Ίσως αν πονούσα λιγότερο,
να μπορούσα να μιλήσω για τα μαχαίρια.
Ίσως αν δεν ήξερα όσα ξέρω,
να μαχαίρωνα κι εγώ με την κάθε ευκαιρία.
Ίσως τα μαχαίρια να φτιάχτηκαν για τα χέρια μου,
για να καταφέρω να μάθω τα όρια μου.
Και ίσως το αίμα της πληγής,
που αναβλύζει από τα έγκατα της γης,
κάτι να θέλει να μου πει.
Στέκεται φωνάζοντας πως δεν έπρεπε να κοπεί,
φωνάζοντας πως η γεύση είναι ωραία
και η ζωή χωρίς αυτήν μοιραία.
Ίσως να ήθελε να με επιπλήξει για τις επιλογές,
τις καθυστερήσεις ή τις βιασύνες τις εύλογες·
όπως όταν έτρεχα σε γήπεδα φτιαγμένα από χρυσό
με ένα αγόρι εξίσου χρυσό,
που φορούσε απαλό παλτό και βλέμμα
και με έκανε αστρική σκόνη με μονάχα ένα βλέμμα·
όπως όταν έτρεξα έξω από την σφαίρα φτιαγμένη από άνεμο
και άφησα το χρυσό αγόρι σε μέρος απάνεμο,
να κοιτά τα ματωμένα του χέρια και να αγγίζει την καρδιά,
να στέκει απάγκιος ενώ παρασέρνονται από αέρα πίσω του τα κλαδιά.
Το αίμα της πληγής γίνεται χείμαρρος
και αλλάζει τώρα μορφή και χρώμα.
Γίνεται θάλασσα που την φωτίζει ένας φάρος
και πνίγει τα ψάρια της, παρά τα βοηθά να έχουν γερό σώμα.
_
γράφει η Ιωάννα Σμικρού
0 Σχόλια