Κεφάλαιο 2
Η πρόταση «όλοι οι άνθρωποι πρέπει να πεθάνουν» δεν είναι περιγραφική. Δεν σημαίνει πως «όλοι οι άνθρωποι πεθαίνουν» – δεν είναι μια απλή διαπίστωση της εμπειρικής πραγματικότητας. Είναι κανόνας: Όλοι οι άνθρωποι πρέπει να πεθάνουν, όλοι οι άνθρωποι έχουν καθήκον να πεθάνουν.
Ο τρόπος με τον οποίον η συνθήκη του θανάτου εμφανίζεται στον κόσμο, μοιάζει τόσο τελεσίδικος, σαν να ήταν μια προσταγή κάποιας ανώτερης δύναμης. Κανείς δεν μπόρεσε, ούτε μπορεί να ξεφύγει από αυτή την συνθήκη της ύπαρξής του. Όσο κι αν προσπαθήσει η ανθρώπινη τεχνολογία κι επιστήμη να ξεπεράσει τον θάνατο, πάντα το μόνο που καταφέρνει είναι να καθυστερήσει το αναπόφευκτο. Μπορεί σε μερικά χρόνια από τώρα, ο άνθρωπος να καταφέρει να ζει για χιλιετίες, διατηρώντας στο ακέραιο τις ψυχικές και σωματικές του ικανότητες. Μπορούμε να εξαφανίσουμε το γήρας – κανείς δεν αντιλέγει – αλλά ποτέ δεν θα μπορέσουμε να εξαφανίσουμε το θάνατο.
Τι είναι χίλια ή εκατό χιλιάδες ή ένα εκατομμύριο χρόνια, μπροστά στην αιωνιότητα της ανυπαρξίας του θανάτου; Λιγότερο κι από το τίποτα. Κι αν ακόμη καταφέρουμε να ζήσουμε τόσο, ο ίδιος ο πλανήτης, με την σειρά του θα πεθάνει, όπως και ο ήλιος. Κι αν με κάποιο τρόπο καταφέρουμε να κατοικήσουμε σε άλλους γαλαξίες κι αν γεμίσουμε το σύμπαν ολόκληρο, κάποια στιγμή κι αυτό το ίδιο θα πεθάνει.
Για αιώνες και αιώνες είδη εμφανίζονταν και εξαφανίζονταν, το ίδιο απλά και φυσικά. Γιατί όχι και ο άνθρωπος; Κάποια στιγμή στο μέλλον κι εμείς θα μοιραστούμε την ίδια τύχη με τους δεινοσαύρους, τα μαμούθ και τα ντόντο. Το είδος που θα εξελιχθεί από μας, όχι πολλά εκατομμύρια χρόνια αργότερα, θα εξαφανιστεί με την σειρά του. Όσο πασχίζει το κάθε είδος να επιβιώσει και να αναπτυχθεί, τόσο ο θάνατος μοιάζει επιτακτικός. Στην μάχη για την επιβίωσή μας – σε οποιοδήποτε επίπεδο – είμαστε πάντοτε χαμένοι.
Ο θάνατος είναι τόσο απόλυτος λοιπόν, σαν μια ηθική επιταγή. Δεν υπακούμε απλά στην συνθήκη, οφείλουμε να υπακούσουμε σε αυτή. Μπορούμε να κάνουμε ό,τι θέλουμε στον χρόνο που μας δόθηκε, αλλά όταν έρθει η ώρα μας οφείλουμε να υπακούσουμε και να πεθάνουμε.
Δεν είναι ο θάνατος λοιπόν η μοναδική βεβαιότητα του ανθρωπίνου είδους, μια βεβαιότητα τοσο εμπειρική και ταυτόχρονα τόσο απόλυτη, ώστε να βασιστεί κάθε φιλοσοφικός στοχασμός πάνω του;
Ἀγαπητέ κ. Ἀντωνίου γράφετε :Η πρόταση «όλοι οι άνθρωποι πρέπει να πεθάνουν» δεν είναι περιγραφική. Δεν σημαίνει πως «όλοι οι άνθρωποι πεθαίνουν» – δεν είναι μια απλή διαπίστωση της εμπειρικής πραγματικότητας. Είναι κανόνας: Όλοι οι άνθρωποι πρέπει να πεθάνουν, όλοι οι άνθρωποι έχουν καθήκον να πεθάνουν.
Ὄμως γιατί πρέπει οί ἂνθρωποι να ζοῦν. Κάι ποιός εἶναι τελικά ό σκοπός της ζωῆς.
Εξαιρετικό το ερώτημα! Ελπίζω να διαβάσετε και τα επόμενα κεφάλαια, ώστε να το συζητήσουμε περαιτέρω!
Καλησπέρα σας. Διαβασα μέ ἐνδιαφέρον καί τα ἐπόμενα κεφάλαια, ὄμως ή ἀπορία παραμένει.
Ἐπίσης ἂν εἰδικά ἒχουμε ύπ’ ὂψιν μας πῶς ἀντιλαμβανόβαστε τόν θάνατο τῶν ἂλλων, μόνο μἐσα ἀπό τίς φθαρτές καί ἐφήμερες αἰσθήσεις μας, που μᾶς παραπλανοῦν, γιατί δέν βιώσαμε ἐν ζωῆ ποτέ τόν δικό μας θάνατο, ὢστε να γνωρίζουμε ἂν ὂντως πεθαίνει ή ψυχή, καί ό νοῦς μας, ἢ μόνο τό παθητικό καί θνητό μας σῶμα.