Μια αινιγματική συγγραφέας μας μιλάει για την ζωή και το έργο της!
Σας επέλεξε η γραφή ή την επιλέξατε; Με τι κόστος;
Δεν ξέρω αν με επέλεξε η γραφή ή όχι. Εκείνο που θυμάμαι καλά ήταν ότι τα βιβλία ήσαν πάντα για μένα ό, τι πιο ελκυστικό και πιο όμορφο υπάρχει στη γη, έβρισκα την ευτυχία μέσασε αυτά. Ήταν τρόπος φυγής για μένα σε έναν άλλον κόσμο. Μετά, ένιωσα ότι θα προτιμούσα, εκείνον τον φανταστικό κόσμο, να τον φτιάξω όπως επιθυμούσα εγώ, να του βάλω δικά μου στοιχεία, να εκφραστώ μέσα από αυτόν, να προσθέσω τα όνειρά μου, να ξεφορτωθώ τη θλίψη μου, να πω τη γνώμη μου ελεύθερα, έστω κι αν είναι διαφορετική. Έτσι, στην αρχή άρχισα να σκιτσάρω και μετά να γράφω. Να διαβάζω, να σκέφτομαι, να γράφω κλπ. Έτσι έγινε.
Τι σημαίνει «γράφω» για σας;
Μεγάλη ευτυχία. Προσωπική ψυχανάλυση, φυγή σε άλλους κόσμους, δημιουργία ονειρεμένων καταστάσεων, επιθυμία να πω αυτά που θέλω κι όπως θέλω, ελεύθερα. Σημαίνει ζωγραφίζω με λόγια όλα όσα βλέπω, ακούω, αισθάνομαι και επιθυμώ.
Πιστεύετε ότι κάποιος γεννιέται ή γίνεται συγγραφέας;
Νομίζω και τα δύο. Σίγουρα για να γίνεις συγγραφέας θέλει διάβασμα πολλών βιβλίων, διαφορετικών, θέλει κατάρτιση, γνώσεις, θέλει να έχεις σκίσει πολλά- πολλά χειρόγραφα πριν πάρει μορφή μια ιστορία. Αλλά, νομίζω, είναι και χάρισμα. Το οποίο, βέβαια, χρειάζεται και την απαραίτητη καλλιέργεια για να αναδειχτεί.
Μιλήστε μας για το βιβλίο σας.
Το βιβλίο «Λίνα Για την καρδιά του Φωτεινού» είναι το πρώτο μιας ολόκληρης σειράς. Μπορεί, βέβαια, να διαβαστεί σαν αυτοτελής ιστορία, αλλά η ουσία και το νόημα βγαίνει μόνο αν υπάρξει συνέχεια. Το πρώτο βιβλίο αναφέρεται στη γνωριμία δύο νέων μιας ξεχασμένης εποχής και έχει σχέση με τους Έλληνες μετανάστες της Αμερικής. Πολλά είναι αλήθειες από προσωπικά βιώματα, καθώς και από ιστορίες δικών μου συγγενικών προσώπων, που υπήρξαν μετανάστες στην Αμερική, και που η ζωή τους είχε στοιχεία ξένα προς την ελληνική πραγματικότητα. Η ενορία, οι σύλλογοι, το ήθος είναι χαρακτηριστικά των ελλήνων μεταναστών, ιδίως τότε. Ιδιαίτερα οι ενοριακές συγκεντρώσεις είναι κάτι που δημιουργεί στους μετανάστες τους δεσμούς με την Πατρίδα και δεν τους αφήνει να χάσουν την ταυτότητα. Γι’ αυτό και η ιστορία αρχίζει με τον π. Αντώνιο, τον οποίο θα τον δούμε να έχει μια μεγάλη σχέση με τα πρόσωπα, να δρα και να ενεργεί και να είναι σεβαστός σε όλους. Επίσης και οι ευκαιρίες από τη νεανική ηλικία για σπουδές και προσωπική ανέλιξη είναι κάτι χαρακτηριστικό του τρόπου ζωής στην Αμερική.
Φυσικά βάζω και στοιχεία που θέλω. Ο Αναστάσης είναι πανέμορφος, πλούσιος πολύ, υπερβολικά ευγενικός, έχει όλα όσα επιθυμεί μια κοπέλα, μια μεθυστική προσωπικότητα. Η Λίνα είναι μια ονειρεμένη παιδούλα, αθώα, ελκυστική μόνο σε όσους έχουν μάτια και βλέπουν, χαροκαμένη, όμως, και άσημη στους πολλούς. Γνωρίζονται παράξενα και, λόγω της εποχής και των συνθηκών, ώσπου να εξελιχτεί η αγάπη, φαίνεται αδύνατη. Και όταν όλα φαίνονται να πάνε καλά, ο αναγνώστης ανακουφίζεται. Επιτέλους! Έγινε αυτό που έπρεπε! Το τέλος καλό! Τι ωραίο παραμύθι!
Α, όχι, δεν είναι η ιστορία της Σταχτοπούτας, μην παρασύρεστε.
Στο δικό μου το μυθιστόρημα υπάρχει και ένα «αλλά»… Το «αλλά» θα το μάθουμε στη συνέχεια της ιστορίας, όταν σιγά- σιγά θα εκδοθούν και τα επόμενα βιβλία. Προς το παρόν απολαμβάνουμε το πρώτο και γνωριζόμαστε με τους πρωταγωνιστές, τους υπόλοιπους δευτερεύοντες χαρακτήρες και τους κομπάρσους.
Το πρώτο βιβλίο έχει ακριβώς αυτόν το σκοπό. Να διηγηθεί την αρχή της ιστορίας. Είναι ένα «παραμύθι» αγάπης, τρυφερής, μοναδικής, αιώνιας. Αλλά η αγάπη κρύβει πάντα μυστικά και τον πόνο.
Στην ουσία, η ιστορία μου αναφέρεται σε τρεις γενιές. Από τότε… ως σήμερα. Αρχίζοντας το πρώτο έχει κάποιος την εικόνα της μακρινής εκείνης εποχής και μπαίνει στο θέατρο, όπου θα παρακολουθήσει τη συνέχεια. Χωρίς να μπορεί να επέμβει.
Αυτό ήθελα να δείξω. Κανείς δεν μπορεί να επέμβει, ιδιαίτερα στη ζωή των άλλων. Μπορεί όμως να κάνει τις δικές του επιλογές, ελεύθερα. Και μέσα από το βιβλίο μου να νιώσει κι ο ίδιος ελεύθερος. Δεν κρίνω τίποτα εγώ, δεν υπάρχω, δε διδάσκω, όλα γίνονται από τον αναγνώστη. Έτσι θεωρώ πως πρέπει. Πιστεύω πολύ στην ελευθερία και στην ευγένεια. Και νομίζω ότι μόνοι μας φταίμε που μας λείπουν και τα δύο. Δεν ξέρω, αυτό που υπάρχει σαν αρρώστια στην ελληνική κοινωνία και που το βίωσα και η ίδια, είναι που όλοι θέλουν να έχουν γνώμη και να μπλέκονται και ενεργά στη ζωή του άλλου. Και μετά δείχνουν με το δάχτυλο και σχολιάζουν τους τόσους δυστυχισμένους που αντιδρούν γύρω μας, επειδή με τον τρόπο αυτό δημιουργήθηκαν δυστυχισμένες ψυχές που κάποτε θέλουν να ζήσουν τη δική τους ζωή, με τα δικά τους κριτήρια. Και, τι κρίμα, όταν μερικές φορές είναι αργά. Πρέπει να το δουλέψουμε αυτό το μήνυμα της ελευθερίας μέσα μας και στα παιδιά μας. Στο βιβλίο μου κυριαρχεί η ευγένεια, ο σεβασμός και η κατανόηση. Αν υπήρχε λιγάκι περισσότερη κατανόηση, πιστεύω πως θα ήταν καλύτερες οι σχέσεις των ανθρώπων. Και περισσότερη χαρά.
Ως προς τη γλώσσα και τις εκφράσεις είναι ανάλαφρο, δεν κουράζει, αντιθέτως έχει φτιαχτεί για να ξεκουράζει και να αφήνει μια νότα αισιοδοξίας.
Ποια μοίρα ελπίζετε για αυτό;
Είμαστε στη μέση της κρίσης. Οι άνθρωποι δεν αγοράζουν όπως παλιότερα. Πιστεύω, όμως, από ό, τι μου είπαν όλοι όσοι το διάβασαν ως τώρα, πως αν αρχίσει και γίνεται γνωστό, θα πάει καλά.
Έχετε συγκινηθεί με ένα βιβλίο που έχετε διαβάσει;
Α, ναι! Με είχε συγκινήσει από την πρώιμη εφηβεία μου το βιβλίο του Κρόνιν, «Τα κλειδιά της βασιλείας». Ήταν κάτι που με άγγιξε βαθιά και από τότε το έχω στην καλύτερη θέση της βιβλιοθήκης μου. Επίσης, θεωρώ πως «Οι άθλιοι» του Ουγκώ θα έπρεπε να διαβαστούν από όλους, έστω μια φορά στη ζωή τους. Μου δημιουργεί απορία, το ότι πολλοί δεν το έχουν διαβάσει ποτέ. Δεν ξέρουν τι χάνουν! Και, φυσικά, τα βιβλία της απίθανης και αξεπέραστης, της μοναδικής Πηνελόπης Δέλτα. Υποκλίνομαι!
Ποια είναι η αγαπημένη σας φράση;
Ότι αγάπη σημαίνει σεβασμός στην ελευθερία του άλλου και κατανόηση στις προσωπικές του ιδιορρυθμίες, στην ιδιαιτερότητά του και στις επιλογές του.
Δεν υπάρχουν αυτά, δεν υπάρχει αγάπη, ας μην υποκρινόμαστε.
Για ποιο λόγο θα σταματούσατε να γράφετε;
Νομίζω, αν αρρωστήσω σοβαρά, σίγουρα δε θα μπορούσα να γράψω. Γράφω, πάντα γράφω, έχω και κάποια κείμενα στη μέση. Έχω γράψει και παραμύθια. Όμως δεν ήταν τίποτα εύκολο. Ασχολήθηκα πολύ με την έκδοση του πρώτου βιβλίου μου τελευταία, πέρασα πολλά και απογοητεύτηκα. Κι όπως είπα να τα σκίσω, έγινε αυτό το άνοιγμα με την εκδοτική του Φυλάτου. Πιστεύω ότι ο δρόμος άνοιξε. Τώρα είμαι ευτυχισμένη που έχω το πρώτο μου βιβλίο σε έντυπη μορφή και καμαρώνω λες και τι φοβερό έκανα. Έχω και τα δίκια μου, ήταν ένα όνειρο που έγινε πραγματικότητα. Ελπίζω να μπορέσω να συνεχίσω και την έκδοση των άλλων για να πω και τα υπόλοιπα τη ιστορίας στους αναγνώστες του πρώτου. Θα πρέπει να απελπιστώ πολύ ή να μην είμαι καλά για να σταματήσω να γράφω. Έτσι νομίζω!
_
γράφει η Βούλα Παπατσιφλικιώτη
–
Λίνα
Για την καρδιά του Φωτεινού
Κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Φυλάτος
Τα παιδικά μου χρόνια ήσαν ιδιαίτερα δύσκολα και τα επόμενα, που ακολούθησαν ως τώρα, μια ολόκληρη περιπέτεια. Η ηρωίδα «Λίνα» γεννήθηκε μόλις μπήκα στην εφηβεία, τότε που όλα έβγαιναν από τις σκιές και τους μύθους της παιδικής ζωής και άρχιζε και για μένα, όπως σε κάθε έφηβο, η αναζήτηση της αλήθειας και του ονείρου. Ξεκίνησε στην αρχή ως ένα βιβλίο, αλλά σιγά – σιγά έγινε μια ολόκληρη σειρά, που έκτοτε γραφόταν για χρόνια, ως τώρα.
Όλη η ιστορία βασίστηκε σε γεγονότα και καταστάσεις αληθινές, προσωπικά βιώματα ή βιώματα άλλων ανθρώπων που πέρασαν δίπλα μου όλα αυτά τα χρόνια και οι ήρωές μου βασίστηκαν σε υπαρκτά πρόσωπα που, μέσα από τη μυθιστορηματική πλοκή, έγιναν πρόσωπα του δικού μου παραμυθιού.
Η «Λίνα» μιλάει για αλήθειες, πόνους, ίντριγκες, δυσκολίες, θανάτους, απόρριψη, ρατσισμό. Μιλάει όμως και για αγάπη, πολλή αγάπη, ευγένεια και κατανόηση. Γιατί, μέσα από όσα πέρασα, η προσπάθειά μου ήταν να γράψω κάτι που να μην περιγράφει απλά τη θλίψη και τις αναποδιές της ζωής, τη βία και την απόγνωση ή μια σύντομη ερωτική ιστορία. Θα τολμούσα να πω ότι το κάθε βιβλίο ξεχωριστά, αλλά και όλη η σειρά λειτουργεί κάπως σαν ατομική ψυχανάλυση, βοηθά τον καθένα μας να σκύψει μέσα του, να δει με θάρρος τι τον πονά και τι τον απογοητεύει, να σκεφτεί και να πάρει αποφάσεις για τη δική του πορεία. Γιατί η «Λίνα» δε μένει στον πόνο και στην απόγνωση. Αναζητά κάτι περισσότερο, το βάλσαμο και τη λύτρωση της ψυχής.
Αν διαβάσεις τα βιβλία μου, αρχίζοντας από το πρώτο, πες μου, βρήκες κάπου τον εαυτό σου; Βρήκες και τα δικά σου όνειρα; Μήπως βρήκες το βάλσαμο;
–
Γεννήθηκα σ’ ένα Νοσοκομείο της Αθήνας. Οι γονείς μου – και οι δυο καρκινοπαθείς – έφυγαν σχεδόν αμέσως από τη ζωή μου. Ήταν ο πρώτος μεγάλος πόνος και να μην πει κανένας ποτέ πως ένα μωρό δεν καταλαβαίνει. Και μετά όλα στράβωσαν. Άλλαζα συνεχώς χέρια και άρχισε η μεγάλη περιπέτεια της ζωής μου, κάτι σαν μία περιπλάνηση από δω κι από κει που διαρκεί ακόμα και, ειλικρινά, δεν είμαι σίγουρη για το πού και πώς θα τελειώσει. Για το μόνο που είμαι σίγουρη είναι ότι νιώθω σαν να γεννήθηκα από λάχανο, όχι σε σπίτι με κανονική οικογένεια. Δικαιωματικά, λοιπόν, έχω ατέλειωτη δίψα για αγάπη, προστασία, δικαιοσύνη, αλήθεια. Τίποτα από όλα αυτά δε συνάντησα, ούτε σε συγγενείς ούτε ακόμα σε πρόσωπα που έπρεπε να είναι φορείς αγάπης, γι’ αυτό, από παιδί, αγάπησα τα βιβλία και, μέσα από αυτά, ονειρευόμουν όλα όσα ήθελα. Έπειτα άρχισα τις πρώτες προσπάθειες, άλλοτε να γράφω κι άλλοτε να σκιτσάρω τα όνειρά μου.
Η «Λίνα» άρχισε να γράφεται λίγο πριν μπω στα δεκαέξι. Τότε νόμιζα πως θα ελευθερωνόμουν από τις κακοτυχίες. Αλλά πέρασα από σαράντα κύματα, όπως και το βιβλίο ή μάλλον τα βιβλία, αφού πρόκειται για ολόκληρη σειρά, που αναφέρεται σε τρεις γενιές. Έμαθα πολλά όλα αυτά τα χρόνια, σπούδασα, έμαθα γλώσσες, έκανα μαθήματα ζωγραφικής, μα πιο πολύ έμαθα ότι ο μόνος τρόπος που σ’ ελευθερώνει από τη μιζέρια και τη δυστυχία είναι η αγάπη. Πέρασαν χρόνια από τότε που ήμουν παιδί, μα ακόμα ονειρεύομαι. Τα βιβλία μου περιέχουν πραγματικά βιώματα, δικά μου ή προσώπων που γνώρισα, όμως πέρα από αυτό είναι βιβλία ονείρων και αγάπης, πολλής αγάπης. Ελπίζω να σας κρατούν καλή συντροφιά, τότε που όλα ησυχάζουν και αναζητάτε μια στάλα ξεκούρασης.
0 Σχόλια