
γράφει η Παναγιώτα Μπαϊράμη
Οι σύγχρονες πολιτικές μεταβολές αντανακλώνται αναπόφευκτα στον αξιακό κοινωνικό κώδικα. Η νεοπαγής κουλτούρα –καταναλωτική και ατομικιστική- πλάθεται μέσω του καταλυτικού ρόλου του τύπου -ειδικά της τηλεόρασης- στη βάση ενός σύγχρονου δυισμού, που συνίσταται αφενός στις διευρυμένες, διαρκώς ανελισσόμενες τεχνολογικές δυνατότητες, οι οποίες επηρεάζουν αποφασιστικά την κοινή γνώμη, αφετέρου στην παγκοσμιοποίηση, τον νεοφιλελευθερισμό και οικονομικό ανταγωνισμό. Υπό την συνεξάρτηση τεχνολογίας-ανταγωνισμού-πολιτικής, διαφοροποιούνται ο δημοσιογραφικός λόγος, που υπόκειται σε κανόνες υπαγορευόμενους από την αγορά, και η έννοια και η σημασία της προβολής του γεγονότος, και δη ενός πολιτιστικού θεάματος. Μια συγκαιρινή και, κατά κοινή παραδοχή, προνομιακή μορφή «πολιτιστικών θεαμάτων» συνιστούν οι διεθνείς αθλητικές διοργανώσεις, λόγω του πολυπληθούς και ετερόκλητου κοινού, το οποίο απολαμβάνει την προβολή τους αλλά και της επίδρασης, που στη δεδομένη οικονομικο-κοινωνική συγκυρία και με όχημα τον εντυπωσιασμό και τη αφαιρετικότητα, επιδιώκεται να ασκηθεί σε αυτό.
Η οπτική αυτή επιβεβαιώνεται -για τα ελληνικά δεδομένα-και από την τελετή λήξης των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004. Η διοργάνωση της τελετής πραγματοποιείται στην εκ προοιμίου βάση τηλεοπτικής προβολής μιας πολιτισμικής δραστηριότητας, που διεκδικεί αποδοχή από ευρύτερα κοινωνικά στρώματα εντοπίως και διεθνώς. Η οπτική παρουσίαση, η οποία εκκινώντας από τους μυθικούς χρόνους περατώνεται, μέσω διονυσιακών συνειρμών, στο παρόν, δεν απευθύνεται μόνο στους περισσότερους από εβδομήντα χιλιάδες παρευρισκόμενους στο Ολυμπιακό στάδιο αλλά πρωτίστως σε δισεκατομμύρια τηλεθεατών. Τέτοια σκοποθεσία συνδέεται αρραγώς με την αξιοποίηση καταλυτικών της τηλεόρασης γνωρισμάτων. Το ζωντανό, το αυθόρμητο, η εικόνα που επωμίζεται την ουσία της πληροφορίας αναπαριστούν συμβολικά τη σύγχρονη κουλτούρα, την «ελληνική καθημερινότητα» σε όλη την αντιφατικότητα της, ενσωματώνοντας γνωρίσματα λαϊκότητας, πρωτοτυπίας και αμφίσημης του νεοπλουτισμού αισθητικής. Φανταχτερά πυροτεχνήματα, παιγνίδια φωτιάς και ήχου, χορός, τραγούδι, θελκτικά σκηνοθετικά ευρήματα και πλατιά χαμόγελα συνεπικουρούν στο μεγαλοπρεπές της διοργάνωσης αντίο.
Το υπερθέαμα συνιστά έτσι πλαστογράφηση της πραγματικότητας με συρρίκνωση του πολύπλοκου, μια «σκηνοθετημένη» εκδοχή υποκύπτουσα σε εμπορικές και διαφημιστικές επιταγές. Η καταδεικνυόμενη ορατή πλευρά του λαμπερού υπερθεάματος εξισώνει απατηλά, παγιδευτικά την οπτική παρακολούθηση με την κατανόηση. Εκείνο που εισπράττει ο συγκαιρινός Έλληνας τηλεθεατής είναι αίσθηση εθνικής υπερηφάνειας, αφού η χώρα βρίσκεται στο επίκεντρο της παγκόσμιας προσοχής, άρση του κομπλεξισμού έναντι της Δύσης, αίσθημα ευφορίας που -με έρεισμα την επιτυχή πραγμάτωση των αγώνων- γενικεύεται στην συνακόλουθη αισιοδοξία και σιγουριά για ένα μέλλον πολλά υποσχόμενο. Τα παραπάνω αποτελούν αναντίλεκτα και πολιτικές της εποχής στοχεύσεις. Η κυβερνητική πολιτική επικοινωνεί και διαχέει ποικιλοτρόπως την διεξαγωγή των Ολυμπιακών Αγώνων ως κατάθεση διαπιστευτηρίων της χώρας για τις παροντικές της δυνατότητες και ως αφετηρία μιας ανελικτικής πορείας, δρομολογημένης στη βάση των νεοφιλελεύθερων αντιλήψεών της.
Οι Ολυμπιακοί Αγώνες πολιτικά θεωρούμενοι και οπτικά αποδιδόμενοι ισοδυναμούν με εφαλτήριο που θα καταστήσει εφικτή την εγχώρια ανάπτυξη. Προς τούτο χρήζουν της ανάλογης διαφημιστικής ώθησης, την οποία μόνο μια λαμπερή διοργάνωση μπορεί να παράσχει. Ένα πολιτιστικό θέαμα, που αποτυπώνει μια Ελλάδα ικανή, αποτελεσματική στη διαχείριση δύσκολων καταστάσεων, ταξιδεύει παράλληλα στο εσωτερικό της χώρας προκρίνοντας την εθνική ανάταση και στα πέρατα της γης καταδεικνύοντας την ελληνική σοβαρότητα. Η σκηνοθετική απόπειρα εστιάζει στο να προσλάβει αφαιρετικά, μέσω της εντυπωσιακής οπτικοποίησης, ο μέσος θεατής-καταναλωτής, έλληνας και ξένος, την ύπαρξη μιας «ελληνικής πολιτιστικής ταυτότητας», όχι όμως να διακρίνει τις επιμέρους συνιστώσες, αφού εκλείπουν δυνατότητες ερμηνείας ή εμβάθυνσης στην αποκωδικοποίησή της. Η εστίαση αυτή, η οποία εκλαμβάνει ως πραγματική την τηλεοπτική εκδοχή της εν λόγω ή άλλης περίστασης οριζόμενης από οικονομικά-εμπορικά κριτήρια, εγκυμονεί τον κίνδυνο της χειραγώγησης. Οι άμυνες του δέκτη –ειδικά του στερούμενου παιδευτικών ερεισμάτων- καταρρέουν λόγω της φαινομενικής αμεσότητας, του αδιαμεσολάβητου, το οποίο ως ύψιστη μυθοπλασία, δίνει στα τηλεοπτικά μέσα γνωρίσματα ολοκληρωτικού μέσου.
Εν κατακλείδι, τα Μέσα Μαζικής ενημέρωσης συναρτώμενα με ιστορικές, κοινωνικές και οικονομικές παραμέτρους ασκούν, μέσω και της γενικευτικής προβολής του περιεχομένου ενός πολιτιστικού θεάματος -και δη ενός ευρείας κλίμακας αθλητικού δρώμενου- επίδραση στη διαμόρφωση ταυτοτήτων προσανατολίζοντας τις αντιλήψεις και τους στόχους διαφορετικών ομάδων κοινού προς μία κοινή συνισταμένη.
0 Σχόλια