1550-1570. Ενετοκρατία στην Κρήτη και κυριαρχία του Σουλτάνου Σουλεϊμάν του Μεγαλοπρεπούς στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Η αρχοντοπούλα Ρούσσα ζει και μεγαλώνει στον Χάνδακα, μες στα χρυσάφια και τις ανέσεις, χωρίς να νιώθει τη βρώμικη ανάσα του κατακτητή στον σβέρκο της. Ο πατέρας της όμως, που έχει κι αυτός δυσανασχετήσει από τη σκληρότητα των τυράννων, οργανώνει επανάσταση, η οποία πνίγεται στο αίμα, ο ίδιος σκοτώνεται και η οικογένειά του εκτοπίζεται. Έντρομη η Ρούσσα από τη μια μέρα στην άλλη γίνεται έρμαιο της κακής της τύχης και επιβιβάζεται στη γαλέρα που θα την οδηγήσει στην Άνδρο. Αυτή είναι η αρχή της συναρπαστικής τριλογίας με την οποία επέστρεψε η κυρία Άννα Γαλανού και η ανωτέρω περίληψη δεν είναι τίποτα μπροστά στα όσα συμβαίνουν στις σελίδες του βιβλίου.
Με αυτό το μυθιστόρημα η συγγραφέας έχει προχωρήσει πολλά βήματα μπροστά ως προς την υλοποίηση της κεντρικής ιδέας, τη σκιαγράφηση των χαρακτήρων, τον σχεδιασμό της πλοκής και την απόδοση της εποχής και των τόπων. Η γραφή της δεν έχει καμία σχέση με τα προηγούμενα βιβλία που μας χάρισε, αντίθετα την ένιωσα πιο μεστή, αρκετά μελετημένη και αφοσιωμένη σε ένα πρωτόγνωρο πάθος! Η κυρία Γαλανού για χρόνια πάλευε με τη βιβλιογραφία, την έρευνα και το στυλ της κι ήρθε η ώρα να δώσει το πρώτο δείγμα στο κοινό. Ντοπιολαλιά, ήθη και έθιμα, ιστορικές συγκυρίες, σημαντικές προσωπικότητες της εποχής, ο τρόπος σκέψης των απλών και των πάμπλουτων ανθρώπων είναι εξαιρετικά καλοδουλεμένα νήματα που στήνουν σαϊτιά τη σαϊτιά την ιστορία στον αργαλειό του βιβλίου.
Η Ρούσσα είναι μια πανέξυπνη, κατ’ εξαίρεσιν μορφωμένη, 15χρονη κοπέλα, ευαίσθητη και παρορμητική. Η ζωή της κάνει μια σκληρή στροφή 180 μοιρών και ο χαρακτήρας της σμιλεύεται στα αμπάρια των γαλερών, στα τρισάθλια υπόγεια των καραβάνσαραϊ και στα απομονωμένα μιτάτα της βόρειας Κρήτης. Οι συνθήκες την αναγκάζουν να μυηθεί στα μυστικά της μεταμφίεσης για να κρύβει την ανυπέρβλητη ομορφιά της και να καταφέρει να επιβιώσει σε έναν κόσμο όπου οι ευγενείς και οι άρχοντες ζουν παραδεισένια ενώ οι φτωχοί απλώς πεθαίνουν. Και όταν ο έρωτας της χτυπάει την πόρτα με τη μορφή του Σεκίρ, του κατά σχεδόν είκοσι χρόνια μεγαλύτερού της αρχισταβλίτη και ευνοούμενου του Αχμέτ πασά, αρχίζει να ελπίζει σε ένα καλύτερο αύριο, φωτεινότερο και πιο αισιόδοξο. Ναι, καλά!
Από τον Χάνδακα στην Κωνσταντινούπολη, στην Αδριανούπολη και στο Ρέθυμνο, αναπαριστώνται με σαφήνεια, ακρίβεια και πιστότητα η εποχή και οι κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες. Αστρονομία, ζωγραφική, κτηνοτροφία, εμπόριο, πειρατεία, σκλαβοπάζαρα είναι ελάχιστα μόνο από τα γεγονότα και τις επιστήμες που ξετυλίγονται μπροστά στα μάτια του αναγνώστη. Οι ήρωες ζουν και δρούνε σχεδόν στα απόνερα της Ιστορίας, μιας και η συγγραφέας δεν ενέταξε με τη βία τους ήρωές της στην εποχή, αντίθετα, οι αλλαγές στην εποχή επηρεάζουν και τις κινήσεις των πρωταγωνιστών. Η πλοκή με κέρδισε από την αρχή, γιατί ενώ φαντάστηκα ότι θα διαβάσω άλλο ένα ιστορικό ρομάντσο (που και πάλι, αν το πιάσει η κυρία Γαλανού στα χέρια της του δίνει άλλη διάσταση), με τους δύο πρωταγωνιστές να ζουν τον έρωτά τους γεμάτοι πλούτο και χλιδή, η πλοκή κάνει τα δικά της τερτίπια. Η «Θυσία» είναι ένα μυθιστόρημα γεμάτο ανατροπές, με στρωτή αλλά πολυδιάστατη αφήγηση και με διαρκείς εκπλήξεις, που σχεδόν αντιβαίνουν στον καθιερωμένο κανόνα τέτοιων κειμένων! Η ιστορία της Ρούσσας ξεκινάει αλλιώς, συνεχίζεται αλλιώς και καταλήγει εντελώς αλλιώς! Και όλα αυτά δοσμένα όχι μόνο με την ενδελέχεια και τη διεισδυτικότητα της συγγραφέως αλλά και με πλούτο καλολογικών στοιχείων, παρομοιώσεων και μεταφορών, που δε χόρταινα να διαβάζω και να σχηματίζω τις εικόνες στο μυαλό μου.
Συνεχής αγωνία, ανατροπές στις ζωές του Σεκίρ και της Ρούσσας, αληθοφανή εμπόδια, σημαντικές δυσκολίες και μέσα σε όλα αυτά υπάρχει το περιθώριο να σκιαγραφηθούν άψογα οι χαρακτήρες και να μη φανούν ούτε στιγμή «χάρτινοι» ή άβουλοι. Ειλικρινά, μακάρι να μπορούσα να γράψω πιο αναλυτικά για τα συναισθήματα που μου προκάλεσε η εξέλιξη της πλοκής, όμως θα ήταν άδικο για όσους δεν το έχουν διαβάσει ακόμη. Και το τελευταίο κεφάλαιο, αχ, αυτό…..να δείχνει με ωμότητα και τραγική αλήθεια περίτρανα τον τίτλο του πρώτου βιβλίου της τριλογίας και να μου φέρνει δάκρυα στα μάτια αλλά και μια μεγάλη απορία: αφού φτάσαμε ως εδώ, τι θα μας απασχολήσει στο δεύτερο βιβλίο της σειράς; Ποιος είναι ο κεντρικός θεματικός άξονας; Τι έχει στο μυαλό της η συγγραφέας, εκτός από το να με ξενυχτήσει; Ερωτήματα που πρέπει να περιμένουν ως το επόμενο βιβλίο των «Δρόμων της καταιγίδας».
Η «Θυσία» είναι ένα εκπληκτικό μυθιστόρημα, εντελώς διαφορετικό από κάθε τι που έχω διαβάσει ως τώρα, ευρηματικό, όχι υπερβολικά συναισθηματικό, στιβαρό, καλοδουλεμένο, άψογα σχεδιασμένο και εύχομαι ολόψυχα η αφήγηση να προχωρήσει και στα επόμενα βιβλία με την ίδια ένταση. Τέλος, ας μου επιτραπεί να κάνω και μια ιδιαίτερη μνεία στην πανέμορφη φωτογραφία του εξωφύλλου.
0 Σχόλια