Πληγωμένα όνειρα, που στάζουν προδοσία και εγκατάλειψη ελπίδων, όνειρα που γεννήθηκαν για να υλοποιηθούν και τα πρόδωσαν άλλοι, εχθροί του κοινού καλού, της Ένωσης, της ειρήνης. Όνειρα που ξεκίνησαν λευκά και θυσία τη θυσία βάφτηκαν κόκκινα, άλικα, σαν το αίμα που πότισε τη γη της Κύπρου, σαν το χρώμα του Ιούδα όταν κατάλαβε το λάθος του. Ο κύριος Γιώργος Παπαδόπουλος-Κυπραίος, μέλος της ΕΟΚΑ στα δεκαπέντε του μόλις χρόνια, επιστρέφει στην ελληνική λογοτεχνία και ιστοριογραφία μετά το «Δαχτυλίδι» για να συμπληρώσει την ιστορία εκείνων των πρωταγωνιστών και για να δείξει άλλη μια φορά, με αντικειμενικότητα και σαφήνεια, τα αίτια και τα αιτιατά των ιστορικών εξελίξεων της Κύπρου κυρίως στο διάστημα των δεκαετιών 1950 και 1960, από την οργάνωση και τη δράση της ΕΟΚΑ ως τη δικτατορία των συνταγματαρχών του 1967.
Το βιβλίο χωρίζεται σε τρία μέρη, με το πρώτο και το δεύτερο να καλύπτουν το μεγαλύτερο μέρος του. Στο πρώτο, η αφήγηση ξεκινάει το 1868 και φτάνει ως το 1954. Με αφορμή τις δύσκολες συνθήκες επιβίωσης στην τουρκοκρατούμενη Κύπρο, ο συγγραφέας αναπαριστά με λυρισμό, ενάργεια και καλολογικά στοιχεία, ντοπιολαλιά και παράθεση ιστορικών γεγονότων, την περίοδο πριν την παραχώρηση της Κύπρου στους Άγγλους από τον σουλτάνο. Καταγράφονται η καθημερινότητα των φτωχών αγροτών, οι λίγες ελπίδες σπουδών των αγοριών, μιας και τα χέρια ήταν απαραίτητα στις αγροτικές δουλειές, η πίστη και η αγάπη των Κυπρίων στις απελευθερωτικές προσπάθειες της Ελλάδας από το 1821 μέχρι και τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο. Εδώ φαίνεται ξανά η επιλογή του κυρίου Παπαδόπουλου να εξηγεί με σαφήνεια στον αναγνώστη τις συγγενικές σχέσεις μεταξύ των πρωταγωνιστών και το ταλέντο του να φωτίζει επαρκώς τη διαδοχική σειρά εμφάνισης των επόμενων χαρακτήρων που θα συντροφέψουν την ανάγνωση, μιας και η πλοκή καλύπτει πάρα πολλά χρόνια.
Ονόματα ηρωικώς πεσόντων Κυπρίων, τεκμηριωμένη παράθεση ιστορικών γεγονότων, εξελίξεις και ανατροπές στις προσωπικές ζωές των χαρακτήρων είναι κάποια από τα χαρακτηριστικά που προλειαίνουν το έδαφος για τις αιματηρές σελίδες της αγωνιστικής δράσης της ΕΟΚΑ. Προξενιά και γάμοι, παιδική θνησιμότητα, η συνήθεια του αναγιωτού, πανηγύρια, ήθη και έθιμα αφθονούν και εναλλάσσονται με την Αγγλοκρατία, την αυστηρή πολιτική της αποικιοκρατίας, που σύντομα διέψευσε τις ελπίδες των Κυπρίων για καλύτερες μέρες, τα ιστορικά παρασκήνια που αφορούσαν τη γεωπολιτική θέση της Ελλάδας και συνεκδοχικά της Κύπρου και πολλά άλλα.
Μου έκανε εντύπωση η από νωρίς χαμένη ευκαιρία να αποδεχτεί η ελληνική κυβέρνηση το 1915 την παραχώρηση της Κύπρου από μεριάς της Αγγλίας, με τον όρο να πολεμήσει στο πλευρό της Αντάντ. Η επιμονή της ελληνικής κυβέρνησης για ουδετερότητα απώλεσε οριστικά την πιο κοντινή ελπίδα για εκπλήρωση του προαιώνιου ονείρου και πόθου, μιας και το 1917 που η Ελλάδα μπήκε στον πόλεμο στο πλευρό των Συμμάχων η πρόταση είχε αποσυρθεί.
Στο δεύτερο μέρος, η αφήγηση απογειώνεται, μιας και πρωταγωνιστής των γεγονότων είναι ο ίδιος ο συγγραφέας (προς τιμήν του έδωσε το πραγματικό του όνομα στον ανήλικο πρωταγωνιστή της αφήγησης), που γνώρισε από κοντά ως μέλος της ΕΟΚΑ τον αιματηρό αγώνα αντίστασης κατά των Άγγλων και της απόπειρας εκδίωξής τους από το νησί. Ο Γρίβας Διγενής, ο Μακάριος, ο Σάββας Λοϊζίδης, ο Γρηγόρης Αυξεντίου, το ΑΚΕΛ και τόσοι μα τόσοι άλλοι ήρωες και προδότες, δειλοί και γενναίοι χαρακτήρες και πραγματικά πρόσωπα παρελαύνουν και καταγράφουν ρανίδα τη ρανίδα την ιστορία της μάχης της ΕΟΚΑ, τον εμφύλιο μεταξύ Ενωτικών και Ανεξάρτητων, τις συλλήψεις, τις ανακρίσεις, τις δολοφονίες, τις εκτελέσεις. Όνειρα που ενταφιάστηκαν το 1959 με την υπογραφή των συμφωνιών Ζυρίχης-Λονδίνου, με πρωτεργάτες κυρίως τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, τον Αντνάν Μεντερές και τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο, μιας και θάφτηκε οριστικά το όνειρο της Ένωσης κι άρχισε το αιματοκύλισμα για την ανεξαρτησία. Μια σειρά συμφωνιών που επανέφερε την Τουρκία στα εδάφη της Κύπρου, επέφερε ανυπολόγιστες καταστροφές στις διεθνείς διπλωματικές σχέσεις μα και στα εσωτερικά της Κύπρου, με την Τουρκία να παίζει σκληρό παιχνίδι παράλληλα με τους Άγγλους που κράτησαν στρατιωτικές βάσεις κι έτσι ο δόλιος κυπριακός λαός να απομυζάται με μανία ανάμεσα στις μυλόπετρες των συμφερόντων.
Η πένα του κυρίου Παπαδόπουλου δεν παρασύρεται ούτε στιγμή από τα γεγονότα που βίωσε ο ίδιος. Τιθασεύει όσο και όπως μπορεί την προσωπική του οργή για το διπλωματικό παιχνίδι, καταγράφει με ντοκουμέντα και προσωπικές μαρτυρίες τα ιστορικά γεγονότα και διανθίζει τις σκοτεινές στιγμές με ευχάριστες, αναφέροντας την καθημερινότητα των μαθητών της εποχής, παραδείγματα ευτυχίας ζευγαριών, ακόμη και διασκεδαστικά στιγμιότυπα από την καθημερινότητα των Κυπρίων. Απαραίτητες ανάσες, μιας και οι ηρωισμοί και οι θυσίες των Κυπρίων είναι πάμπολλοι! Το κείμενο αφήνει τον αναγνώστη να καταλάβει μόνος του ποιος φταίει και ποιος όχι, τι πραγματικά συνέβη και φτάσαμε στη διχοτόμηση του 1974 (έστω κι αν αυτό συνέβη μεταγενέστερα από το τέλος του βιβλίου), αποτυπώνει με αμεροληψία τις ιστορικές προσωπικότητες και τη στάση τους απέναντι στις διαβουλεύσεις και τις δράσεις αντίστασης και μου χάρισε κάποιες συναρπαστικές και έντονα συγκινητικές στιγμές ανάγνωσης. Το βιβλίο συμπληρώνει επιλεκτική βιβλιογραφία, παράθεση ιστορικών ντοκουμέντων (φωτογραφίες και δημοσιεύματα της εποχής) και επεξηγηματικό λεξιλόγιο της ντοπιολαλιάς που χρησιμοποιείται στο κείμενο.
Τα «Πληγωμένα όνειρα» είναι ένα συγκινητικό, ηρωικό και τρυφερό ιστορικό μυθιστόρημα που φέρνει σε επαφή τον αναγνώστη με την ιστορία της Κύπρου και εξηγεί ακριβοδίκαια και χωρίς κουραστικές λεπτομέρειες ή ατέλειωτες παραθέσεις ημερομηνιών και γεγονότων τους σταθμούς της σύγχρονης ιστορίας της Κύπρου με αφορμή τις προσωπικές περιπέτειες των πρωταγωνιστών που διάλεξε ο κύριος Παπαδόπουλος να περιγράψει, αναπαριστώντας δεξιοτεχνικά το κλίμα, την εποχή, τις αντιλήψεις και τις συνθήκες διαβίωσης της εποχής. Ένα βιβλίο που επικαλύπτει και συμπληρώνει το «Δαχτυλίδι», διαβάζεται όμως και ξεχωριστά.
0 Σχόλια