Χρωστάει ένα «Σ’ αγαπώ»,
κατανυκτικά εξερχόμενη από τον Ναό,
του Δεκαπενταύγουστου.
Βαδίζει, ρίχνει στη θυρίδα,
γράμμα προς το Επέκεινα,
κορμιά, ζαριά και τρένα,
προσπερνούν,
την τελευταία ελπίδα.
Κι όμως εκεί στις μεγαλουπόλεις,
κρύβουν εκπλήξεις και γέφυρες,
σε όποιον γράφει «σ’ αγαπώ»,
στον παραλήπτη.
Τα λογικά της έχει ακόμη,
σέβεται και τιμά,
κι ας έχει μείνει η μόνη,
στα πεζοδρόμια.
Δρόμοι του ήλιου
πλημμυρίζουν
έρημους δρόμους στην Αθήνα.
Και επιμένει: «Σ’αγαπώ»,
στη Θεοτόκο του Αυγούστου.
Τα χρέη ξόφλησε,
και φαίνεται,
στροφή πως έκανε,
ζαριά, κορμιά,
στον παραλήπτη.
«Κι εγώ σ’ αγαπώ».
_
γράφει η Αλεξάνδρα Μιχαλοπούλου
0 Σχόλια