Πληθώρα φωνών και χρωμάτων
ψάχνουν τον ήλιο
σε μια πόλη που στρέφει το βλέμμα αλλού.
Ρούχα βρώμικα.,
ψυχές κουρελιασμένες,
γίνονται καθρέφτες της συνείδησης.
Όνειρα στοιβαγμένα
σ’ ένα φέρετρο
γυρεύουν μια στάλα ουρανό
για να βολέψουν τα φτερά τους.
Κι η θάλασσα τάφος υγρός.
Φερμένοι από κει
που ο ουρανός στάζει φωτιά
και κάνει στάχτη την ελπίδα,
νιώθουν λεύτεροι
σαν κοιτούν κατάματα τον ήλιο.
Νιώθουν λεύτεροι
σαν κοιτούν το φως του φεγγαριού.
Μα η ελπίδα αιμορραγεί
κάτω απ’ το λεπίδι του φόβου,
κάθε φορά που ο νους
κάνει στροφή
στη σκοτεινή πλευρά του ήλιου.
_
γράφει η Χριστίνα Σουλελέ
0 Σχόλια