Πονάς και αγωνίζεσαι κάτι να γίνεις κάτι
και παίρνεις ρίσκα στη ζωή και φόρτωμα στην πλάτη.
Ξυπνάς και γίνεσαι με μιας ο Βέγγος της παρέας
τρέχεις με χίλια απ’ το πρωί και γίνεσαι αγέρας.
Κι εδά λογάσαι τυχερός αν έχεις μια δουλίτσα
κι όλου του κόσμου τα στραβά κάνεις πως βλέπεις ίσια.
Δεν έχεις περιθώρια, στενέψανε για σένα,
όσο για το δικαίωμα: Μην είδατε κανένα;
Το θέμα εκμετάλλευση το έχουν εξαντλήσει
και για κανένα πρόβλημα δεν βρίσκουνε μια λύση.
Κι εσύ εκεί να προσπαθείς να γίνεσαι θυσία
και στης υγειάς το τίμημα δεν δίνεις σημασία.
Ένα σακούλι γίνεται η δόλια η ψυχή σου
και βάνεις μέσα τ’ άδικα που στέλνουν οι δικοί σου.
Η μία μέρα γίνεται βδομάδα, μήνας, χρόνος
και της υγείας το τίμημα πόνος και μόνο πόνος.
Δεν το μετράς το τίμημα: Ποιός νοιάζεται τι κάνεις;
Το μόνο ίσως βέβαιο το μέτρημα το χάνεις.
Κι έτσι κυλάει η ζωή με μαύρο και με γκρίζο,
όμως εγώ το τίμημα πολύ καλά γνωρίζω.
Θα ‘ρθεί μια μέρα όσο ζω που θα βροντοφωνάξω
το ΤΙΜΗΜΑ το πλήρωσα, μα όμως δε θ’ αλλάξω.
Όσο θα ζω θα νοιάζομαι, θα κλαίω, θα πονάω,
και σαν παιδί θα αγαπώ και δεν τα παρατάω.
_
γράφει η Χρυσούλα Πλοκαμάκη
Κ. Βασίλη Μαντικέ ,
Σας ευχαριστώ πολύ για την επιμέλεια του ποιήματός μου.
Να είστε καλά!
… να είστε πάντοτε καλά!