Εκείνοι ήταν τέκνα βγαλμένα από τον λαό. Ο λαός τους ακολούθησε πεπεισμένος, όπως το κοπάδι ακολουθεί τον τσοπάνη στη βοσκή. Ο βοσκός αφήνει ελεύθερο το κοπάδι να βόσκει μέχρι τα όρια της όρασής του. Κρατάει και θαρραλέα σκυλιά κατά των λύκων. Παίζει με τη φλογέρα τόσο όμορφα, προσφέροντας μια πιο ευτυχισμένη ζωή στο κοπάδι.
Μετά τα μαντρώνει, τα αρμέγει κι ένα μέρος του γάλακτος το πουλάει και το υπόλοιπο το κάνει τυρί, βούτυρο και ξινόγαλο. Ύστερα τα κουρεύει, ένα μέρος του μαλλιού πουλάει, το υπόλοιπο το κρατάει για ζεστό μάλλινο ρουχισμό.
Έπειτα… Διαλέγει τυχαία ένα πρόβατο από το κοπάδι και αφού το σφάζει, το γδέρνει. Το δέρμα το στεγνώνει και το πουλάει, το κρέας το βάζει στη σούβλα και το ψήνει πάνω στη φωτιά.
Στη συνέχεια στρώνει τον σοφρά με όλα τα καλά παρμένα από τα πρόβατα, από το αμπέλι και τα σπαρτά και ευχαριστεί το σώμα και την ψυχή με φαγοπότι.
Ταυτόχρονα, τα πρόβατα παίρνουν τον ύπνο τους, μη γνωρίζοντας τι τα περιμένει την αυριανή, ή ίσως χαρούμενα ότι τα περιμένει η βοσκή στη φύση, η μελωδία της φλογέρας και ούτε κατά διάνοια υποπτεύονται την κακή τύχη να θυσιαστούν…
Κι έτσι ζουν αιωνίως αρμονικά το κοπάδι με τον βοσκό, ο βοσκός με το κοπάδι, οι λαοί-κοπάδι με τα τέκνα τους βοσκούς, τα τέκνα-βοσκοί με τους λαούς-κοπάδι.
Το παραμύθι αυτό για σήμερα… Ύπνον ελαφρόν, σαν των αρνιών, για την καταδίκη που σας περιμένει!
_
γράφει ο Έντμοντ-Ανδρέας Σαλβάρης
Μετάφραση Gaqo Trash
0 Σχόλια