Όλη τη νύχτα παλεύει με τα πλήκτρα της γραφομηχανής του. Βάζει, βγάζει χαρτιά, τα σκίζει, τα πετά. Κάθε χτύπος από τα πλήκτρα και ένα τσίμπημα στην καρδιά. Η απώλεια του αγαπημένου του φίλου, τον έχει κάνει σμπαράλια. Δακτυλογραφεί με λεπτομέρειες ό,τι ακριβώς συνέβη. Είναι ένας τρόπος να το βγάλει από μέσα του και να παραδεχτεί το γεγονός. Διαβάζοντας ξανά και ξανά αυτά που έχει γράψει, ξεσπά σε κλάματα. Σε δευτερόλεπτα, τα κάνει κομματάκια και ξαναρχίζει από την αρχή. Θα γράψει για τις ευχάριστες στιγμές που πέρασαν μαζί. Μα και πάλι, ο χτύπος του πλήκτρου αφήνει πίσω του ένα βαρύ, πονεμένο ήχο. Πίνει τον ένα καφέ πίσω από τον άλλο και φουμάρει ακατάπαυστα. Στο δωμάτιο ίσα που αχνοφέγγει το φως απ’ το καντήλι. Ξάφνου, η μορφή του ολοζώντανη μπροστά του. Κατευθύνεται στη γραφομηχανή και αρχίζει να γράφει. Ο χτύπος απ’ τα πλήκτρα γίνεται χαρούμενος και μελωδικός. Δεν ανταλλάσσουν ούτε μια κουβέντα. Σαν αερικό εξαφανίζεται, όπως εμφανίστηκε. Περίεργος, πηγαίνει να διαβάσει το χαρτί: “Φίλε μου, δε θέλω να πονάς για μένα. Είμαι καλά. Να με θυμάσαι και να σφυρίζεις χαρούμενα. Όπως τότε που ήμασταν παιδιά. Αντίο”. Ανακουφισμένος, κλείνει τα βλέφαρά του. Αύριο θα ξημερώσει μια καινούρια μέρα.
_
γράφει η Βάσω Καρλή
Πάρα πολύ όμορφο Βάσω ..και τρυφερά λυτρωτικό. Μπράβο σου!!!
Σε ευχαριστώ πολύ Άννα μου, για τα καλά σου λόγια. Έχοντας στο μυαλό σου ότι κάποιος είναι καλά … όπου και αν είναι, ηρεμείς και ανακουφίζεσαι.
Πάρα πολύ ωραίο, έχει τον πόνο, το πένθος αλλά και την βεβαιότητα ότι οι αγαπημένοι μας που φεύγουν από αυτή τη ζωή δεν χάνονται, ζουν σε μια καλύτερη χώρα του αχωρήτου.
Έτσι ακριβώς είναι Μάρθα. Καταλαγιάζει ο πόνος, σκεπτόμενοι ότι υπάρχουν κάπου κοντά μας. Σε ευχαριστώ πολύ. Καλό μεσημέρι.