«Γράμματα»
Σκισμένα χαρτιά.
Κιτρινισμένα από το πέρασμα του χρόνου που επάνω τους σκορπίζονταν λέξεις.
Τρελές λέξεις, ακυβέρνητες, ναυαγισμένες σ’ ένα ταλαιπωρημένο κομμάτι χαρτιού.
Λέξεις βαριές, ασήκωτες.
Ρίζωσαν στη θέση τους.
Εδραιώθηκαν.
Ύψωσαν φρούρια και έχτισαν κάστρα μήπως και ξεθωριάσουν από τις ανταύγειες του καιρού.
Μα το μελάνι πότισε στην εύθραυστη επιφάνεια και ό,τι βάφει, δεν ξεβάφει.
Ό,τι γράφεται, δε διαγράφεται.
Κι η πλήρωση θα ‘ρθει κάποτε,
Μόλις η μοίρα νιώσει το σημάδι που τις χάραξαν οι λέξεις στις αναπάντητες επιστολές.
_
γράφει η Βασιλική Καμαριώτου
“Μα το μελάνι πότισε στην εύθραυστη επιφάνεια και ό,τι βάφει, δεν ξεβάφει.
Ό,τι γράφεται, δε διαγράφεται.”
Είτε στο χαρτί, με μελάνι… είτε στην ψυχή, με πυρωμένη πέννα!