Τον είδες! Τα μάτια του – έντονα γαλάζια τότε, κάπως ξεθωριασμένα τώρα, ανάμεσα σε πεσμένα και ζαρωμένα βλέφαρα και πίσω από γυαλιά -κοίταζαν κατευθείαν μέσα στα δικά σου.
«Είναι αυτός ή κάποιος που θα του έμοιαζε;» σκέφτηκες και του χαμογέλασες ευγενικά.
Πενήντα πέντε χρόνια μετά από την πρώτη φορά που (τον) ερωτεύτηκες, σκέφτηκες για μια στιγμή να μη χάσεις την ευκαιρία να ξανανιώσεις νέα.
Ένιωσες τη λαχτάρα να τον ξαναδείς, να πονέσεις από το ανικανοποίητο. Στον θύμισαν τα μάτια του ηλικιωμένου επιβάτη της γραμμής του τραίνου Πειραιάς – Κηφισιά, ένα ανοιξιάτικο πρωινό μιας Τρίτης, καθώς κάθισες απέναντί του.
Ήταν αυτός ή τον έφτιαξε το συναίσθημα και η έντονη επιθυμία που σ’ έπιασε στα εβδομήντα σου, η νοσταλγία για το ερωτεύσιμο ή μήπως υπάρχει ακόμα εκείνη η δύναμη της πιο παλιάς πληγής σου, που νέα τη θεωρούσες εμπόδιο και τώρα την αναζητάς ως νιότη και ψάχνεις, ψάχνεις την πληγή, την ξύνεις, μα δε ματώνει. Πάει πέρασε. Σου πέρασε…
Χαμογελάς ευγενικά στον κύριο απέναντι.
«Δίνω όσα θες να μου πεις τη σκέψη σου» λες μέσα σου και ξεδιάντροπα κοιτάς το χέρι με τη βέρα.
Στριφογυρίζεις τη δική σου κι έπειτα βάζεις τα ακουστικά κι ακούς τη Noa να τραγουδά “life is beautiful”.
_
γράφει η Άννα Φουγάλα
0 Σχόλια