–
γράφει ο Ντίνος Εκπαιδευτικός
–
Είναι γεγονός πως κάθε ενέργεια πρέπει να αξιολογείται ώστε μέσα από το αποτέλεσμα της αξιολόγησης να εντοπίζονται τα κακώς κείμενα και να διορθώνονται. Κάθε αξιολόγηση όμως έχει ένα χαρακτηριστικό το οποίο πρέπει να είναι εγγενές σ’ αυτή, το γεγονός ότι πρέπει να είναι δομημένη πάνω στο ίδιο το πραγματικό αντικείμενο που αξιολογείται και όχι πάνω σ’ αυτό που ενδεχομένως νομίζουμε πως αξιολογείται. Διότι αξιολόγηση σημαίνει εκτίμηση μιας πραγματικής κατάστασης και όχι μιας φαντασίωσης που μπορεί να υπάρχει στο μυαλό μας. Στην περίπτωση της αξιολόγησης των εκπαιδευτικών έχουμε να κάνουμε με τη θεσμοθέτηση ενός συστήματος αξιολόγησης το οποίο στην ουσία είναι ξένο προς την ίδια την εκπαιδευτική διαδικασία.
Ο νόμος ψηφίστηκε χωρίς να λάβει υπ’ όψη του τους ίδιους τους ενδιαφερόμενους, τους εκπαιδευτικούς και βεβαίως τους μαθητές. Η καθημερινότητα σε μια σχολική μονάδα δεν μπορεί να είναι απολύτως ίδια με την καθημερινότητα κάποιας άλλης ούτε είναι ίδια τα κοινωνικά, γεωγραφικά και πολιτιστικά χαρακτηριστικά των κοινωνιών μέσα στις οποίες οι σχολικές μονάδες είναι ενταγμένες. Κάθε αξιολογική διαδικασία οφείλει να λαμβάνει υπ’ όψη τις διαφοροποιήσεις αυτές ώστε τα εξαγόμενα συμπεράσματα να δώσουν ουσιαστικά αποτελέσματα στη βελτίωση της εκπαιδευτικής δραστηριότητας. Όταν με γενικεύσεις και με μια θεωρητική προσέγγιση που στερείται επιστημονικής μεθοδολογίας επιχειρείται να γίνει θεσμός κάτι ξένο προς την ίδια την εκπαιδευτική κοινότητα είναι καταδικασμένο να αποτύχει.
Το πρόβλημα στην ουσία του ξεκινάει από την πολιτική ηγεσία του Υπουργείου η οποία, όπως άλλωστε και πολλές άλλες παρελθούσες ηγεσίες, επιθυμεί να αφήσει το στίγμα της στην ιστορία ως ο μεταρρυθμιστής που άλλαξε προς το καλύτερο την παιδεία. Στην προσπάθεια αναζήτησης του χρήσιμου αλλά και του χρηστικού, διολισθαίνει σε προχειρότητες και κακές αντιγραφές πρακτικών που εφαρμόζονται σε άλλες χώρες. Η προσπάθεια του Υπουργείου να αγγίξει το ιδανικό (κατ’ αυτήν) έχει μετατραπεί σε αγωνία απόδρασης από το απέραντο μηδέν, αγωνία η οποία είναι πασιφανής πια και αντικατοπτρίζεται στην μάταιη προσπάθεια να μεταπείσει την πλειοψηφία των εκπαιδευτικών να αλλάξει τη στάση του.
Δεν υπήρξε ισορροπία κατά τη θέσπιση του νόμου για την αξιολόγηση αφού δεν υπήρξε ουσιαστικός διάλογος με τους ενδιαφερόμενους. Πατρίδα της Παιδείας είναι τα σχολεία και η ψυχή της είναι οι μαθητές και οι δάσκαλοι, όχι τα μεγάλα γραφεία των υπουργείων. Η ανικανότητα εφαρμογής αλλαγών προκειμένου το εκπαιδευτικό σύστημα να είναι σε θέση να παρακολουθήσει τα τεκταινόμενα και τις εξελίξεις στο παγκόσμιο επίπεδο των μεταρρυθμίσεων που οδηγούν την ιστορία δεν είναι ουδόλως ευθύνη των εκπαιδευτικών που καλούνται να αξιολογηθούν με ένα εξόχως γραφειοκρατικό και μη χρηστικό στην ουσία του σύστημα αξιολόγησης. Η ευθύνη αυτή βαραίνει αποκλειστικά το Υπουργείο Παιδείας κι ενδεχομένως την πολιτική ανεπάρκεια στη λήψη των αποφάσεων. Καλό θα ήταν λοιπόν να αξιολογηθούν πρώτα οι εισηγητές της αξιολόγησης και στη συνέχεια η ραχοκοκαλιά της πολύπαθης εκπαίδευσης σ’ αυτή τη χώρα. Σε διαφορετική περίπτωση η ιστορία θα καταγράψει απλώς μια ακόμα αποτυχία. Διότι η ιστορία δεν συγχωρεί την ανεπάρκεια κανενός.
0 Σχόλια