Μα κο?τα! Κο?τα ! Oύτε ένα απλό γ?ώτα δεν μπορε?ς π?α να γράψε?ς. Μ?α απλή κάθετη γραμμούλα. E?σα? τόσο άχρηστη πλέον που με αναγκάζε?ς να πατάω αντ? γ?α το γ?ώτα, το ερωτηματ?κό! Το λατ?ν?κό ερωτηματ?κό! Χα χα χα! Πάντως έχε? πλάκα!
Μα γ?ατ? σου λέω κο?τα! Αφού ε?να? σκοτε?νά. Χα χα χα! Πώς να κο?τάξε?ς αφού μου έχουν κόψε? το ρεύμα εδώ κα? τρε?ς μέρες;
Θυμάσα? τότε στη β?λα μου; Θυμάσα? τα φώτα στους κήπους; Εκε?νες ο? μανόλ?ες πόσο όμορφες δε?χνανε λουσμένες στο φως; Πάνε τώρα τα μεγαλε?α που ήξερες.
Εντάξε? με το κερ? που έχω εδώ μπορε?ς να δε?ς κάτ?. Σκ?ές ε; Εχε? πολλές σκ?ές; Φοβάσα? τ?ς σκ?ές; Χα χα χα! Ε?σα? αστε?α μα την π?στη μου. Ε?σα? πολύ αστε?α. Βρ?σκεσα? εδώ στην ?δ?α θέση στο τραπεζάκ? εκε? μπροστά στην β?βλ?οθήκη ένας Θεός ξέρε? πόσα χρόν?α τώρα κα? μου λες ότ? φοβάσα?.
Θυμάσα? τα παλ?ά τα χρόν?α τότε που έγραψα τα πρώτα μου β?βλ?α; Πάλ? τούτα τα δάχτυλα σε πασπατέυανε. Εντάξε? τότε ήμουν π?ο δυνατός κα? τα πατήματα μου ήταν π?ο γρήγορα. Κ? εσύ όμως, τ? νομ?ζε?ς. Έχε?ς σκουρ?άσε? π?α κα? γ?α να φανούν τα γράμματα στο χαρτ? πρέπε? να σταμπουλήξω το δάχτυλό μου. Μου αρέσε? που έχε?ς κα? το θράσος να δ?αμαρτύρεσα? με αυτά τα αντ?παθητ?κά σκουξ?ματα κάθε φορά που πατάω κάπο?ο από τα πλήκτρα σου. Μηχανή αμερ?κάν?κη σου λέε? ο άλλος! Εντάξε?. Στα ν?άτα σου ήσουν καλή αλλά αν δεν ήμουν εγώ που ήξερα να σε μανουβράρω από μόνη σου δεν θα άξ?ζες τ?ποτα.
Απορώ πως δεν σε έχω πετάξε? στα σκουπ?δ?α τόσα χρόν?α. Πο?α ανακύκλωση. Γ?α τα σκουπ?δ?α ε?σα? π?α βρωμόγρ?α.
Όχ?, όχ? κυρά μου θα γράψω όσο θέλω εγώ αλλά δεν θα χάσω τον χρόνο μου μαζ? σου.
Τα κωλόπα?δα όμως! Το ξέρουν πως σήμερα έχω τα γεννέθλ?ά μου. Πάντα ήξεραν πότε ήταν. Κα? που να πάρε? η οργή χρόν?α τώρα κάνουν πως δεν τα θυμούντα?. Μα κα? κε?νη η κόρη μου αλλά κα? ο προκομμένος ο γ?ός μου λες κα? ε?να? συνεννοημένο?. Κάθε χρόνο παρ?στάνουν ότ? τα ξεχνούν. Κα? ε?να? τόσο ηλ?θ?α τα πα?δ?ά μου που νομ?ζουν ότ? τα π?στεύω.
Βρε – μαλ… ας μην πω καμ?α βαρ?ά βρ?σ?ά – πως ε?να? δυνατόν να με κάνετε να π?στέψω ότ? ξεχνάτε πως στ?ς 25 Μαρτ?ου ε?να? τα γεννέθλ?α του πατέρα σας;
Ξέρω- ξέρω. Κάποτε εσύ Ελένη κορούλα μου χα χα χα, ε?χες πε? κα? το θυμάμα?:
«Πατέρα την 25η Μαρτ?ου απελευθερώθηκαν ο? Έλληνες, αλλά 25 Μαρτ?ου γεννήθηκες εσύ γ?α να σκλαβώσε?ς τα πα?δ?ά που γέννησες.»
Γ?α φαντάσου η κυρά κόρη μου σκλάβα! Χα χα χα χα Ας γελάσω! Επε?δή δεν την άφηνα να κάνε? του κεφαλ?ού της. Επε?δή της έκοψα το χρήμα όταν πήγε στο ωδε?ο να γ?νε? μουσ?κός – ζητ?άνα ή πουτάνα δηλαδή- την έκανα σκλάβα μου λέε?.
Μα εκε?νος ο – να μην πω – Γ?ωργάκης που ε?χε ερωτευτε? την ασουλούπωτη κα? ξεβράκωτη ψωραλέα Πατρ?ν?ά κα? ήθελε να την παντρευτε?; Πάλ? καλά που δεν πρόλαβαν να παντρευτούν αγνοώντας με, αφού εκε?νη αρρώστησε βαρ?ά κα? μας άδε?ασε τον τόπο ευτυχώς.
Τώρα ε?να? παντρεμένος με μ?α αρ?στοκράτ?σσα – τρ?χες – της Εκάλης κα? έχουν κα? δυο πα?δ?ά που ζήτημα ε?να? αν τα έχω δε? δύο ή τρε?ς φορές όλες κ? όλες έτσ? στα τελε?ως τυπ?κά.
Δε βαρ?έσα? όμως. Αν δεν με ε?χε παρατήσε? η μέγα?ρα η γυνα?κα μου γ?α να το σκάσε? με κε?νον τον χαχόλο τον Εγγλέζο – που κόβω το κεφάλ? μου πως ε?ναι αδελφή – τώρα θα ε?χα τα λεφτά να ζω στο πολυτελές μου δ?αμέρ?σμα, με τα λεφτουδάκ?α μου, με τα αμαξάκ?α μου, με τ?ς γκομεν?τσες μου – κ? ας έκλε?σα τα ογδόντα σήμερα- Αλλά πλήρωσα ότ? ε?χα κα? δεν ε?χα στην κυρ?α γ?α δ?ατροφές αφού πρώτα με κάρφωσε στην εφορ?α γ?α κάτ? καταθέσε?ς στην Γουαδελούπη.
Την ηλ?θ?α. Δεν βαρ?έσα? όμως καλύτερα έτσ? μόνος στο σκοτάδ? σε τούτο το υπόγε?ο με μ?α ξεχαρβαλωμένη γραφομηχανή του 1950 που ούτε το γ?ώτα δεν μπορε? να γράψε?.
Το αστε?ο ε?να? πως έχω εδώ δ?πλα το κ?νητό μου. Όχ? γ?ατ? περ?μένω να με πάρε? κάπο?ος γ?α τα χρόν?α πολλά. Αντ?θέτως. Το έχω εδώ δ?πλα μου γ?ατ? όσο περνάε? η ώρα κα? μένε? βουβό ξέρω πως πάντα ε?χα δ?κ?ο. Εγώ δεν έκανα πα?δ?ά. Εγώ δεν απόκτησα εγγόν?α. Εγώ δεν παντρεύτηκα γυνα?κα. Εγώ δεν ε?χα φ?λους.
Τα λεφτά μου ε?χαν πα?δ?ά, εγγόν?α, γυνα?κα κα? φ?λους. Όχ? εγώ!
Εγώ, να? εγώ, μαντρώθηκα σε ένα σπ?τ? μαζ? με άχρηστα όντα που κα? να μην υπήρχαν δεν θα έλε?παν σε κανέναν. Ενώ εγώ, μάλ?στα, εγώ, δημ?ούργησα. Έφτ?αξα επ?χε?ρήσε?ς, έδωσα ψωμ? σε τόσο κόσμο, με λογάρ?αζαν πολ?τ?κο? κα? κυβερνήσε?ς. Ερ?χνα κυβερνήσε?ς!
Α! Ξέχασα. Εχω κα? τα χαπάκ?α μου! Θα πάρω δυο τώρα. Αχχ ωρα?α τα κατάπ?α χωρ? νερό. Με δέκα από δαύτα…. good bye!!!
Τ? σημασ?α έχε? που το πάτωμά τώρα εδώ τρ?γύρω ε?να? γεμάτο από εξώδ?κα δ?καστ?κά; Τ? σημασ?α έχε? που ο σπ?τονο?κοκύρης του καταγωγ?ου αυτού με απε?λε? πως θα με δ?ώξε?. Πο?ος; Αυτός που την κόρη την ε?χα στην δούλεψή μου γ?α χρόν?α. Με λυπάτα? λέε? κα? δεν με δ?ώχνε? ακόμη. Χα! Δυο χαπάκ?α ακόμη. Αχχ ωρα?α. Μ?α ελαφρ?α ζαλάδα τη ν?ώθω. Ωρα?α ε?να?.
Α! Μάλ?στα! Ήταν κα? ο? φ?λο?! Αυτο? ήταν που δεν ξεχνούσαν ποτέ τα γενέθλ?α μου. Μα ποτέ. Ακόμη δεν ξημέρωνε η 25η Μαρτ?ου κα? αρχ?ζανε να βαράνε τα τηλέφωνα! Κα? άντε τα «να μας ζήσε?ς» κα? άντε τα «να σε χα?ρόμαστε» κα? άντε «τα να τα κατοστήσε?ς»! Ψεύτες! Τα έχαφτα εγώ αυτά;
Τώρα στα ογδόντα μου επε?δή βρέθηκα σε υπόγε?ο νομ?ζουνε ότ? με έχουνε θάψε? κ?όλας. Ούτε τηλέφωνά, ούτε επ?σκέψε?ς ούτε παρτάκ?α. Τ?ποτα.
Θα τα πάρω μαζεμένα τα χαπάκ?ια!
Ορ?στε τα κατάπ?α όλα τώρα Κα? πάλ? χωρ?ς νερό. Δεν έχε? με?νε? κανένα. Κα? μη μου κάνε?ς μούτρα εμένα που σε π?έζω.Σε λ?γο θα ε?μαστε δυο άψυχα αντ?κε?μενα το ένα απέναντ? στο άλλο.
Κάτ? σαν μυρμήγκ?α περπατούν μέσα στο κεφάλ? μου. Εσύ σαν να χάνεσα? σε μ?α ομ?χλη. Βαλς. Όλα χορεύουν βαλς. Τα δάχτυλά μούδ?ασαν. Μα που ε?να? τα πλήκτρα;
Α! Νάτο το σκατογ?ώτα! Θα στο ξερ?ζώσω το άχρηστο. Να! Μμμμφλάπ! Το έβγαλα. Σάπ?ο ήταν.
Η γλώσσα μου…βαρ?ά! Πολλλλύ βαρρρ?ά.
Εγώω την κκάαανω γ?α αλλού μεεε υπνωτ?κά, ο? δ?κο? μου θθθθαα μπλλλέξουννν μμε ερωτηματ?κάαα !
Για ννννα σσσσου πατήσσσω το …ρρρωτμμμάτικό να δδώ; Μα…..μα….. Χα χα χααα. Τώωρρραα γράφειςςς το γιώτααα με το ερωτηματι… κό ! Λίγο ακόμ…. Χα χα χα χα χα Είσ..είσαι μια βρμ..γρια τελικ..ά. Ιιιιιιιιιιιιιιιι χα χα χα!
Το τηλέφων… χτυπάει Το τηλ…φνο! Τηλεφ……
Ααας γεελάασωω! Χα χα χα χα. Τώρ… βρήκ…να χτυπα…. Ι Ι Ι Ι Ι Ι Ι …..
Αμ την είχα την υποψία εξ’ αρχής αλλά δεν μπορούσα να το αποδείξω “θείε Χριστόφορε”.
Ο παππούς μου και τα οχτώ αδέρφια του (όλα αγόρια), εκτός από κοινό πατέρα, είχαν και ένα άλλο κοινό χαραχτηριστικό. Ήταν σεσημασμένα πειραχτήρια. Πίσω από το αυτστηρό τους παρουσιαστικό, βρίσκονταν μια απίστευτη διάθεση για ευγενικό και καυστικό χιούμορ που εκδήλωναν σε κάθε ευκαιρία χωρίς ποτέ να ξεπαιρνούν το όριο της διακριτικότητας.
Σεσημασμένα πειραχτήρια, καταχωρημένοι στα κιτάπια της ιντερπόλ του αντι χιούμορ ως επικίνδυνοι χιουμορίστες.
Και να, που μου αποκαλύφθηκες “θείε Χριστόφορε”. Σύντροφος τους, αέναος είσαι και εσύ. Αυστηρό παρουσιαστικό και έτοιμος να χτυπήσεις σαν φαντομάς, ανα πάσα ώρα και στιγμή, την θλίψη στα ποδάρια και να την γκρεμίσεις.
“Ύψιστος” λέει ο Κ.Θερμογιάννης και τρέμει. Δεν θα έχει γνωρίσει φαίνεται σεσημασμένα πειραχτήρια. Θείο Χριστόφορο θα σε λέω εγώ, προς τιμήν όσων έχουν ταξιδέψει πιά αλλά και των δύο που βρίσκονται ακόμη ανάμεσά μας.
Βαγγέλη την απάντηση μου στο σχόλιο σου την έγραψα πιο κάτω αλλού αντ’ αλλού δηλαδή! Μην βάλεις τις φωνές στο μπάρμπα σου ε;
“Το αστε?ο ε?να? πως έχω εδώ δ?πλα το κ?νητό μου. Όχ? γ?ατ? περ?μένω να με πάρε? κάπο?ος γ?α τα χρόν?α πολλά. Αντ?θέτως. Το έχω εδώ δ?πλα μου γ?ατ? όσο περνάε? η ώρα κα? μένε? βουβό ξέρω πως πάντα ε?χα δ?κ?ο. Εγώ δεν έκανα πα?δ?ά. Εγώ δεν απόκτησα εγγόν?α. Εγώ δεν παντρεύτηκα γυνα?κα. Εγώ δεν ε?χα φ?λους.
Τα λεφτά μου ε?χαν πα?δ?ά, εγγόν?α, γυνα?κα κα? φ?λους. Όχ? εγώ!”
Συην αρχή ξαφνιάστηκα με τα τόσα ερωτηματικά… μετά κατάλαβα κι άρχισα να χαμογελώ…
Συνέχισα με το χαμόγελο να πλαταίνει… να γίνεται γέλιο… απολάμβανα κάθε λέξη σου, διασκέδαζα τόσο πολύ…
Μετά συννέφιασα… κάτι άρχισε να σφίγγει την ψυχή μου… ανατρίχιασα, βούρκωσα…
Διάβαζα το τέλος με ένα δάκρυ να κυλά απρόσκλητο, ανεξέλεγκτο… ο άντρας μου με κοιτούσε παραξενεμένος…
Αγαπημένε μου φίλε Χριστόφορε, η λέξη “εξαιρετικό” είναι τόσο λίγη για το υπέροχο κείμενο που μου χάρισες σήμερα – όπως φτωχά είναι και τα όποια συγχαρητήρια…
Ένα μεγάλο ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ από την καρδιά μου! Να είσαι πάντα καλά!
Είναι λοιπόν περίεργο Βάσω μου το ότι την ώρα που κάποιος γράφει μια ιστορία δεν υποπτεύεται το παραμικρό σχετικά με το ποιες αντιδράσεις θα εκμαιεύσει η υπόθεση από τον αναγνώστη. Έτσι τουλάχιστον συμβαίνει με μένα. Είναι λοιπόν – όπως κι εσύ θα ξέρεις καλύτερα – μεγάλη η ικανοποίηση να αγγίζεις ψυχικές χορδές του άλλου με την αφήγηση σου. Ειλικρινά σε ευχαριστώ πολύ που μου μίλησες για τις εναλλαγές των συναισθημάτων σου κατά την διάρκεια της ανάγνωσης. Άρα το μεγάλο, το τεράστιο, ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ είναι δικό μου. Ελπίζω να μην τσακωθούμε γι αυτό ε; χα χα χα χα Καλή εβδομάδα να έχεις.
Eυρηματικό, έξυπνο, ζωντανό, τρυφερό, Ανθρώπινο!!!
Ευχαριστώ!
Άννα Μαρία – που είσαι συνονόματη με την κόρη μου- σε ευχαριστώ πολύ κορίτσι μου που ήλθες να με διαβάσεις. Το “Ανθρώπινο” που αναφέρεις μου αρέσει πολύ! Με εκφράζει και μένα. Ελπίζω να τα λέμε τακτικά. Να είσαι πάντα καλά.
Απολογισμός μια ζωής γεμάτης ερωτηματικά!!!! Ακόμη και την ύστατη ώρα, δεν υπάρχει μεταμέλεια ούτε αυτοκριτική για τις πράξεις μιας ζήσης που περιστράφηκε γύρω από τον πλούτο και το χρήμα και όχι γύρω από αγαπημένους ανθρώπους.
Η φράση “Τα λεφτά μου ε?χαν πα?δ?ά, εγγόν?α, γυνα?κα κα? φ?λους. Όχ? εγώ! ” νομίζω δίνει όλο το πικρό απόσταγμα της ζωής του, που οδήγησε τον ογδοντάχρονο να ζει αποκομμένος, σχεδόν εγκαταλελειμμένος στο σκοτεινό υπόγειο. Λέω σχεδόν γιατί το τηλέφωνο χτύπησε τελικά ….. ίσως πολύ αργά για δάκρυα……. με το σπαρακτικό επαναλαμβανόμενο κεφαλαίο ΙΙΙΙΙΙΙΙΙ να δίνει τον τόνο του τέλους.
Τελικά η μόνη πιστή σ’ αυτόν υπήρξε η βρωμόγρ?α ………….
Τι να πω? το ελαττωματικό γιώτα και η χρήση του αγγλικού ερωτηματικού σε αναγκάζει διαβάζοντας προσεκτικά, να δώσεις απαντήσεις στα γιατί που δεν έθεσε ο ήρωας στον εαυτό του.
Χριστόφορε, μια ζωή θα μας εκπλήσσεις. Είθε να ζήσουμε πολλά χρόνια ακόμη……. πολλές εκπλήξεις ακόμη….. από τα γραπτά σου.
Μάρω μου γράφεις: “Τι να πω? το ελαττωματικό γιώτα και η χρήση του αγγλικού ερωτηματικού σε αναγκάζει διαβάζοντας προσεκτικά, να δώσεις απαντήσεις στα γιατί που δεν έθεσε ο ήρωας στον εαυτό του.”
ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΗ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ
Κορίτσι μου πιο πάνω θα δεις ότι απέκτησα ανιψιό, έχω κι εσένα Θεία, τι άλλο θέλω πια; Και αλήθεια λες. Ας είμαστε καλά και ας επιφυλάσσει ο ένας στον άλλον αμέτρητες εκπλήξεις ευχάριστες.
Τα ερωτηματικά σε πλήρη αρμονία με την σύγχρονη κοινωνική μας πραγματικότητα ! Αναπάντητα βέβαια..σε καταστάσεις μοναξιάς ,εγκατάλειψης, απαξίωσης …που ο μονόλογος καλύπτει το κενό του διαλόγου…που γίνεται ακόμα μεγαλύτερος ο πόνος τους όταν δημιουργούνται και από τα ίδια σου τα παιδιά! Ρεαλιστικη η “καταγραφή” από τη στιγμή που σε όλους μας έχει κάτι να πει και να θυμίσει για συνανθρώπους μας! Πολύ δυνατό το κείμενο σαν περιεχόμενο και ευρυματικό σαν μορφή έκφρασης με το υπονοούμενο του ερωτηματικού και τις παράλληλες “απώλειες ” ήρωα και γραφομηχανής….που έγιναν αιτία να μείνουν στα “αζήτητα” ! Βαθειά συγκινησιακό! Ο τερματισμός της ζωής του ήρωα με την αυτοχειρία συντελείται και σαν μήνυμα ευαισθητοποίησης …το πιο σημαντικό για μένα.! Δείχνει τη “λύση” !…..Έστω ένα τηλεφώνημα!! Στην ώρα του!!! Είναι αρκετό κάποιες φορές να σωθούν ζωές και να μη μετράμε ανθρώπινες απώλειες! Δυνατό το κείμενο, δυνατό και το μήνυμα ζωής που περιέχει!
Μαργαρίτα καλημέρα κορίτσι μου. Όπως έγραψα και πιο πάνω είναι πολύ μεγάλη η ικανοποίηση που έχει κάποιος που συλλαμβάνει μια ιδέα ορμώμενος έστω και από μια εικόνα – όπως εδώ- και μετατρέποντας την σε αφήγηση μπορεί να δώσει σε κείνους που του κάνουν την τιμή να τον διαβάσουν, πολλές και διαφορετικές εικόνες και συναισθήματα. Όσα γράφεις στο μεστό νοημάτων σχόλιό σου ειλικρινά με ώθησαν να δω το ίδιο μου το κείμενο με άλλο μάτι, πιο ώριμο θα έλεγα. Δεν ξέρω πως λειτουργεί αυτό, αλλά φαίνεται ότι ο αναγνώστης πολλές φορές διδάσκει τον γραφέα το ίδιο του κείμενο, σαν ψυχολόγος που φανερώνει στον ασθενή στοιχεία του χαρακτήρα του κρυμμένα. Σε ευχαριστώ πολύ για την ανάλυσή σου και ελπίζω να είμαστε καλά να βρισκόμαστε σε τέτοιες…”συνεδρίες” παραγωγικές. Καλή εβδομάδα να έχεις.
Χριστόφορε, πόσες φορές θα επαναλαμβάνομαι, διαβάζοντας σε;
Από ..μέσα μου σκέφτομαι “θείο μυαλό” που ξεγεννά, αριστουργήματα!
Οι πικρές αλήθειες που ματώνουν, όσο χάνεται το ( Ι) !
Διώχτης της στάσης απέναντι στη ζωή, δεν αντιλήφτηκε, ούτε μπροστά στην απόφαση του ηθελημένου τέλους του, πόση ευθύνη
κουβαλάει στις γερασμένες πλάτες του.
Αγαπώντας την δόξα, έχασε το ΓΙΩΤΑ, της ζωής του, με όσα αυτό εμπεριείχε!
Μια μαγική γραφή, που επιβεβαιώνεται κάθε φορά!
Αντιγόνη μου, πόσα όμορφα και συνάμα χρήσιμα πράγματα διδάχθηκα διαβάζοντας τα σχόλια σας Πόση ομορφιά έχει αυτό που γράφεις:
” Αγαπώντας την δόξα, έχασε το ΓΙΩΤΑ, της ζωής του, με όσα αυτό εμπεριείχε!”
Πανέμορφο!
Γενναιόδωρη ψυχή που επιβεβαιώνεται κάθε φορά…..θα έλεγα εγώ μαζί με πολλές ευχαριστίες μου.
Βαγγέλη….. ανηψάκι μου καλό, χαίρομαι που με κατατάσσεις σε μια τέτοια εξαιρετική παρέα! Μα να μην έχω γνωρίσει τους συγγενείς μου. Απαραδεκτο! Ϊσως επειδή γεννήθηκα και μεγάλωσα στην μαύρη λεγόμενη ήπειρο. Αλλά μέσω του νεο-ανηψιού μου θα τα πίνουμε όλοι παρέα, είτε βρισκόμαστε επί της ιδίας πλανητικής σφαίρας είτε όχι.
Πάντως χαρά μου είναι να έχω ένα….αναπάντεχο ανίψι εκεί που δεν το περίμενα. Γεια σου Βαγγέλη μου και περιμένω να με αφήσουν στην ησυχία μου να σε διαβάσω επί τέσσερα!!!! Τι διαολο του ανηψιού μου θα αφήσω αδιάβαστα;
Χαμογελώ δίχως πικρία , μου αρέσει το χιούμορ του ήρωα και θέλω να τον σώσω εκτείνοντας μέσα μου την ιστορία,με τα παιδιά του να τον προλαβαίνουν! Συγχαρητήρια Κε Παπαχαραλάμπους!
Εμμανουέλα – τι όμορφο όνομα – οι ιστορίες αυτές έχουν το πλεονέκτημα ας πούμε, να αφήνουν τον αναγνώστη να δρα αν θέλει να αλλάξει το “πεπρωμένο” που σχεδίασε ο γραφιάς- εγώ στην προκειμένη περίπτωση. Σε ευχαριστώ και για τον καλό σου λόγο και και για την καλόκαρδη πρόθεση προς τον ήρωα του διηγήματος. Χαίρομαι δε που διακρίνεις το χιούμορ μέσα στην μαυρίλα. Ελπίζω να τα λέμε τακτικά. Χαρά μου που σε είδα Εμμανουέλα!
Είναι η πρώτη φορά που δεν θα ισχυριστώ πως θα αναγνώριζα τη γραφή χωρίς την υπογραφή του συγγραφέα.
Στην αρχή ναι! Το μειδίαμα που πάντα εμφανίζεται σαν αντίδραση στη σκέψη πως ο αγαπημένος ευπατρίδης ετοιμάζει “σκανταλιά”. Και πόσα δεν θα ‘χε να πει μια χαλασμένη γραφομηχανή. Μέχρι και την ευθύνη θα μπορούσε να αναλάβει για το τρομοκρατικό χτύπημα του υπουργείου υγείας προς τους Έλληνες ασθενείς. Αλλά στη συνέχεια τα τυπωμένα ερωτηματικά έγιναν απορίας έκφραση για το “τι θέλει να πει ο Ποιητής;” Η σκληρή γλώσσα έφερε και την ανάλογη εναλλαγή συναισθημάτων.
Το κείμενο έπαψε να έχει όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά που καθιστούν αναγνωρίσιμο τον συγγραφέα Χριστόφορο Παπαχαραλάμπους. Δεν είναι, βεβαίως σεμνότυφη η γραφή του. Δεν είναι όμως και σκληρή. Δεν είναι ειρωνική, ακόμα κι όταν είναι οργισμένη. Δεν είναι ισοπεδωτική και αδιέξοδη η γραφή του Ευπατρίδη μας ακόμα κι όταν καταγγέλλει ή οικτίρει.
Εδώ όμως; Ο ήρωας αυτοσαρκάζεται. Κάνει απολογισμό ζωής οδυνηρά τη στιγμή ακριβώς που μεθοδεύει το τέλος.
Αποχωρίζεται την ψυχή του μαινόμενος, δωρίζοντας τον τελευταίο θυμό του σε μια άψυχη γραφομηχανή, αρνούμενος να την παραδώσει ειρηνικά στην επιθανάτια αγωνία…. Ανατριχιαστικό! Και φτάνοντας στην κατακλείδα αντιλαμβάνεσαι την παγωνιά της ψυχής του ήρωα, την παγωνιά των ανθρώπινων σχέσεων, την παγωνιά της ψυχής σου, ως αναγνώστης.
Χριστόφορε αγαπημένε,σε διαβεβαιώ πως έπιασα και την τελευταία άρθρωση κραυγής που εξέπεμψες. Ποτέ δεν υπήρξες πιο κατανοητός. Με τρόμαξες όσο ποτέ καμιά άλλη ιστορία σου μυστηρίου. Με συγκίνησες το ίδιο πολύ με τις ιστορίες της παιδικής και νεανικής σου ζωής. Μου γέννησες την επιθυμία να σου ζητήσω να μη με ξεχάσεις ποτέ. Μη με ξεχάσεις….
Σταυρούλα μου τι να σου απαντήσω και τι να πω σε σένα που στην ουσία, στην πραγματικότητα δηλαδή, έγραψες την υπόθεση μέσα στον πυρήνα της. Εκεί που ούτε εγώ που συνέλαβα την ιδέα δεν κατάφερα να φτάσω εσύ εισήλθες και ανέλυσες τα συστατικά του., Είναι αλήθεια πως διαφοροποιήθηκα από τον γνωστό ακόμη και σε μένα εαυτό μου. Δεν ξέρω πως επέδρασε έτσι μέσα μου η εικόνα μιας απλής παλιάς γραφομηχανής. Αυτό όμως είναι το υπέροχο μυστήριο της δημιουργίας ενός κειμένου. Σταυρούλα ζητάς από μένα -το τονίζω από μένα – να μην σε ξεχάσω. Αυτό κορίτσι μου θα συμβεί μόνο αν ξεχάσω τον ίδιο μου τον εαυτό. Ποτέ δηλαδή, της πνευματικής υγείας επιτρεπούσης βεβαίως! Με ιδιαίτερη αγάπη και εκτίμηση και στα χρόνια που γνωριζόμαστε σου εύχομαι ότι καλύτερο. Δεν σου στέλνω ευχαριστίες γιατί όσο κι αν ψάχνω στο λεξιλόγιο μου δεν βρίσκω κάτι που να απηχεί αυτό που θέλει να πει η ψυχή μου. Μια καλημέρα τουλάχιστον ας την πω πάντως.
Ομολογώ ότι σας διαβάζω πρώτη φορά κ.Παπαχαραλάμπους ως σχετικα νεοφερμένη σε ετουτη τη σελίδα και ναι είναι συγκλονιστική η ιστορία είναι μια πραγματικότητα μια πολύ σκληρή αλήθεια!Μια κραυγή από εκείνον πριν το τέλος για την έλλειψη της αγάπης………. Του έδειξαν αγάπη; αγάπησε τον εαυτό του;;;
Σας ευχαριστώ!!!!
Αγαπητή μας καινούργια φίλη Άννα Ρουμελιώτη, με πολύ χαρά σε καλωσορίζω στα λημέρια μας.
Σχετικά με το διήγημα είναι πολύ εύλογα τα ερωτηματικά που θέτεις και είναι αλήθεια πως ούτε εγώ δεν θα μπορούσα να δώσω απάντηση. Ίσως δε η ομορφιά της δημιουργίας μιας ιστορίας είναι το γεγονός ότι γράφεις χωρίς καν να σκέφτεσαι την συνέχεια. Είναι μια μαγική διαδικασία όπου η υπόθεση σου επιβάλλεται από το εσωτερικό του ίδιου σου του εαυτού με τρόπο σχεδόν “δικτατορικό”.
Εγώ σε ευχαριστώ που ήλθες και μας βρήκες και ελπίζω να βλεπόμαστε τακτικά. Εάν έχει κάποιον ή κάποιαν που γιορτάζει σήμερα εύχομαι υγεία και χαμόγελα.
Με συγκινήσατε πολύ κ.Παπαχαραλάμπους..Ευρηματική και τόσο τρυφερή ιστορία. Πολλά συγχαρητήρια, να είστε καλά!