Τον Πέτρο Θεοδωρίδη τον ξέραμε ως δοκιμιογράφο και συγγραφέα με δυο βιβλία (οι Μεταμορφώσεις της Tαυτότητας και η Απατηλή Υπόσχεση της Αγάπης) στο ενεργητικό του πριν εκδώσει την συλλογή ‘’ όταν συναντηθούμε ξανά ‘’ με υπότιτλο ‘’ποιηματάκια’’.
Από το διαδίκτυο ξεπήδησαν τα ποιηματάκια. Έτσι απλά και λιτά. Όχι ποιήματα, αλλά ποιηματάκια. Σαν ένας άλλος συνομιλητής του Θεόκριτου ο Θεοδωρίδης από το πρώτο σκαλί παρατηρεί το έργο του. Ανικανοποίητος επιλέγει το υποκοριστικό. Ποιηματάκια, λοιπόν, που επεξεργάστηκε, ξαναδιάβασε και φρόντισε σαν ασθενικά παιδιά που τελικά ενηλικιώθηκαν και βρήκαν το δρόμο τους προς την έκδοση.
Με συνείδηση της πλαστικότητας του στίχου ο Θεοδωρίδης αγγίζει ευαίσθητες χορδές του σύγχρονου ανθρώπου. Με την οξυδέρκεια του δοκιμιογράφου, του συγγραφέα που αναζητά την εικόνα πίσω από το επιφανειακό χρώμα της ρητορείας και του κομφορμισμού, μεταχειρίζεται το στίχο ως ένα μέσο προκειμένου να αφυπνίσει τον αναγνώστη του. Συνδέει την προβληματική με την τέχνη, την αγωνία για το παρόν και το μέλλον με την εικονοπλασία και την πρόζα, τη θέαση της σύγχρονης κοινωνίας με το συναίσθημα και τον ποιητικό λόγο, με έναν τόνο διαχρονικό.
Η ποιητική του Θεοδωρίδη είναι ανθρωποκεντρική, θα λέγαμε ανθρωπιστική. Τον ενδιαφέρει ο Άνθρωπος, κάθε φυλής, κάθε χρώματος. Η υπαρξιακή αυτογνωσία και οι σύγχρονες ψυχικές ανάγκες βρίσκουν το δρόμο τους από τις λέξεις. Η φιλοσοφία και η μεταφυσική συνδέονται με τις πολιτικές και κοινωνικές καταστάσεις που απειλούν το σύγχρονο άνθρωπο.
Είναι πραγματικά πολύ δύσκολο να ξεχωρίσουμε κάποια ποιήματα. Δύσκολο γιατί κάποια ξεχωρίζουν με τη δομή του στίχου, την ομοιοκαταληξία, το βαθύ νόημα και την εικονοπλαστική τους δύναμη.
Διακρίναμε την εισαγωγική διάγνωση. Ένα ποίημα σε μορφή πρόζας θεατρικής, μία μονολογική διάγνωση ενός ψυχιάτρου. Η νεολαία για την οποία όλοι μιλούν, για το μέλλον της οποίας όλοι τάχα φροντίζουν, ζει μέσα στο αίμα που την ποτίζουν, γίνεται εφιάλτης απέναντι στην αγάπη. Ο ποιητής με ένα μακροσκελές ασύνδετο σχήμα δίνει όλη την έκταση των προβολών βίας απέναντι σε ανθρώπους, στο φυσικό περιβάλλον, σε οτιδήποτε υλικό. Ο κοινωνικός κανιβαλισμός και η κοινωνική καταπίεση, γέμισαν το παιδί με αδιαφορία για την αγάπη.
Στη συλλογή ξεχωρίζει επίσης η δική του Ιθάκη (κάποιες φορές δε θέλουμε να βρούμε την Ιθάκη). Ο Θεοδωρίδης δεν ακολουθεί τη στόχευση ούτε της ομηρικής ούτε της καβαφικής Ιθάκης. Ο άνθρωπος δεν έχει μόνο ανάγκη από την ένταση του καβαφικού ταξιδιού. Μερικές φορές χρειάζεται απλά να απολαύσει τη ζωή του, την ηρεμία. Ο άνθρωπος έχει ανάγκη να ταυτιστεί με τη φύση, να δεθεί μαζί της. Η ηρεμία της φύσης, το ειρηνικό θαλασσινό τοπίο δίνεται μέσα από ένα πλούτο εικόνων που μόνο η ανάγνωσή της χαλαρώνει.
Σταχυολογούμε επίσης το εξαιρετικό η σκοτωμένη ΧελιδΏνα. Ένας επιτάφιος συμβολικός στη φύση και την ανθρώπινη μοχθηρία. Με 9 ομοιοκατάληκτα δίστιχα ο δημιουργός πραγματεύεται την αχαριστία και τη μοχθηρία απέναντι στη Φύση, που συμβολίζεται από τη Χελιδόνα.
Διάχυτη στο ποίημα είναι ειρωνεία του ποιητή. Από τον τίτλο ακόμα, με εκείνο το “ανορθόγραφο” κεφαλαίο ωμέγα στη λέξη χελιδόνα, εκφράζει την ειρωνεία του. Με ανάλογο ύφος σχολιάζει το σαδισμό και το μίσος προς το αγαπημένο πουλί των παιδιών. Η χλεύη προς τον απάνθρωπο άνθρωπο διαπνέει όλο το ποίημα. Μάλιστα το ποίημα κλείνει με μία μοναδική σαρκαστική διάθεση, διατυπωμένη με ένα τρίστιχο σε πλήρη αντίθεση με τα προηγούμενα εννέα ομοιοκατάληκτα δίστιχα. Ο Θεοδωρίδης χλευάζει την ανθρώπινη στάση προς το περιβάλλον.. Οι αμετανόητοι δολοφόνοι μετά από τόσο σκληρές εικόνες, προσεύχονται στο Θεό να τους στείλει κι άλλα χελιδόνια για να τα σκοτώσουν.
Επισημαίνουμε επίσης το μεταμοντέρνο εδώ, στο μέλλον… με τις ιδιαίτερες εικόνες του και την υπαρξιακή του αγωνία. Ο άνθρωπος έρμαιο των αιώνων πασχίζει να επιβιώσει, παλεύει συνεχώς να αντέξει στο μεταίχμιο του χρόνου. Ολιγόστιχο μα πλήρες νοημάτων. Οι στίχοι και οι λέξεις με συνεχείς αντιθέσεις (ολοφώτεινη νύχτα, ερμητικά ορθάνοιχτα, σκοτεινό ξημέρωμα) δηλώνουν τις συγκρούσεις του ανθρώπου, τη συνεχή -διαλεκτική- αλλαγή των καταστάσεων. Οι σχεδόν υπερρεαλιστικές εικόνες (ασθμαίνοντας σαν ρινόκεροι σε μάχη, αγριότοπο του παρόντος, αιχμηρό μεταίχμιο) συμπληρώνουν την υπαρξιακή αγωνία του ποιητή. Το πρώτο α΄ πληθυντικό γραμματικό πρόσωπο δίνει μία πανανθρώπινη και διαχρονική έμφαση
Ιδιαίτερο είναι και το τέλος τους, όπου ο ποιητής πραγματεύεται έναν ινδιάνικο μύθο για την ταφή των σαμάνων. Ο θάνατος, το φυσικό τοπίο και το θείο συνδέονται σε τρεις τετράστιχες στροφές με ζευγαρωτή ομοιοκαταληξία. Ο άνθρωπος δένεται με το θεό με την ταφή μέσα στη φύση.
Στην Ιστορία (σελ 29) ο δημιουργός πραγματεύεται το παρελθόν, την κίνηση της ιστορίας, την κοινωνική εξέλιξη. Με ειρωνική διάθεση προσεγγίζει αντιλήψεις που έχουν ακουστεί για την ιστορία. Η ιστορία προχωρά από την ανάγκη (α-πορία) αδιαφορώντας για τον άνθρωπο (μας ποδοπατά) και οικοδομεί χωρίς να το σχεδιάζει (οικοδομεί αθέλητα κάτι το πιο μεγάλο) πάνω στον άνθρωπο (εμείς είμαστε υλικά για την εργολαβία). Η θεοδωριδική ιστορία είναι μια μάγισσα που χτίζει με μαντζούνια και ξόρκια παίζοντας ζάρια πάνω στον άνθρωπο. Οι θνητοί αδυνατούν να την ελέγξουν κι έτσι το μόνο που μένει ότι πρόσφεραν σαν οικοδομικό υλικό για να χτιστεί το κάτι πιο μεγάλο.
Το φασιστικό τρόμο πραγματεύεται στο ναρκισσισμό που γεννιέται από την αλαζονεία της ημιμάθειας, τον εγωισμό και την αυταπάτη της μοναδικότητας. Η εθνική υπερηφάνεια δίπλα στην αφέλεια δίνεται ένα πέπλο που καλύπτει τη γύμνια των ιδεών και την ντροπή για την κατάντια των ανθρώπων. Ο φασισμός γίνεται ένα ρούχο που κρύβει τελικά το φαουστική πορτρέτο του Ντόριαν Γρέυ. Εκείνος γερνά και γιγαντώνεται δίπλα μας, ενώ εμείς βλέπουμε ακόμα το νεαρό πλάσμα του παρελθόντος. Το ίδιο θέμα απασχολεί το Θεοδωρίδη και στο το φασισμό γεννά η έπαρσή μας. Όλα τα αρνητικά αισθήματα του ανθρώπου (ανωτερότητα, φόβος, κακία, μικροψυχία, κομφορμισμός, βλακεία) γεννούν τελικά το φασισμό. Μόνο που τούτη τη φορά δεν κρύβεται το πορτρέτο του Ντόριαν Γκρέυ, αλλά φανερά δακρύζει μέσα στον εξανδραποδισμό της ναρκισσιστικής αντίληψης για την ανωτερότητα και τη βία στον απροστάτευτο.
–
Τη συλλογή ποιημάτων “όταν συναντηθούμε ξανά” μπορείτε να το “κατεβάσετε ελεύθερα από εδώ ή να το διαβάσετε online εδώ.
επιμέλεια ποιημάτων & έκδοσης: Δήμος Χλωπτσιούδης | ISBN: 978-618-81129-4-0 | Θεσσαλονίκη, 2014
0 Σχόλια