Ένα, δύο. Τρία, τέσσερα. Συγκεκριμένα τα βήματα. Έτσι μου έμαθαν. Να χορεύω και να μετρώ από μέσα μου. Να ακολουθώ μια προδιαγεγραμμένη πορεία.
Ύστερα το μέτρημα δεν ήταν απαραίτητο. Τα πόδια και τα χέρια μου έβρισκαν τις κινήσεις χωρίς να σκεφτώ. Το σώμα μου αφηνόταν στη μουσική και έβρισκε τον κατάλληλο ρυθμό. Τότε δεν ήξερα τι συνέβαινε. Αργότερα κατάλαβα. Έφτανε η ψυχή για να με οδηγήσει.
Κι έτσι απέκτησα τον δικό μου ρυθμό. Ήταν στιγμές που ξέφευγα από τα προκαθορισμένα βήματα μα αυτό ήταν πιο απολαυστικό. Η μαγεία ερχόταν όταν χόρευα ξέγνοιαστη.
Όμως η δασκάλα μου με επέπληττε. Μου τόνισε πως υπήρξαν άλλοι πολύ πιο πριν από μένα που βρήκαν τα σωστά βήματα και πως είμαστε πολύ τυχεροί που τα διδαχτήκαμε. Έσκυψα το κεφάλι και ψέλλισα «συγγνώμη».
Ε.Σ.
–
«Πλιέ και τέντωμα, πλιέ και τέντωμα. Ρελεβέ! Και κάτω».
Πάλι. Και πάλι. Και πάλι. Εκείνη έδειχνε ότι βαριέται αφόρητα. Ωστόσο, προσπαθούσε να εκτελεί με ζήλο τα παραγγέλματα – αν και δεν τα κατάφερνε πάντα.
Στο διάλειμμα είχε καθίσει κάτω κι έκανε μαλάξεις στα πόδια της. Πήγα σιγά σιγά και στάθηκα μπροστά της. Σήκωσε το κεφάλι της και με κοίταξε ερωτηματικά.
«Είμαι σίγουρος ότι όταν περπατάς στον δρόμο βαριέσαι», της είπα. «Θέλεις να χορεύεις αντί να περπατάς, αλλά ντρέπεσαι. Τουλάχιστον όταν ήσουν μικρή όλοι το έβρισκαν χαριτωμένο, αλλά τώρα…»
Το προσωπάκι της φωτίστηκε από την έκπληξη.
«Ποιος είσαι;»
Σήκωσα τους ώμους μου.
«Ας πούμε ότι είμαι – δηλαδή ήμουν, κάποιος σαν εσένα. Κάποιος που πειθάρχησε κι ακολούθησε τα σωστά βήματα».
«Και τι κάνεις εδώ;»
«Εδώ ήρθα για τα υδραυλικά».
Η δασκάλα χτυπώντας τα χέρια της ανακοίνωσε τη λήξη του διαλείμματος. Εγώ γύρισα στο καλοριφέρ και έπιασα και πάλι τα εργαλεία μου. Η μικρή, εκτελούσε υπάκουα τις ασκήσεις, αλλά ξαφνικά έφυγε από τη μπάρα, αφήνοντας άφωνη τη δασκάλα. Έκανε μερικές κινήσεις που κατέληξαν σε μία διπλή πιρουέτα και υπόκλιση μπροστά της. Αμέσως σηκώθηκε με μία απότομη κίνηση και κατευθύνθηκε προς τις σκάλες. Χορεύοντας! Την κοίταζα καθώς έφευγε, με ένα χαμόγελο σχηματισμένο στα χείλη μου.
Α.Μ.
Τώρα πια χορεύω όπου θέλω, όποτε θέλω. Έχω ξεχάσει τους αριθμούς. Πότε με οδηγεί ο ήχος της βροχής, πότε ο άνεμος που περνά ανάμεσα στα δέντρα, πότε ο παλμός της καρδιάς.
Όπως τώρα που βρέχει και ο ρυθμός του νερού με καλεί.
Είμαι ελεύθερη.
_
γράφουν οι Έλενα Σαλιγκάρα και Άγγελος Μανουσόπουλος
Χορός μία από τις υψηλότερες εκφράσεις του ανθρώπου! Χορός = Έρωτας. Έρωτας ανάμεσα στη μουσική και την καρδιά! Έρωτας ανάμεσα στην κίνηση του κορμιού και τον αέρα! Και ο έρωτας αναπνέει μόνο ελεύθερα!!! Άρα… χορός = έρωτας= ελευθερία!!!! Πολύ δυνατή διασταύρωση! Μπράβο σας!!!!!!!!!!!!
Έτσι ακριβώς Σοφία μου! 🙂
Ευχαριστούμε θερμά
Πολύ όμορφο, σύντομο, λιτό και αισιόδοξο!!!
Ευχαριστούμε πάρα πολύ Νίκο!
Άγγελε και Έλενα,
Μας ξεσηκώσατε με τα ρυθμικά βήματα της γραφής σας… Λένε πως ο άνθρωπος πρώτα έμαθε να χορεύει και να τραγουδά και έπειτα να περπατά και να μιλάει!!
Μέσα από το χορό γεννήθηκε η ελπίδα…Μέσα από το τραγούδι ο έρωτας…
Πολύ όμορφο το σμίξιμο της μαεστρίας σας!!!
Μπράβο!!!!
Ευχαριστούμε πολύ Χρυσούλα! Όμορφο Σαβ/κο να έχεις!
Απελευθερωμένες, ανάλαφρες κινήσεις, με οδηγό την καρδιά. Πολύ ωραία δεμένα μεταξύ τους τα δύο κείμενα. Μπράβο σας.
Ευχαριστούμε πάρα πολύ για τα όμορφα σχόλια!
Μπράβο σε αυτό το δίδυμο. Μου αρέσει όταν βλέπω διασταυρώσεις που οι πένες δένουν αρμονικά..που ο ένας μπαίνει στη σκέψη του άλλου και δίνεται ένα ενιαίο κείμενο τελικά σα να είναι γραμμένο από ένα χέρι. Ωραία αυτή η αίσθηση της ελευθερίας που μας δώσατε
Ευχαριστούμε καλή μου Μάχη. Όμορφη μέρα να έχεις!
Ευχαριστώ κι εγώ για τα όμορφα σχόλιά σας. Είναι η καλύτερη ενθάρρυνση.