Φωνάζει η σιωπή… το φως της τρεμοπαίζει στην όψη του νου σου
στέκεσαι εκεί, στη κόψη της μοίρας
αντικρίζεις το όραμα
Βαδίζεις την ώρα της λήθης, σε ξεχασμένα παλιά ιδανικά
δίχως πανιά, χαράζεις της οργής τα μονοπάτια
Ακροβατείς, ψάχνεις, ταλαντεύεσαι…
Η ιδέα τραντάζει το κρίμα
Το κοχύλι κάποιος πέταξε στο όνειρο
ύστερα το έθαψε στην άμμο
ξαφνικά ακούστηκαν οι νότες του βυθού
την στιγμή που κόχλαζε η μανία
ζητώντας να πλανέψουν την αίσθηση
μια νύχτα, την ώρα της απουσίας σου…
η άγκυρα βυθίστηκε με μένος στη λάβα της κρίσης
Ο φθόνος χορεύει με τη σιωπή… μια μυστική συμφωνία
τελετουργία φυγής κι η κραυγή αγκαλιάζει τον οίστρο σου
κουλουριασμένος στη γύμνια σου, ατενίζεις το λάθος
Η αυγή σου χαρίζει το ρόδο,
ντύθηκε πλήγμα…
περιμένεις να αγγίξεις το όνειρο
το κορμί σου όμως ζαρώνει…
το αίσθημα ουρλιάζει και σείεται
μυρίζει βροχή της ψυχής σου η μανία
Άκου τη μελωδία
το σύμπαν ψιθυρίζει και φλέγεται
Κραυγές… ουρλιαχτά… βουητό
Η σιωπή ξεγλίστρησε απ’ τη ρωγμή των χειλιών σου, μόλις
ο χρόνος αγκιστρώθηκε στη σχισμή του θυμού
λαβώθηκε η ανάσα σου απ’ την αντάρα της φρίκης
ακινησία και δέηση
δες το λυγμό, πως στριμώχτηκε πίσω απ’ τα θρύψαλα της ζωής
Το παραμύθι ξεχάστηκε στης πνοής την ουσία
το παιδάκι, ακόμα ψάχνει το μονοπάτι
φθορά κι ουτοπία
Το καράβι ξεκίνησε,
μα δεν είχε πορεία
ο χάρτης σκορπίστηκε στον άνεμο
κι η πυξίδα κρύφτηκε στο βυθό της καρδιάς σου
Λιγοψυχά η κραυγή…
τα όνειρα άδειασαν το μέλλον στ’ αγιάζι…
_
γράφει η Ελένη Ιωαννάτου
Ας βγάλουμε την άγκυρα από το βυθό της φθοράς, ας αλλάξει ροτα το τσακισμενο μας καράβι φυσωντας με άνεμο δυνατό απ την καρδιά. Η ψυχή γυρευει την Ανάσταση της. Αμήν
Ασφυκτική η φιμωμενη σου κραυγή, ακουμπά στα τραύματά…
Καλή σου Ανάσταση Ελένη….
Μάχη μου, μια κραυγή που είναι φιμωμένη, μόνο ασφυκτική μπορεί να είναι!!!
Για μια ψυχή που τα φτερά της σε κάποιο δρόμο τσαλακώθηκαν..
Μόνο με μικρά βήματα ελπίδας στο αύριο και προσφοράς προς τον άνθρωπο που το έχει ανάγκη,
το καράβι ξάφνου πιθανόν να αλλάξει πορεία, για ένα ίσως πιο φωτινό μονοπάτι..
Καλή Ανάσταση λοιπόν…
σε κάθε καρδιά που για οποιονδήποτε λόγο η κραυγή της δεν μπόρεσε, να ακουστεί και να ξεφουσκώσει..