Η Αρουντάτι Ρόι γεννήθηκε το 1961 στην Κέραλα της Νότιας Ινδίας. Σπούδασε αρχιτεκτονική αλλά ασχολήθηκε κατεξοχήν με τη συγγραφή σεναρίων για τον κινηματογράφο. Ζει με τον σύζυγό της, σκηνοθέτη Πραντίπ Κρίσεν, στο Νέο Δελχί. «Ο Θεός των μικρών πραγμάτων» ήταν το πρώτο της βιβλίο, κυκλοφόρησε το 1996, μεταφράστηκε σε πολλές γλώσσες, πούλησε εκατομμύρια αντίτυπα και ο λογοτεχνικός του απόηχος κορυφώθηκε με την απονομή του βραβείου Booker το 1997 (εκείνη τη χρονιά κυκλοφόρησε και στα ελληνικά). Η ίδια είναι ανήσυχο πνεύμα, αγάπησε τον τόπο της και μάλιστα σε τέτοιο βαθμό που πρωτοστάτησε στην αντίσταση που έκαναν οι αγρότες της περιοχής στην κοιλάδα του Ναρμάντα όταν αποφασίστηκε να χτιστεί ένα τεράστιο φράγμα που θα απειλούσε την ευημερία τους. Τα επόμενα βιβλία της Ρόι ήταν περισσότερο δοκιμιακού χαρακτήρα και κυκλοφορούν όλα από τις εκδόσεις Ψυχογιός. Το νέο της μυθιστόρημα, «Το Υπουργείο της Υπέρτατης Ευτυχίας» θα κυκλοφορήσει στα τέλη Μαρτίου 2018 από τον ίδιο εκδοτικό οίκο, περίπου είκοσι χρόνια αργότερα.
«Ο Θεός των μικρών πραγμάτων» περιγράφει τη ζωή του Έστθα και της Ράχελ, δίδυμων αδερφών, που επιστρέφουν στο πατρικό τους στο Αγιέμενεμ μαζί με τη μητέρα τους, όταν τα εγκατέλειψε ο πατέρας τους. Μέσα από τα μάτια τους και τις εμπειρίες τους ξεπηδάει η κοινωνική και πολιτική ιστορία της Ινδίας του 1960 μέχρι και το 1990 περίπου, όπου τα εμπόδια της κάστας είναι έντονα και κατακριτέα για όποιον τα ξεπεράσει. Λυρισμός, διεισδυτική ψυχογράφηση χαρακτήρων, ωρίμανση, ποικίλο πλαίσιο ανάπτυξης μιας διαφορετικής ιστορίας και πολλά άλλα χαρακτηριστικά συνιστούν ένα μυθιστόρημα εντελώς διαφορετικό από τα άλλα.
Μετά λύπης μου παραδέχτηκα στον εαυτό μου, λίγο πριν παρατήσω την ανάγνωσή του, πως δε με άγγιξε όσο θα ήθελα ή όσο είχα δει, νιώσει και καταλάβει από άλλους αναγνώστες. Πρόκειται για ένα κείμενο που με γοήτευσε με την ποιητικότητά του, τα καλολογικά του στοιχεία, την υπέροχη γραφή και ταυτόχρονα αρνήθηκε να μου ανοίξει διάπλατα τις πόρτες του περιεχομένου του. Από ένα σημείο μάλιστα ούτε οι μεταφορές, οι παρομοιώσεις ή το ποιητικό βλέμμα της συγγραφέως με κράτησαν. Πιστεύω ακράδαντα, ακόμη και τώρα, πως κρύβει θησαυρούς μέσα του και σίγουρα προορίζεται για αναγνώστες με απαιτήσεις, απλώς του κρατάω κακία γιατί με κράτησε απ’ έξω, χωρίς αυτό να σημαίνει πως δε φταίω κι εγώ. Είτε οι τρέχουσες περιστάσεις της ζωής μου είτε ο αποσπασματικός χρόνος που του διέθετα και χάλαγε τη συνοχή της ανάγνωσης είτε δεν ξέρω κι εγώ τι άλλο δε με βοήθησαν να το κατανοήσω καλύτερα και να το αγαπήσω περισσότερο.
Από συζητήσεις που έκανα κι από μια έρευνα που υλοποίησα, κατέληξα στο συμπέρασμα πως το «κακό» (για μένα) ξεκινάει με την ίδια τη δομή του μυθιστορήματος, όπου η Ρόι, χάρη στην προϋπηρεσία της στον χώρο του σεναρίου, παραθέτει την αφήγηση με μια εντελώς διαφορετική δομή: ξεκινάει με το τέλος, συνεχίζει με την αρχή και τελειώνει με τη μέση της ιστορίας! Ναι, ομολογώ πως αυτό δεν το κατάλαβα διαβάζοντάς το, είχα μόνο την αίσθηση του πισωγυρίσματος (το λεγόμενο πρωθύστερο), δεν είχα διαπιστώσει αυτήν τη συνολική εικόνα. Η θέση μου δυσχεραίνει κι άλλο!
Η συγγραφέας έχει εκπληκτική γραφή, εξαιρετική δύναμη απεικόνισης σκηνών και μοναδική παρατηρητικότητα, απεκδύοντας όλους τους χαρακτήρες της από τα προτερήματα και τα ελαττώματά τους. Την ίδια στιγμή που μπορεί να σου γεννήσει έντονα και αντιφατικά συναισθήματα, φωτίζοντας κάτι εντελώς απροσδόκητο για να δυσχεράνει ή να ελαφρύνει περισσότερο, ανάλογα το περιστατικό, την κάθε σκηνή της, τότε μπορεί να σου δείξει, με άφθαστη τέχνη, την αποστασιοποίησή της από τα γεγονότα και τις σκηνές που περιγράφει! Η λεξιπλαστική της τέχνη είμαι σίγουρος πως θα δημιούργησε πολλά προβλήματα και στη μεταφράστρια στα ελληνικά του κειμένου ενώ ακόμη έχω τη δυσεξήγητη απορία γιατί κάποια κομμάτια προτάσεων γράφονταν με κεφαλαίο το αρχικό γράμμα των λέξεων (π. χ. «Από τα τέσσερα πράγματα που ήταν Δυνατά στην Ανθρώπινη Φύση…», σελ. 165 ή «Πράγμα που φόρτωνε την αστυνομία με το Θάνατο ενός τυπικά αθώου ανθρώπου», σελ. 400).
Μέσα από το βιβλίο ξεπηδούν κι άλλα σημαντικά κοινωνικά προβλήματα, πέραν του διαχωρισμού με τις κάστες, όπως η θέση της Αριστεράς και του κομμουνισμού στην ιστορία της χώρας, η θέση της γυναίκας απέναντι στην κοινωνία και την οικογένεια, ακόμη και η παιδοφιλία και η αιμομιξία, μόνο που τα τελευταία ακραγγίζονται ή παραμένουν θολά… Όλα αυτά όμως είναι ψήγματα που αντικατοπτρίζουν τις διαφορετικές εκφάνσεις της ίδιας κοινωνίας και καταγράφει αδυσώπητα το πώς λειτουργούν, το πώς συμπεριφέρονται τα μέλη μεταξύ τους και τι είδους σχέσεις δημιουργούνται.
«Ο Θεός των μικρών πραγμάτων» είναι ένα διαφορετικό, προκλητικό μυθιστόρημα, που αλλάζει τον αναγνώστη υποσυνείδητα και χωρίς να το καταλάβει, είναι γεμάτο από καλολογικά στοιχεία που στολίζουν τις καλές στιγμές και γιγαντώνουν τις δύσκολες και τις τραγικές. Θέλει προσήλωση, θέλει ευληψία, θέλει αμέριστη προσοχή και προορίζεται για απαιτητικούς αναγνώστες, που δεν ψάχνουν τη μασημένη τροφή αλλά δοκιμάζονται για να προχωρήσουν τη σκέψη τους παραπέρα. Αυτό το βιβλίο θα το κρατήσω κοντά μου για να του δώσω μια δεύτερη ευκαιρία αργότερα, όντας σίγουρος πως κάποια στιγμή θα βρούμε μια κοινή πορεία πλεύσης και θα ξεκλειδώσω όλα του τα μυστικά!
0 Σχόλια