Ήρθες σαν τον άνεμο από το πουθενά
Μια μεταμόρφωση της γκρίζας μου της στάχτης
Πρότυπα του πώς πρέπει κανείς να αγαπά
χωρίς κανένα όριο ορθό ή αυταπάτης
Άμαθη σοφή ψυχή, αιώνια και ωραία
που ’ναι ακόμα στον πρόλογο ετούτης της ζωής
με βοηθό τον πόθο του Ουρανού, τη μάνα Γαία
έγνεψε ένα όνειρο συνείδησης γυμνής
Όσο το μυαλό να νουθετεί και να προσδίδει
έννοιες και αναλύσεις στο τι το κάθε εστί
στην αυθεντία επίκληση, σε λόγια του Αρχιμήδη
“Δώστε μου μέρος να σταθώ και μετακινώ τη γη”.
Είσαι μια μορφή αγάπης σπάνια στο σύμπαν
ανεπίδεκτη περιγραφής με ανθρώπων λόγια
Σχεδόν πραγματικότητα που ξύπνησε και της είπαν
«Εξαπλώσου όσο θες, δεν έχεις πλέον όρια»
Η λογική ταξίδεψε μαζί κι οι συνειρμοί της
Το πάθος αναπλήρωσε στο σώμα το κενό
Η σκέψη μου ξεκρέμαστη, νεκροί οι οδηγοί της
να την ορίζει το άγνωστο-γνωστό σου θυμικό
Οι ώρες να ακροβατούν με τα δικά τους μέτρα
ταίρι στα δικά μας τα περίεργα σταθμά
να σταματούνε στο άπειρο, να έρχονται στο πέρα
Μετράμε κόντρα σ’ όλα τα μαθηματικά
Τα λόγια σου του άγρυπνου εγώ μου ο καθρέφτης
Απόκοσμη χημεία ενέργειας που επικοινωνεί
Μανιφέστο του έρωτα, της ανασφάλειας κλέφτης
αγγίζεις όλα όσα δεν έχουν αγγιχτεί
Είναι τρελό αυτό που ζω και όμως σ’ αγαπάω
σα Νύμφη στο μελάνι μου εσένα συναντάω.
_
γράφει η Δώρα Βαξεβανοπούλου
0 Σχόλια