Ένα όμορφο μυθιστόρημα για τη δύναμη της ανθρώπινης ψυχής, για την αντοχή να αρχίσεις από το μηδέν και για τον μυστηριώδη δεσμό του ανθρώπου με τη θάλασσα. Καλογραμμένο, με όμορφες ανάσες χιούμορ, με πολλά και ωραία περιστατικά από τη Σμύρνη πριν και μετά το 1922 και από τη Χίο μετά την εγκατάσταση των προσφύγων. Μου κράτησε καλή συντροφιά και, μιας και είναι το πρώτο βιβλίο της συγγραφέως, διαβλέπω ότι πολύ σύντομα μπορεί να ξεπεράσει το τρακ του πρώτου έργου της και να γράψει κάτι ακόμη καλύτερο. Δυστυχώς όμως για το βιβλίο, παρατήρησα πολλά τυπογραφικά λάθη στο κείμενο.
Η οικογένεια Κιοπέογλου ζει άνετα και τρυφηλά στη Σμύρνη, αδιαφορώντας για τον κίνδυνο της επερχόμενης σφαγής το 1922. Είναι ανθρωπιστές, οραματιστές, φιλάνθρωποι, πρόσωπα αγαπητά και από τους αστούς και από τους υπηρέτες. Τον μαύρο Σεπτέμβρη του 1922 η οικογένεια διαλύεται και καταφεύγει στη Χίο, όπου ξεκινούν από το μηδέν με αγωνία να μεγαλώσουν σωστά τις κόρες τους, Αγγέλα, Ευγενία, Μερόπη, Αρχοντούλα και Ίριδα. Η ιστορία επικεντρώνεται στην Ίριδα, που ήταν ακόμη στην κοιλιά της μάνας της όταν φύγανε πρόσφυγες από την καιγόμενη Ιωνία. Η Ίριδα γεννήθηκε μες στο νερό και μεγάλωσε δίπλα στη θάλασσα. Ο Κιοπέογλου καταφέρνει να ξανασταθεί στα πόδια του, να ξαναμαζέψει περιουσία και να μεγαλώσει τα κορίτσια του. Η Ίριδα έζησε δύο μεγάλους έρωτες, τους οποίους η συγγραφέας δίνει με όμορφα, φωτεινά χρώματα, με καλογραμμένους διαλόγους και ωραία περιστατικά. Η μεγάλη στροφή στη ζωή της γίνεται στην Κατοχή, όταν ένα γερμανικό αεροπλάνο βυθίζεται έξω από το νησί και τη ζωή του πιλότου σώζει η Ίριδα, η οποία τον περιθάλπει κρυφά και σύντομα ερωτεύονται. Θα κρατήσει αυτή η αγάπη στα μαύρα χρόνια του πολέμου; Ποιος θα κερδίσει, το καθήκον προς την πατρίδα ή η άδολη καρδιά; Οι επιλογές τι συνέπειες θα επιφέρουν στο περιβάλλον των Κιοπέογλου και στην τοπική κοινωνία;
Ένα πρώτο βήμα στην ελληνική λογοτεχνία από μια υποσχόμενη νέα συγγραφέα.
SPOILERS
(μη διαβάσετε παρακάτω αν δεν έχετε διαβάσει το βιβλίο πρώτα)
Συνολικά αποκόμισα μια πολύ θετική εικόνα του βιβλίου. Δεν έχω αντίρρηση που οι Κιοπέογλου έφυγαν πένητες από τη Σμύρνη και ξανάρχισαν από την αρχή, φτάνοντας πάλι σε υψηλά επίπεδα πλούτου, άλλωστε δεν ήταν και οι μόνοι πρόσφυγες που διέπρεψαν. Δεν έχω αντίρρηση που η Ίριδα έσωσε και ερωτεύτηκε τον Χανς, έναν αντιναζιστή αεροπόρο που αναγκάστηκε να πολεμήσει για να υπερασπιστεί την πατρίδα του, χωρίς να συμμερίζεται τις θεωρίες του Χίτλερ, άλλωστε δεν ήταν η μόνη από τέτοιες περιπτώσεις ασύμβατων ερώτων που υπήρξαν στις κατεχόμενες χώρες. Δυστυχώς όμως, το γεγονός ότι η συγγραφέας ήθελε σχεδόν με το ζόρι να δέσει την ηρωίδα της με το Αιγαίο, γεννώντας την στη θάλασσα και μετά σκοτώνοντας τον άντρα της στο ναυάγιο της Φαλκονέρας ενώ η ίδια πνίγηκε στο ναυάγιο στις Πόρτες της Πάρου χρόνια αργότερα, ήταν πολύ ακραίο και καθόλου πειστικό. Θα μπορούσε η Ίριδα έστω να σβήσει αργά από βαθιά γηρατειά κοιτώντας τη θάλασσα και όχι να πεθάνει όπως διάλεξε η συγγραφέας. Πιστεύω ότι αν υπήρχε άλλο τέλος ή αν δεν υπήρχε η απώλεια της Φαλκονέρας το μυθιστόρημα θα ήταν πιο ρεαλιστικό και αληθοφανές.
0 Σχόλια