Το μαντράκι της ψυχής μου

 


Πάλι λυσσομανά ο γρέγος στο Αιγαίο.  Χτυπιέται  δίπλα το παραθυρόφυλλο μέχρι να ξεκαρφωθεί από τον τοίχο. Μπας και μείνει ολάκερα ίσιο το βλέμμα προς τη θάλασσα. Να μείνουν ολάνοιχτα παραθυρόφυλλα τα τσίνορα. Να μην σφαλίσουν στην αγωνία. Να κοιτούν στ’ ανοιχτά. Θα δουν πανί; Θα φανεί  κανένα σκαρί  έστω κι από μακριά;  Αλλοίμονο στις άδειες  στεριανές αγκαλιές…

Γυναίκες του τόπου μου, αυτές που ριζώσανε το βλέμμα στα μουράγια. Η μοίρα τους, να σφιχταγκαλιάζουν ερχομούς και να μαϊνάρουν μισεμούς. Καπεταναίοι, ναύτες, δύτες, έμποροι κι εργάτες πηγαινοέρχονταν με τα κύματα. Κι ήταν κάποτε αυτή η γλυκειά μπουρού του ερχομού , που σήκωνε ανατριχίλα μέχρι στις πέτρες τις πελεκητές!

Είναι κι αυτός ο έρωτας του κάβου με τη δέστρα στο λιμάνι, μοναδικός! Ένα σφιχταγκάλιασμα αιώνια πιο δυνατό κι απ΄ των ανθρώπων. Σφιχτά ενωμένα για ώρες, για μέρες ή για μήνες, όσο που να αποφασίσουν άλλοι για το μπάρκο και να τα χωρίσουν. Μέχρι το επόμενο αντάμωμα. Είναι κάποιες  δέστρες στρογγυλές,  παμπάλαιες , σκουριασμένες στην παλιά προβλήτα στο Μαντράκι της Ρόδου. Εκεί, να θυμίζουν τι θα πει αγάπη, νοσταλγία, μισεμός!  Τις μάχεται η αλμύρα αλλά εκείνες σφηνωμένες στην πέτρα, ακόμα περιμένουν την έμπατη του καραβιού. Στάζει το δάκρυ της σκουριάς στο νοτισμένο χώμα.  Αυτές δένουν τη μνήμη των ναυτικών και των ξενιτεμένων με το φούλι και τον βασιλικό. 

«Οι δικοί μου αγαπημένοι δικοί σας ξένοι στα άγνωστα μέρη» ψιθυρίζουν με κομμένο λυγμό.

«Ενάλια η αγάπη σας, ό,τι κι αν ονειρεύεστε » τις ειρωνεύεται η θάλασσα με υπεροψία.

«Μην την ακούτε» φωνάζει θαρρετά το Μαντράκι,  «αιώνες τώρα εγώ μένω ανοιχτό, να αγκαλιάζω όποιον θέλει να δέσει μαζί σας. Άσβηστος ο φάρος του Αγίου Νικολάου στο έμπα μου. Μη φοβάστε ούτε τον άφεγγο ουρανό. Μετρημένες οι ώρες για το ξημέρωμα. Οι νησιώτες έχουν στο αίμα τους τη θάλασσα κι ένα λιμάνι στη ψυχή τους. Αυτό που τους περιμένει να γυρίσουν…»

_

γράφει η Μαίρη Χατζηαντωνίου

 

 

Μην ξεχνάτε ότι το σχόλιο σας είναι πολύτιμο!

Ακολουθήστε μας

Επείγοντα περιστατικά

Επείγοντα περιστατικά

ΕΙΔΑ ΤΟΝ ΓΕΙΤΟΝΑ ΜΟΥ, τον Χάρη, να μπαίνει φουριόζος στο νοσοκομείο. Άρχισε να ρωτά κάτι, στα πεταχτά, όποιον έβρισκε μπρος του, χωρίς να σταματήσει. Συνέχιζε, τρέχοντας στους διαδρόμους, να κοιτά γύρω του με μάτια πανικόβλητα. Έψαχνε τα επείγοντα περιστατικά....

Εμείς

Εμείς

Μου λείπεις· Η θύμησή σου αβάσταχτο κενό μου καίει τα σωθικά. Κι Εγώ τόσο μικρή μπροστά στον Έρωτά μας στον Έρωτα τον θαρραλέο τον τολμηρό τον φευγαλέο. Κι Εσύ τόσο μικρός μπροστά στο «Εγώ» σου στο «Εγώ» το ανίκητο το πελώριο το αήττητο. Το «Σ ’αγαπώ» από τα χείλη...

Ακολουθήστε μας στο Google News

Διαβάστε κι αυτά

Εμείς

Εμείς

Μου λείπεις· Η θύμησή σου αβάσταχτο κενό μου καίει τα σωθικά. Κι Εγώ τόσο μικρή μπροστά στον Έρωτά μας στον Έρωτα τον θαρραλέο τον τολμηρό τον φευγαλέο. Κι Εσύ τόσο μικρός μπροστά στο «Εγώ» σου στο «Εγώ» το ανίκητο το πελώριο το αήττητο. Το «Σ ’αγαπώ» από τα χείλη...

Ελάσσονα Κλίμακα

Ελάσσονα Κλίμακα

Το σκοτάδι, νομίζω, σου μοιάζει,με φιλά και χορεύω στα βάθη του.Όταν λείπω διαλύει τη σάρκα του,γιατί, λέει, δεν μπορεί να μ ’αλλάξει. Είναι κάτω πεσμένο και κλαίει.Το τυλίγουν σκουριά κι αποτσίγαρα.Μουρμουρίζει λέξεις από σίδερα,και σ ’αλμυρό πάτωμα επιπλέει. Να...

Της μάνας ο αποχαιρετισμός

Της μάνας ο αποχαιρετισμός

Ένα πουλί να προσπαθείνα προσπαθεί μα δεν μπορείαπ’ τής αγκάλες της να βγειτης μάνας της μοναδικής Έχει σχοινιά από σ’ αγαπώαυτή με πείσμα ως το θεόμε ένα αντίο θλιβερόκλάμματα βάνουν και οι δυο Μάνα αν αλήθεια μ’ αγαπάςμην φύγεις τώρα είναι βοριάςΜάνα δεν ξέρω να...

2 σχόλια

2 Σχόλια

  1. Lena Mavroudi Mouliou

    Υπέροχη γραφή. Γέμισε η ανάσα μου αλμύρα και ήλιο.Το Αιγαίο ολοζώντανο. ΠΟΛΥ μού άρεσε

    Απάντηση
    • Μαίρη Χατζηαντωνίου

      Ευχαριστώ κ. Μαυρουδή για το σχόλιο. Χαίρομαι που σας άρεσε, απόλαυσα κι εγώ ιδιαίτερα τη γλαφυρότητα της θαλασσινής γραφής στο δικό σας “Μπουρίνι”.

      Απάντηση

Υποβάλετε ένα Σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *