Το τρένο φεύγει…
Φεύγεις και ‘συ…
Άραγε με ‘μαθες ποτέ;
Με ‘μαθες όπως οι ράγες συστέλλονται με τον μεσημεριανό καφέ;
Τον μεσημεριανό ήλιο.
Στην καρδιά μου η ζέστη έρχεται και φεύγει.
Στους σταθμούς η θύμηση σου ξαποσταίνει.
Και δεν σε βρίσκω. Πού είσαι;
Το τρένο πού σταματά;
Πες μου, να ‘ρθω να σε βρω.
Απ’ την μέρα που ‘φυγες δεν σταμάτησα να τρέχω.
Να σε προλάβω, να μπω και ‘γώ στο τρένο.
Να σε προλάβω γιατί το χρόνο δεν προλαβαίνω.
Να σε κρατήσω σφικτά, να μην κλάψω όπως έκλαψα.
Να σε φιλήσω όπως τα ζεστά μεσημέρια το καλοκαίρι σε φιλούσα.
Να μπω και ‘γώ μαζί σου.
Να μην ξαναγυρίσουμε ποτέ.
Στο βαγόνι να ζήσουμε όπως δεν ξαναζήσαμε ποτέ.
Βλέπεις είναι μια διαφυγή αυτό το κωλοτρένο.
Οι ράγες τα όνειρα μας. Και το τρένο ξέρει καλά να προσποιείται την ξέγνοιαστη ζωή μας.
Καλά κατάλαβες, δεν θέλω εδώ να ζω.
Αυτό το τρένο αιώνια καρτερώ.
Δεν θέλω στη μίζερη πόλη τα χρόνια να μετρώ.
Και μ’ έναν έρωτα. Αυτό το τρένο πώς μπορώ να το αρνηθώ;
Μάταια.
Εδώ έξω, το καλοκαίρι έχει χρόνια να φανεί.
Στον σταθμό που σ’ άφησα, μονίμως βρέχει.
Οι καπνοί απ’ τα φουγάρα μονομιάς παγώνουν.
Και στο σταθμό αυτό όλο και πληθαίνουμε.
Βλέπεις το βήμα μπρος δεν κάνουμε, έρωτες να γυρίσουν μονίμως περιμένουμε.
Και ‘γω στο σταθμό, το βήμα θα μετρώ.
Το βήμα που θα με διώξει από ‘δω.
Δρομολόγια να ξεχάσω.
Να γυρίσω σπίτι και με ομοιοκαταληξία μίζερη, για σε να γράψω.
Το τραίνο φεύγει…
Μονάχα η θύμησή σου μένει
_
γράφει ο Μάριος Βασιλόπουλος
Πολύ ωραίο,Μάριε.Έντονα συναισθηματικό…
Σε ευχαριστώ 🙂