Είναι φορές, που χρόνια ολόκληρα περιμένουμε το σώμα εκείνο που θα καταφέρει να αναστήσει το δικό μας. Χρόνια ολόκληρα που οι ψυχές μας σαν σκιές, περιμένουν το πάντρεμα να έρθει και μαζί να οδηγηθούν σε μία λύτρωση. Χρόνια ολόκληρα που ζώντας μόνοι μέσα σε σύννεφα καπνού και τόνους από μοναξιά, ζητάμε μια δικαίωση για όσα πιστεύουμε πως άξιζε να περιμένουμε.
Και αυτοί οι στίχοι, αυτές οι αποστάσεις, οι φυγές, οι χαραμάδες, δεν είναι παρά μια δυνατή ομολογία όλως αυτών των φόβων, μια τεραστία κραυγή για να ακουστούν, μια ύστατη προσπάθεια να ξυπνήσουν από το λήθαργο και να επιζήσουν.
Τα «σώματα» του Χάρη Γαντζούδη, είναι μια σιωπηλή προσευχή για όλα εκείνα τα κορμιά που θα έπρεπε να είναι ενωμένα, για εκείνες τις ψυχές που θα έπρεπε να πορεύονται παρέα, για εκείνους τους ανθρώπους που θα έπρεπε να είναι οι δικοί μας άνθρωποι…
Μια προσευχή πως κάποτε θα μπορούσε να γίνει το θαύμα που ο καθένας μας ελπίζει…
_
γράφει ο Χρήστος Δασκαλάκης
◊
ΟΠΩΣ ΚΑΘΕ ΜΕΡΑ
Κλείνεις το φως.
Σκοτάδι απλώνεται κι αγκαλιάζει τα πάντα.
Ανάβεις τσιγάρο.
Όλα γύρω σου σε παρακολουθούν σιωπηλά.
Φυσάς τον καπνό.
Ασημένια δαχτυλίδια υψώνονται στο κενό.
Τα διακρίνεις στο ημίφως των αστεριών
και τ’ ακολουθείς με το βλέμμα.
Σου θυμίζουν όνειρα.
Απλώνεις τα χέρια να τα πιάσεις.
Νιώθεις τον πόνο που προκαλεί
η κίνηση στο σώμα σου.
Μυρίζεις τη σκουριά από τη χρόνια απραξία σου.
Και τα ασημένια δαχτυλίδια – ίδια όνειρα-
απομακρύνονται ώσπου διαλύονται στο ταβάνι.
Θυμώνεις.
Θες να φωνάξεις
να σπάσεις τη σιωπή
ν’ ανοίξεις την πόρτα και να χαθείς στη ζωή.
Μα νιώθεις αδύναμος.
Ξαπλώνεις.
Καλωσορίζεις τη μοναξιά πλάι σου.
Νιώθεις καλά μαζί της.
Ίσως γιατί την ξέρεις
ίσως γιατί της μοιάζεις πια.
Ανασαίνεις βαθιά.
Κλείνεις τα μάτια κι ελπίζεις πως την επόμενη μέρα
θα καταφέρεις να το σκάσεις από τη φυλακή σου.
Όπως κάθε μέρα.
0 Σχόλια