(Φωτογραφία: Στράτος Γιαννόπουλος)
Φιλοξενούμενη της λογοτεχνικής δράσης «Ελάτε να μιλήσουμε για τη λογοτεχνία» είναι η κριτικός βιβλίων Ηλέκτρα Αλεξάκη, την οποία και ευχαριστώ για την τόσο αυθόρμητη εξομολόγησή της!
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ
της Ηλέκτρας Αλεξάκη
Γεννήθηκα στην Αθήνα και ζω δίπλα στη θάλασσα, -όχι μακριά από την πόλη-, με κάποια διαλείμματα σε διάφορους τόπους, που ενίσχυαν πάντοτε μέσα μου την νοσταλγία για το αττικό φως.
Υπηρετώ την Επιστήμη της Ιστορίας και γράφω κάθε φορά που επιθυμώ να τακτοποιήσω τις σκέψεις μου. Ακροβατώ, λοιπόν, ανάμεσα σε διάφορες εποχές και τόπους, ανάμεσα σε καθήκοντα και όνειρα.
Υπογράφω τα έργα μου –βιβλιοπαρουσιάσεις και κριτικές βιβλίων, αλλά και άρθρα για τις εικαστικές τέχνες και ταξιδιωτικά κείμενα- με το ψευδώνυμο Ηλέκτρα Αλεξάκη. Ενίοτε γράφω στίχους στο πίσω μέρος λογαριασμών της ΔΕΗ ή σε χαρτάκια διοδίων. Στα εισιτήρια του μετρό σημειώνω λέξεις, που ήρθαν στο μυαλό μου αιφνιδιαστικά και φωτογραφίζω την ομορφιά, όπου την συναντώ.
Αναζητώ την ευθύτητα και την ειλικρίνεια στις ανθρώπινες σχέσεις, αρνούμενη να δεχτώ την ασυνέπεια λόγων και πράξεων.
Κριτικές μου υπάρχουν στην εφαρμογή booksecrets και στο προφίλ μου στο instagram: elektra.alexaki
Επικοινωνία μαζί μου στο mail μου: [email protected]
Ερωτηματολόγιο για Αναγνώστες και Κριτικούς βιβλίων
- Γιατί διαβάζεις;
Με ελκύει αφάνταστα η οπτική απεικόνιση των λέξεων. Θα έλεγα ότι πρόκειται για έναν Έρωτα, που ξεκίνησε από τότε που η πρώτη μου δασκάλα με εισήγαγε στη μαγεία της γραφής και της ανάγνωσης.
Μ΄ αρέσουν οι λέξεις στις ταμπέλες των δρόμων, στα πρόχειρα σημειώματα, στους πίνακες των σχολικών αιθουσών, στις πινακίδες των εθνικών οδών, στα ηλεκτρονικά μηνύματα, παντού… Οι απεικονίσεις των λέξεων είναι σαν μικρά έργα Τέχνης, σαν εικαστικά αριστουργήματα.
Όταν, λοιπόν, κρατώ στα χέρια μου ένα βιβλίο, αισθάνομαι ότι βρίσκομαι μπροστά σε μία έκθεση με καλλιτεχνήματα. Σ’ ένα μουσείο με πίνακες ή σ’ ένα πάρκο με αγάλματα, ανάμεσα στα δέντρα και τα προσεγμένα παρτέρια. Καλούμαι να περιηγηθώ για ώρες, ίσως και για ημέρες, αυτήν την «έκθεση» και να ψηλαφίσω κάθε «έκθεμα». Μπροστά σε κάποια από αυτά στέκομαι, συχνά, εκστασιασμένη…!
- Ποια είναι τα κριτήρια που σε ωθούν να αγοράσεις ένα βιβλίο;
Κάποιες φορές με ελκύει ο τίτλος και το εξώφυλλο. Αλλά, αυτό που υπερισχύει είναι ό,τι αινιγματικά παρουσιάζεται στο οπισθόφυλλο. Στην ουσία, το οπισθόφυλλο είναι ένας γρίφος ή ένας χάρτης θησαυρού. Αν μου φανεί ότι με προσκαλεί να κατανοήσω τον γρίφο, να τον λύσω και να φτάσω ως τον κρυμμένο θησαυρό, θα αγοράσω το βιβλίο.
Πρόκειται, δηλαδή, για μία προσωπική πρόσκληση και πρόκληση, στην οποία δεν θα μπορώ να αντισταθώ. Μόνον τότε αγοράζω ένα βιβλίο! Όταν με συναρπάσει μυστηριακά και σχεδόν παραφυσικά, από τη στιγμή που θα το αγγίξω ή θα διαβάσω ηλεκτρονικά την παρουσίαση στο οπισθόφυλλό του…
- Ποιο είδος λογοτεχνικού βιβλίου προτιμάς;
Τα ιστορικά μυθιστορήματα και τα αστυνομικά. Αγαπώ, όμως, πολύ και την παιδική και εφηβική λογοτεχνία, που γράφτηκε ως την δεκαετία του 1980. Ίσως, επειδή την συνδέω με την ανεμελιά, την αθωότητα και την ευθύτητα των συγγραφέων άλλων εποχών, αλλά ενδεχομένως και την απολεσθείσα δική μου.
- Σε κουράζουν τα πολυσέλιδα βιβλία; Ποιον αριθμό σελίδων θεωρείς ως ιδανικό;
Δεν θα έλεγα ότι είναι εύκολο να απαντήσω σε αυτήν την ερώτηση δηλώνοντας έναν συγκεκριμένο αριθμό σελίδων. Εξαρτάται, άλλωστε, από το σχήμα του βιβλίου και την γραμματοσειρά. «Η Πριγκηπέσσα Ιζαμπώ» του Τερζάκη έχει στην παλιά έκδοση της Εστίας 506 σελίδες, με μία μικρή, κουραστική γραμματοσειρά, όμως με συνάρπασε τόσο πολύ, ώστε το έχω διαβάσει πάλι και πάλι, στο διάβα των χρόνων.
Από την άλλη, «Το μουσείο της αθωότητας» του Ορχάν Παμούκ, με τις 816 του σελίδες, σε κανονική γραμματοσειρά, το παίρνω μαζί μου στις καλοκαιρινές διακοπές εδώ και πέντε χρόνια, κι ακόμη δεν έχω κατορθώσει να το ολοκληρώσω.
Άρα, δεν είναι θέμα αριθμού σελίδων το αν θα με κουράσει ένα βιβλίο. Είναι το ίδιο το βιβλίο, με την υπόθεσή του, το ύφος γραφής, αλλά συχνά και οι συνθήκες της δικής μου πραγματικότητας. Δεν έχουμε πάντοτε την ίδια άνεση, χρονική ή πνευματική ή ψυχική, για να τιμήσουμε ένα βιβλίο, όσο ενδεχομένως του αξίζει.
Κάποιες φορές, δυστυχώς, το αδικούμε, επειδή το διαλέξαμε την ακατάλληλη στιγμή.
- Ανάφερε τρεις αγαπημένους σου λογοτέχνες.
Είναι σαφώς πολύ δύσκολη η απάντηση σε αυτό το ερώτημα, όχι μόνο για μένα, αλλά για κάθε αναγνώστη-βιβλιόφιλο. Μοιάζει λίγο με την ερώτηση «Ποια τρία πράγματα θα ήθελες να έχεις μαζί σου, εάν ναυαγούσες σε ένα νησί;».
Εφόσον, όμως, είναι σαφής ο περιορισμός μόνο σε τρεις λογοτέχνες, θα αναφέρω τους ακόλουθους: Νίκος Καζαντζάκης, Ηλίας Βενέζης και Μενέλαος Λουντέμης.
(Να κάνω και μία παρασπονδία και να δηλώσω και δύο ποιητές, αφού περιορίστηκα πιο πάνω στους πεζογράφους; Γιάννης Ρίτσος και Τάσος Λειβαδίτης).
- Στην μάχη ελλήνων και ξένων λογοτεχνών, ποιον κρίνεις ως νικητή;
Τους Έλληνες, ασυζητητί. Όχι από ακραίο πατριωτισμό ή κάτι άλλο παρόμοιο, αλλά γιατί, για κάποιον μυστηριώδη λόγο, δεν μπορώ να «δω» καθαρά τις εικόνες που περιγράφονται, αν αυτές δεν είναι τοποθετημένες στο ελληνικό τοπίο ή ιδωμένες από την ελληνική οπτική.
Και εξηγούμαι πάραυτα: όταν διαβάζω, για παράδειγμα, το διήγημα «Άνθρωποι στον Σαρωνικό» του Ηλία Βενέζη, «ταξιδεύω» στο μικρό νησάκι απέναντι από την Ανάβυσσο, ακούω τους οικείους -σε μένα- ήχους της ελληνικής φύσης, νιώθω τον πόνο των ηρώων, -που έχουν τα ονόματα φίλων μου ή συγγενών μου-, μυρίζω τις ευωδιές που μοιάζουν με αυτές που μυρίζω κι εγώ από τα παιδικά μου χρόνια, συγκλονίζομαι από τις ιστορικές εθνικές περιπέτειες, συμπάσχω…
Όταν διαβάζω τα ταξιδιωτικά κείμενα του Καζαντζάκη, ακόμη κι αν περιγράφεται η Ιαπωνία ή η Αγγλία, πάλι η μουσικότητα των -μη μεταφρασμένων- ελληνικών λέξεων με κάνει να αισθάνομαι οικεία, ενώ το ελληνικό πνεύμα και η ελληνική οπτική διαποτίζει το κείμενο.
Δεν μου συνέβη το ίδιο, -ας διαλέξω τυχαία έναν ξένο συγγραφέα-, όταν διάβασα διηγήματα του Γκυ ντε Μωπασάν, κι ας είναι κορυφαίος διηγηματογράφος στη Γαλλία. Δεν μπόρεσα να «δω» με διαύγεια τα τοπία και να νιώσω άνετα μέσα σε αυτά τα σκηνικά. Κι όχι επειδή δεν έχω ταξιδέψει εκτός Ελλάδας ή επειδή η φαντασία μου δεν είναι αρκετά δυνατή. Ας παρηγορηθώ ενθυμούμενη τον Σωκράτη, που αρνιόταν να φύγει από την αγαπημένη του Αθήνα. Έτσι κι εγώ… Δεν μπορώ –συνήθως- να νιώσω άνετα σε σκηνικό, που δεν έχει στηθεί στο ελληνικό τοπίο οποιασδήποτε εποχής.
(Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι δεν έχουν υπάρξει βιβλία ξένων συγγραφέων που με καθήλωσαν. Ευτυχώς έχουν υπάρξει και εξαιρέσεις στην εκκεντρικότητα ή ιδιορρυθμία μου).
- Διαβάζεις περισσότερο νέους, κλασικούς ή γενικά καταξιωμένους λογοτέχνες;
Διαβάζω οτιδήποτε με ελκύει. Έχει τύχει να πλήξω με βιβλίο κάποιου κλασικού συγγραφέα και από την άλλη να μείνω άφωνη μπροστά στο έργο κάποιου πρωτοεμφανιζόμενου. Για παράδειγμα, δεν άντεξα τα έργα του Γκόρκι –παρόλο που τα διάβασα ως το τέλος-, αλλά θα μου μείνει αξέχαστο το έργο ενός Βέλγου συγγραφέα, με τίτλο «Πυριτόλιθος», όπου παρατίθεται το ημερολόγιο ενός νεαρού αρχαιολόγου.
- Το ιδανικό μέρος και ώρα για ανάγνωση;
Καλοκαίρι, αυλή με λουλούδια και κληματαριά από πάνω μου, σε πολυθρόνα, με τις γάτες δίπλα μου, έναστρη νύχτα.
(το σπίτι των γονιών μου στον Ωρωπό…).
- Τι πρέπει να διαθέτει, κατά τη γνώμη σου, ένας ολοκληρωμένος λογοτέχνης;
Ψυχική ισορροπία.
(Προσωπικά, αρνούμαι -πλέον- να διαβάσω έργα ψυχασθενών, οι οποίοι μετέφεραν στις σελίδες των έργων τους τις βαριές τους ψυχώσεις και δύνανται να επηρεάσουν αναγνώστες ευεπίφορους σε υποβολή -ειδικά παιδιά και νέους. Έχω αναγκαστεί να μελετήσω –λόγω σπουδών και επαγγέλματος- έργα φημισμένων συγγραφέων, οι οποίοι ήταν εμφανέστατα διαταραγμένοι ψυχικά. Θεωρώ, λοιπόν, βασική αρετή ενός ολοκληρωμένου λογοτέχνη την διανοητική και ψυχική υγεία και την συνειδητοποίηση της ευθύνης που αναλαμβάνει απέναντι στους αναγνώστες του, ώστε να μην τους παρασύρει στα δικά του σκοτάδια).
- …και η ώρα σου να ανταποδώσεις την…. ιερή εξέταση που πέρασες από αυτή την ανακριτική συνέντευξη! Κάνε μια δική σου, λογοτεχνική ερώτηση-ταμπού για κάτι που θα ήθελες να μάθεις για τον δημιουργό αυτού του ερωτηματολογίου!
Υπήρξε κάποιο βιβλίο που σε έκανε να νιώθεις α)έντονη ερωτική και β) έντονη σεξουαλική επιθυμία/ διέγερση;
(ως ερωτική διέγερση εννοώ αυτήν που σε προσκάλεσε έντονα να αναζητήσεις το παιχνίδι του Έρωτα και της εξεύρεσης μιας άλλης ταιριαστής -σε σένα- ψυχής. Ως σεξουαλική διέγερση εννοώ αποκλειστικά την σαρκική διέγερση).
Θεόφιλος Γιαννόπουλος:Σ’ ευχαριστώ πάρα πολύ για την τόση ουσιώδη συνέντευξή μας Ηλέκτρα, την απόλαυσα!
Σχετικά με το ερώτημά σου, μονάχα ένα έργο, η ποιητική συλλογή του Οδυσσέα Ελύτη «Το Μονόγραμμα» με έχει κάνει να νιώσω έντονα την ανάγκη να εξομολογηθώ την αγάπη μου. Σχετικά με την σαρκική επιθυμία/διέργεση, ομολογώ πως δεν έτυχε να μου κινήσει αυτά τα ένστικτα κάποιο από τα λογοτεχνικά έργα που έχω διαβάσει!
Αν είσαι συγγραφέας, ποιητής, αναγνώστης ή κριτικός βιβλίων, τότε σε καλούμε σε μια προσωπική λογοτεχνική συνέντευξη-ταμπού στην στήλη ”Θάλασσα ιδεών”!
Για να σας αποσταλεί το ερωτηματολόγιο επικοινωνείτε μαζί μου στο προφίλ www.facebook.com/giannopoulos.theofilos ή στο ηλεκτρονικό ταχυδρομείο [email protected] με τίτλο θέματος: «Μιλάμε για τη λογοτεχνία» συμπληρώνοντας την λέξη «Συγγραφέας», «Ποιητής» , «Αναγνώστης» ή «Κριτικός βιβλίων», ανάλογα με την ιδιότητά σας.
Σας ευχαριστώ εκ των προτέρων για την συμμετοχή.
Ελάτε να βάλουμε όλοι μας από ένα λιθαράκι ώστε ο λογοτεχνικός κόσμος να γίνει ακόμη ομορφότερος!
Με όλη μου τη θετική ενέργεια
Θεόφιλος Γιαννόπουλος
Επιτέλους και μία πραγματική λογοτεχνική ερώτηση-ταμπού! Όχι υποκριτική. Όταν λέμε ταμπού, εννοούμε ταμπού.
Μου άρεσε η τόλμη της κυρίας Αλεξάκη. Όλη η συνέντευξη ξεχωριστή και διαφορετική από τα συνηθισμένα.
“Ο Έρωτας της Ηλέκτρας Αλεξάκη για τα βιβλία γίνεται αμέσως αντιληπτός μετά την ανάγνωση κάποιας από τις πολυάριθμες κριτικές της. Κριτικές που αποπνέουν ερωτισμό διότι η καθεμία αποτελεί ένα υπέροχο ταίριασμα εικόνων και λέξεων. Χάρη σ’εκείνη έχω προσθέσει στη βιβλιοθήκη μου αρκετά αξιόλογα λογοτεχνικά έργα. Όσο για την ερώτηση ταμπού που έθεσε στον κύριο Θεόφιλο Γιαννόπουλο, ίσως είναι η μοναδική λογοτεχνική ερώτηση που ανταποκρίνεται στον όρο “ταμπού”. Ας μου επιτραπεί να αναφέρω την ερωτική ποίηση του Pablo Neruda και το μυθιστόρημα “Τα μαύρα φεγγάρια του Έρωτα” του Pascal Bruckner, ως απάντηση στο β΄ σκέλος της πολύ εύστοχης ερώτησης της κριτικού βιβλίων”.
Τι ενδιαφέρουσα συνέντευξη! Πολύ λογική/ “μαθηματική” γραφή, αλλά ταυτόχρονα με συγγραφικό ταλέντο. Και με ευθύτητα και αμεσότητα. Η ερώτηση -ταμπού, είναι πολύ εύστοχη πραγματικά, όπως έγραψε και ο/η Clandestine Light. Για να είμαι ειλικρινής, δεν με κάλυψε η απάντηση του κυρίου Γιαννόπουλου.
Μια κριτική χωρίς την ξύλινη γλώσσα των “δήθεν”, γεμάτη εικόνες και τόλμη…….Εξαιρετική η Κα Αλεξάκη
Μπράβο στην βιβλιοκριτικο Ηλεκτρα Αλεξακη για την ειλικρίνεια και τις ευστοχες απαντήσεις της. Μακάρι κι άλλοι βιβλιοκριτικοι να μας επέτρεπαν να δούμε μέσα στην ψυχή τους για το πώς διαβάζουν ή τι τους αρέσει ή δεν τους αρέσει…
Μια πολύ αληθινή και ειλικρινής συνέντευξη. Πάντα έχει μια ποιητικότητα στο λόγο της η Ηλέκτρα και χαίρομαι κάθε φορά που διαβάζω κάτι δικό της, στις κριτικές που γράφει προσπαθεί να μεταφέρει όχι μόνο μια άποψη αλλά και συναισθήματα για το βιβλίο που έχει διαβάσει. Όσο για την τελευταία ερώτηση το μόνο που θα πω και ας με συγχωρέσει είναι να τη δείτε και δεν θα μείνετε αδιάφοροι.
Καταπληκτική συνέντευξη!Συγχαρητήρια!!