυτοκινητιστικού ατυχήματος πριν δυο χρόνια. Μόλις το άκουσα πήγα κι έκατσα για λίγο σ’ ένα καναπέ. Άδειασα το ποτήρι μου μονορούφι κι έφυγα απ’ τη συνάντηση. Με θυμάμαι να κλαίω καθώς περπατούσα στη Νέα Παραλία, χωρίς να με νοιάζουν οι άλλοι περαστικοί. Όταν στέρεψαν τα δάκρυά μου, είχα ήδη φτάσει χωρίς να το καταλάβω στη Σοφούλη, 4 χιλιόμετρα απ’ το Λευκό Πύργο. Αυτοί είναι οι έρωτες που μας στοιχειώνουν. Οι άλλοι, απλά συμβαίνουν και ξεχνιούνται. Κατάλαβες; Όπως και στο σεξ. Θυμόμαστε αυτές με τις οποίες δεν το ‘χουμε κάνει.
Σορρυ για το τελευταίο σχόλιο αλλά σε είδα να βουρκώνεις κι σκέφτηκα να το αποφορτίσω… χαχα…
Εν ολίγοις, ο Έρωτας είναι μια συναισθηματική πλάνη. Μυθοπλασία της Ζωής.
«Ο έρωτας είναι μια μάχη χαμένη εκ των προτέρων», μας προσγειώνει ο Frédéric Beigbeder.
Εσύ, είσαι νέος ακόμα και δεν πρέπει να δίνεις μεγάλη σημασία στα λόγια ενός κυνικού. Έχεις μπροστά σου μια ολόκληρη ζωή και το δημοκρατικό αναφαίρετο δικαίωμα να κάνεις τις μαλακίες που σου αναλογούν.
Κι αν αναρωτιέσαι πώς είναι δυνατόν να θυμάμαι όλα αυτά τα τσιτάτα, σ’ ενημερώνω ότι μερικά τα ψάρεψα στο google. Την εποχή του Πλάτωνα δεν υπήρχε ίντερνετ. Οι άνθρωποι διατύπωναν τις δικές τους, ανόθευτες σκέψεις, χωρίς επιχειρήματα τρίτων. Τότε τσιτάτα υπήρχαν μόνο στις ταφόπλακες των νεκροταφείων, και τα περισσότερα αναφέρονταν στο θάνατο. Αλλά κι ο Έρωτας ενίοτε στον θάνατο δεν μας οδηγεί;
Όλα αυτά φυσικά, οφ δι ρέκορντ. Δεν είναι φρόνιμο να τα επαναλάβεις. Ζούμε σε απελπισμένους καιρούς που είναι πιο ακίνδυνο να δηλώσεις ότι είσαι αναρχοαυτόνομος, γκέι ή άθεος, παρά ότι δεν πιστεύεις στον έρωτα. Παραφράζω λιγάκι τον Κουέντιν Κρισπ. «Αν περιγράφεις τα πράγματα πολύ καλύτερα από ό,τι είναι, σε θεωρούν ‘’ρομαντικό’’. Αν τα περιγράφεις πολύ χειρότερα από ότι είναι, σε θεωρούν ‘’πεσιμιστή’. Κι αν τα περιγράφεις ακριβώς όπως είναι, είσαι βέβηλος και πρέπει να καείς στο πυρ το εξώτερον». Κατάλαβες; Ζούμε σ’ ένα μεσαίωνα συναισθηματικής ιδεοληψίας.
Όσο μεγαλώνεις αποκτάς ανοσία στον έρωτα. Πιο ενδιαφέρον θέμα φαντάζει το σεξ. Αυτό μάλλον ισχύει για τους άντρες. Στις γυναίκες ισχύει ακριβώς το αντίθετο. Χαχα…
Αυτά για τον Έρωτα.
Αν δεν μου το ‘λεγες τελευταία στιγμή θα προετοιμαζόμουν καλύτερα. Αλλά, μπορεί και όχι…
_
γράφει ο Νίκος Γιαννόπουλος
Σκηνοθέτης – Παραγωγός
Πρόκειται για πολύ καλογραμμένο κείμενο για να μένει ασχολίαστο!
(Γίνεται μερικές φορές το λάθος να διαβάζονται τα κείμενα με το κριτήριο της συνταύτισης με το περιεχόμενο, ενώ η αξία βρίσκεται στην αυθεντικότητα της γλώσσας και της μορφής που διαλέγει κανείς για να μιλήσει για την αλήθεια του.
Το μόνο που αναρωτιέμαι είναι αν ένας κυνικός καγχάζει με δύο Χα – μήπως με ένα;)
μπορεί να έχεις δίκιο αλλά μπορεί και όχι…
χα!